H εργασία αποτελεί, αναμφίβολα, ένα από τα βασικότερα δικαιώματα του πολίτη. Άρα, η εξασφάλισή της συνιστά ύψιστη υποχρέωση για το κράτος και οποιονδήποτε άλλον φορέα εξουσίας υποχρεούται να δημιουργεί θέσεις απασχόλησης. Ωστόσο από το σημείο αυτό, μέχρι να προσπαθούμε να «εφεύρουμε» θέσεις εργασίας προκειμένου να καλύψουμε όπως-όπως το πρόβλημα της ανεργίας, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη και η διάνυσή της αποδεικνύεται συχνά επιζήμια, τόσο για τους ίδιους τους εργαζόμενους, όσο και συνολικά για το κοινωνικό σύνολο.
Η «κλασική» εικόνα του δεινοπαθούντος Νεοέλληνα, ο οποίος εισέρχεται στο γραφείο του τοπικού πολιτευτή, ζητώντας δουλειά για τον ίδιο ή κάποιον συγγενή του, έχει περάσει σε κάθε ελληνική οικογένεια μέσα από επιτυχημένες ταινίες του εγχώριου κινηματογράφου. Το ίδιο και η… αμίμητη ατάκα του πολιτευτή ή του παρατρεχάμενού του, «μην ανησυχείτε, το θέμα σας θα τακτοποιηθεί άμεσα…». Πόσο, όμως, η πελατειακή αυτή τακτική μπορεί να βρει θέση στη σημερινή σκληρή εργασιακή πραγματικότητα και σε ένα εξόχως ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπου χωρίς εξειδίκευση, γνώσεις και ιδιαίτερες ικανότητες η επαγγελματική επιβίωση καθίσταται, ενίοτε, ανέφικτη;
Ας εξετάσουμε την περίπτωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης η οποία, ανάμεσα στις άλλες αποστολές της, «χρεώθηκε» και με αυτήν της εξασφάλισης μεροκάματου σε χιλιάδες εργαζόμενους. ∆ιόλου κατακριτέα αποστολή, αφού, ως θεσμικός φορέας, δύναται και οφείλει να στηρίξει την εθνική απασχόληση. Όχι, όμως, με τον τρόπο που το έπραξε. Όχι λειτουργώνας ως ένα ακόμη γραφείο τοπικού πολιτευτή, που θα βάλει σε θέσεις τα «δικά μας» παιδιά. Όχι απορροφώντας όποιον… βρίσκει εύκολα τους διαδρόμους της διοίκησης, άσχετα εάν διαθέτει ή όχι ακόμη και τα τυπικά προσόντα που απαιτεί η θέση στην οποία διορίζεται. Όχι δημιουργώντας «πλασματικές» θέσεις απασχόλησης, σε αντικείμενα που ουδόλως χρειάζεται ένας δήμος ή μία κοινότητα.
Όλα τα παραπάνω «όχι» η πλειονότητα των τοπικών αιρετών αρχόντων, όχι απλώς τα αγνόησε, αλλά τα έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της. Στερούμενοι οράματος για τον πραγματικό ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ελλείψει πολιτικού αναστήματος, οι περισσότεροι αιρετοί σύρονται πίσω από τις «προσταγές» πολιτικών αφεντάδων, μετατρέποντας τους δήμους ή τις κοινότητές τους σε τοπικά γραφεία εύρεσης εργασίας.
Βέβαια, η πραγματικότητα -αδυσώπητα σκληρή τις περισσότερες φορές- αγνοώντας το πολιτικό κόστος, αρνούμενη να συμβιβασθεί, εξαναγκάζει τους αμετροεπείς να αντιμετωπίσουν τα αδιέξοδα που οι ίδιοι (ή οι όμοιοι με αυτούς προηγούμενοι) δημιούργησαν.
Γιατί αυτό που ζούμε σήμερα στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τόσο στον ∆ήμο Αμαρουσίου, όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, με τις συγχωνεύσεις των δημοτικών επιχειρήσεων και την αναπόφευκτη απόλυση κάποιων εργαζομένων, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει. Ήταν αναπόφευκτο να συμβεί, από τη στιγμή που οι τοπικοί μας άρχοντες δεν φαίνεται να άκουσαν ποτέ για την κινεζική παροιμία που μας προτρέπει να μην χαρίσουμε ένα ψάρι σε εκείνον που πεινάει, αλλά να του διδάσκουμε πώς να ψαρεύει…
∆υστυχώς, η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν έμαθε στον κόσμο να ψαρεύει, αλλά να αναζητά την εύκολη τροφή. Αντί να πιέσει την Πολιτεία για την εξασφάλιση κονδυλίων, που θα της επέτρεπαν να μετεκπαιδεύσει και να εξειδικεύσει τους εργαζόμενους των τοπικών κοινωνιών, προτίμησε να «στοιβάζει» σε γραφεία και υπηρεσίες όσους πιο πολλούς ανθρώπους-«πελάτες» μπορούσε. Αν κάποιος επιχειρούσε να κάνει έναν αντικειμενικό έλεγχο στις δημοτικές και κοινοτικές υπηρεσίες ανά τη χώρα, καταγράφοντας τον αριθμό των εργαζομένων τους, το κόστος λειτουργίας τους και, ταυτόχρονα, το επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών τους, μάλλον θα μελαγχολούσε…
Όλα αυτά, ωστόσο, ανήκουν στο παρελθόν. Το ζητούμενο είναι τι μπορεί να γίνει από εδώ και στο εξής. Φοβούμαστε, πολύ λίγα. Όχι γιατί δεν υπάρχουν λύσεις, αλλά γιατί απουσιάζουν οι πραγματικοί οραματιστές και ηγέτες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση που θα τολμήσουν να τις εφαρμόσουν. Βλέπετε είναι ευκολότερο να προσπαθούμε να «ξεγελάσουμε» τον νομοθέτη, να ανακαλύπτουμε «παραθυράκια» στους νόμους, παρά να βάλουμε τις βάσεις για να αντιμετωπίσουμε σε βάθος χρόνου το πρόβλημα απασχόλησης. Και σε τελική ανάλυση, είναι ευκολότερο να διαβάζεις καταλόγους με τους «τυχερούς» που τελικώς θα παραμείνουν στον τάδε δήμο (ναι, το είδαμε κι αυτό σε γειτονικό μας ΟΤΑ), παρά να δηλώσεις ευθαρσώς ότι τόσους αντέχουμε, τόσους θα κρατήσουμε, αλλά ταυτόχρονα δεσμευόμαστε ότι θα δημιουργήσουμε προγράμματα εξειδίκευσης των υπολοίπων και θα προσπαθήσουμε να τους προωθήσουμε σε άλλες θέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα (ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για όσους μιλούν για ανταποδοτικά οφέλη και συνεργασίες-συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα).
Και κάτι τελευταίο. Μπορεί να μην έχει απαντηθεί ακόμη το ερώτημα εάν η εξουσία διαφθείρει τους πολίτες ή οι πολίτες την εξουσία, αλλά σε κάθε περίπτωση και οι δύο πλευρές οφείλουν να γνωρίζουν ότι, εκτός από τα αναφαίρετα δικαιώματά τους, βαρύνονται και με συγκεκριμένες ευθύνες. Με πρώτη από αυτές, να συμβάλλουν ώστε η πατρίδα που θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές να έχει ξεπεράσει, τουλάχιστον, μερικές από τις… παιδικές ασθένειές της…
Θάνος Σταθόπουλος