«Μη», «Νo», «∆εν», «Απαγορεύεται»…
«ΜΗ ΜΑΣ ΞΕΡΙΖΩΝΕΤΕ. ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ Ε∆Ω ΠΟΥ ΕΙΜΑΣΤΕ». Αυτήν την παρατήρηση, την έκανε εκ μέρους των κυκλάμινων που φυτεύτηκαν από το ∆ήμο Αμαρουσίου στις ξύλινες καλαίσθητες ζαρντινιέρες, κυρία καταστήματος στην οδό Μητροπόλεως. Είδε κι απόειδε η φίλη κι αποφάσισε να αντιδράσει με αυτόν τον τρόπο. Ποιος ξέρει πόσα λουλούδια είδε με χαρά, να φυτεύονται μπροστά από το μαγαζί της, να στολίζουν το χώρο ένα γύρω, τον εμπορικό αυτό δρόμο κατ’ επέκταση και την πόλη γενικότερα. Χαρές που συνήθως έχουν βραχύτατη ημερομηνία λήξεως, διότι κάποιοι άλλοι, οσονούπω θα ξεριζώσουν τα λουλούδια για να τα φυτέψουν στο σπίτι τους. Στην καθαρή, περιποιημένη, λουλουδάτη, ιδιωτεία τους. Για το δρόμο, για την πόλη, για τα κοινά μας περιουσιακά στοιχεία που είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο σημαντικά με τα δικά μας, φούρνος να μη καπνίσει. Στάχτη και μπούρμπερι. Νοοτροπία βαρβαρική και οι εκδηλώσεις της οι άπειρες μέσα στις κοινωνίες μας, αποπνέουν τα ανάλογα. Βαρβαρότητα και βαρβατίλα. Πού και πού, μέσα στα «δάση του ετσιθελισμού» -αυτά που θεριεύουν εν αντιθέσει με τα άλλα που αφανίζονται- αναρτώνται εκείνα τα «Μη» που κάνουν εντύπωση.
«ΜΗ ΠΕΤΑΤΕ ΣΚΟΥΠΙ∆ΙΑ ΣΤΟ ∆ΑΣΟΣ», γράφουν πινακίδες του ∆ήμου Νηλέως στην Εύβοια για παράδειγμα, διότι ένα πανέμορφο πευκοδάσος στην παραλία της Αγίας Άννας έχει μεταβληθεί σε σκουπιδομπαζότοπο στην κυριολεξία. Ένα δάσος, το οποίο θα πρέπει να καθαριστεί και να αξιοποιηθούν τα μονοπάτια του για περιπατητές και ποδηλάτες κι από δάσος ντροπής, να αναδειχθεί σε δάσος πολιτισμού, χαράς, ανάτασης. Παράδειγμα και υπόδειγμα. Έτσι πρέπει να γίνει από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, μετά τα «ΜΗ», διότι τα απαγορευτικά μηνύματα από την Αρχή ενός τόπου, θα πρέπει να συνοδεύονται από προσπάθειες και έργο ανάλογο. ∆εν αρκούν τα μη, τα δεν, τα απαγορεύεται
«∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ…». Με τούτην την προειδοποίηση, κορυφώνεται σταδιακά η… νουθεσία, προς την απίστευτη παιδικότητα του ενήλικα ανθρώπου. Είτε είναι γραμμένη σε πινακίδες, σε τοίχους, σε ιδιόχειρες ταμπελίτσες ορθογραφημένες ή μη, έρχεται να ενισχύσει την δική μου τουλάχιστον άποψη, πως ο άνθρωπος μέχρι την τελευταία του στιγμή, δεν είναι άλλο, από ένα μεγάλο παιδί. Αν μελετήσουμε τα παιδιά. Πώς σκέπτονται. Τι θέλουν. Τι κάνουν. Πώς παίζουν. Πώς ενεργούν και τι σκαρφίζονται για να πετύχουν τους στόχους τους, να αποφύγουν τα δυσάρεστα από πράξεις τιμωρούμενες, οδηγούν σ’ αυτό το συμπέρασμα. Κι ας σταθούμε στις κακές πράξεις. Το να κλέψεις από μια ζαρντινιέρα του δρόμου τα λουλούδια της πόλης σου νύχτα αφέγγαρη, πράξη για επαίνους είναι; Το να πετάμε, μπάζα και σκουπίδια όπου μας γουστάρει ή μας βολεύει, είναι πράξεις για χειροκροτήματα; ∆εν είναι, γι αυτό τις κάνουμε λάθρα, κρυφά, ύπουλα. Η διαφορά μας με τα παιδιά, είναι πως εμείς, λόγω εμπειρίας, κάνουμε τις …αταξίες μας πιο «έξυπνα». «Σοβαρότητα», «εξυπνάδα», καπατσοσύνη, το θράσος του ισχυρού, κάνουν τον άνθρωπο να νομίζει πως έχει το δικαίωμα να παραβιάζει όποιον κανόνα πολιτισμού τον βολεύει, για να αποδεικνύει μέσα από «παιδιάστικες αταξίες», πως βρίσκεται πολύ μακριά από την πολιτισμική του ενηλικίωση.
«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ…». Εδώ το θέμα, δεν σηκώνει κουβέντα. ∆εν σηκώνει ζαβολιές. ∆εν ανέχεται εξυπνάδες. Εάν δε, η προειδοποίηση έχει να κάνει με το «PARKING…», «ΑΝΕΦΘΙΝΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΣ ΖΗΜΝΙΕΣ…».
ΤοποΓράφει η Θέμις