Η παγκόσμια οικονομική κρίση έφερε στο προσκήνιο, μετά από πολλά χρόνια, την πολιτική. Και την ιδεολογική συζήτηση. Και την αντιπαράθεση απόψεων για την κοινωνία. Η ηχηρή κατάρρευση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, τόσο του οικονομικού όσο και του κοινωνικού, αναδεικνύει την ορθότητα και, κυρίως, την επικαιρότητα της μαρξιστικής θεωρίας. Την ιδεολογία που συκοφαντήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη, την περασμένη εικοσαετία. Σε αυτό έβαλαν το χεράκι τους και οι πρακτικές των καθεστώτων του πάλαι ποτέ «υπαρκτού». Όμως η ιδεολογία που έχει ως κέντρο της προσοχής της τον άνθρωπο και όχι τα κέρδη των επιχειρήσεων, η πολιτική που δε θυσιάζει το περιβάλλον για μερικά δολάρια ή ευρώ, οι αξίες της πανανθρώπινης δικαιοσύνης, των ίσων ευκαιριών των πολιτών όλου του κόσμου και της κατάργησης της ιδιοποίησης του παραγόμενου, από τους πολλούς, πλούτου, προς όφελος μιας κάστας εκμεταλλευτών, επανέρχεται ως επίκαιρη και κυριαρχεί μέρα με τη μέρα στη συνείδηση των λαών.
Όσοι τόσα χρόνια εκθείαζαν την ελεύθερη αγορά, τις πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού και απαξίωναν, όταν δεν λοιδορούσαν, τις αριστερές απόψεις, τώρα έχουν δύο επιλογές: ή να λουφάξουν ή να προσπαθήσουν να αλλάξουν προσωπείο και να εμφανιστούν ως υπερασπιστές των αδυνάτων. Οι δεύτεροι βασίζονται στην ασθενή μνήμη του λαού. Οι χτεσινοί νεόκοποι νεοφιλελεύθεροι, υπηρέτες των πολυεθνικών κεφαλαίων και του τραπεζικού συστήματος, μεταλλάσσονται επιδερμικά σε «αριστερούς – σοσιαλδημοκράτες». Έτσι ο Γκόρντον Μπράουν, πρώην υπουργός Οικονομικών του Μπλερ και συνεχιστής της Θατσερικής πολιτικής, της πιο συνεπούς νεοφιλελεύθερης πολιτικής, ξαναθυμάται τη σοσιαλδημοκρατία και εμφανίζεται ως εν μέρει «κρατιστής». Στην ουσία προτείνει την στήριξη του καπιταλιστικού – τραπεζικού συστήματος με τον εθνικό πλούτο της χώρας του. Το ίδιο πράττουν λίγο πολύ και οι άλλες συντηρητικές ηγεσίες των χωρών της δύσης. Αυτό το σχέδιο υποστηρίζουν και οι νεοφιλελεύθεροι – σοσιαλδημοκράτες, χωρίς ιδεολογία, της Γαλλίας, της Γερμανίας και άλλων χωρών. Ξαναγυρνάμε επομένως στις εποχές που η φιλολαϊκή φρασεολογία μετατρεπόταν σε αντιλαϊκή πολιτική.
Στη χώρα μας, το ΠΑΣΟΚ έχει το πρώτο μεγάλο βραβείο σε αυτό. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που άσκησε, κυρίως από το 1993 έως το 2004, θα το σημαδεύουν σε όλο τον βίο του. Η αποθέωση των αγορών και του χρηματιστηριακού κεφαλαίου, οι αντιασφαλιστικοί νόμοι (π.χ. Ρέππα), η απαρχή της ιδιωτικοποίησης των σημαντικότερων τομέων της ελληνικής οικονομίας (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια φυσικών πόρων κ.τ.λ.) ήταν ο πυρήνας της πολιτικής του. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική επιβεβαιώθηκε με τη συμμετοχή στο ψηφοδέλτιο επικρατείας των εθνικών εκλογών του 2004, των δύο πιο συνεπών εκφραστών του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα μας. Των κ.κ. Μάνου και Ανδριανόπουλου. Μόνο εμπιστοσύνη δεν μπορεί να έχει κανείς στα «αριστερά» λόγια του κ. Γιώργου Παπανδρέου και των στελεχών του ΠΑΣΟΚ, που μέχρι πριν από λίγο καιρό μιλούσαν για απασχολήσιμους νέους, δηλαδή για ανασφάλιστους χωρίς δικαιώματα.
Για να θυμηθούμε όμως και τα δικά μας, η πολιτική της διοίκησης του ∆ήμου Αμαρουσίου, τα χρόνια 1994 – 2006, ήταν σε αυτό ακριβώς το μήκος κύματος. Καταστροφή του περιβάλλοντος για την «ανάπτυξη» της πόλης και της επιχειρηματικότητας, ξεπούλημα των ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων στους ιδιώτες επενδυτές, προσπάθεια ίδρυσης ιδιωτικού πανεπιστημίου κ.ά. Αυτή η πολιτική αποδεικνύεται αδιέξοδη. Αυτή την πολιτική υπηρέτησε και ο κύριος Μπρέγιαννης, ως μέλος της τελευταίας και χειρότερης περιόδου αυτής της διοίκησης.
Ασθενής μνήμη, έλλειψη αυτοκριτικής διάθεσης ή πολιτικός καιροσκοπισμός; Ας ξεκινήσει λοιπόν η συζήτηση, με ουσιώδη ιδεολογικά επιχειρήματα, χωρίς πολικαντισμούς.
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τον κόσμο. Το φάντασμα των κοινωνικών αγώνων για τις πανανθρώπινες αξίες της ειρήνης, της ισότητας, των ίσων ευκαιριών, της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Για να ηγεμονεύσουν οι αξίες της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, για έναν καλύτερο κόσμο, χωρίς διαψεύσεις αυτή τη φορά.
Πέτρος Κούκουζας, μέλος της δημοτικής κίνησης «Κόντρα στον Καιρό»