Γράφει ο Δημήτρης Μασούρης – Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων
Πολλά έχουν γραφεί και πολλά έχουν ειπωθεί για τη Μακεδονία μας, που το όνομά της σφετερίστηκαν οι πολιτικοί των Σκοπίων, έχοντας απώτερες εδαφικές βλέψεις -ας μη γελιόμαστε- προς αυτήν. Σήμερα στις ειδήσεις (17-01-2018) μαθαίνουμε ότι «το όνομα αυτό επικύρωσε και ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ Μ. Νίμιτς μια ημέρα πριν τις συνομιλίες στη Νέα Υόρκη ότι θα υπάρχει ο όρος Μακεδονία στο όνομα καθώς είναι συνδεδεμένος με τη χώρα αυτή».
Και διερωτώμαι: περισσότερο είναι συνδεδεμένος ο όρος Μακεδονία στους Σκοπιανούς πολιτικούς και το Σκοπιανό λαό απ’ ότι το Βαρντάρσκα, που είναι παραδοσιακή τους προτιτοϊκή ονομασία; Πότε ξύπνησε το ενδιαφέρον τους για τη Μακεδονία; Επιζεί ακόμη τόσο έντονη η μετά θάνατον επιθυμία του Τίτο για την απόκτηση καθόδου στο Αιγαίο; Εκείνος εξέκαυσε ένα τυφλό πάθος εθνικιστικού φανατισμού (1945 κ.ε.) στο συνονθύλευμα του Βαρντάρσκιου λαού και δελέασε τους πολίτες από την παιδική τους ηλικία με τα συνεχή κηρύγματά του να ασπαστούν τον όρο Μακεδονία για να αποκτήσουν ενιαία εθνική συνείδηση και ταυτότητα που δεν είχαν στη Βαλκανική. Εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αυτή τον Θ´ μ.Χ. αιώνα. Αφού και στην εποχή του είχε κυκλοφορήσει χαρτονόμισμα (δηνάριο) στη Γιουκοσλαβία και ανάμεσα στα άλλα τα επιμέρους ομόσπονδα κρατικά διαμερίσματα: Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Σερβία, αναγραφόταν και η Μακεδονία. Και εμείς εδώ εξαργυρώναμε το νόμισμα αβασάνιστα.
Τι έχουν να πουν οι διπλωμάτες μας σύμβουλοι του κράτους, γιατί δε συμβουλεύονται τους γνώστες της ιστορίας, ακαδημαϊκούς, πανεπιστημιακούς συγκριτικά με το μακεδονικό πρόβλημα, όταν έχουμε παρόμοιες περιπτώσεις γεωγραφικών ονομασιών π.χ. τη Βρετάνη των Γάλλων και τη θέση των Βρετανών; Γιατί απαλείφτηκε η ονομασία Μεγάλη Βρετανία για το Ηνωμένο Βασίλειο; Τι ήθελαν ν’ αποφύγουν; Και γιατί ο αρχικαγκελάριος Βίσμαρκ εναντιώθηκε να εξαλείψει τον όρο Ιλλυρία από τη Βαλκανική επειδή η Αυστρία είχε περιοχή με την ίδια ονομασία και γιατί οι ιλλυρικές ακτές έλαβαν το όνομα δαλματικές; Τι να πρωτογράψει κανείς! Πρέπει να μάθουν οι Σκοπιανοί να τιμούν τις παραδόσεις τους και να μη γίνονται άρπαγες ιστορικών δεδομένων άλλων λαών αβίαστα και υποκριτικά.
Όμως εμείς έτσι πουλάμε την ιστορία μας και κάνουμε μετόχους και άλλους σ’ αυτήν; Δεν έχουμε επιχειρήματα αντίκρουσης; Έτσι αλόγιστα και εύπιστα αφήνουμε τα δικαιώματά μας να κατασπαράζονται; Είμαστε απαράδεκτοι.
Σ.Σ. Αναδημοσιεύουμε από το φύλλο της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ 1905/2006 το άρθρο του Δημήτρη Μασούρη με τίτλο «Βαρντάσκα»
Βαρντάρσκα: Η σημερινή Fyrom της Δημοκρατίας της Μακεδονίας
Δε ν υπάρχει περίπτωση έκπληξης για την εθνική ονομασία του κράτους των Σκοπίων, αφού παλαιότερα ονομαζόταν Βαρντάρσκα. Αυτό ήταν δεδομένο και από τον ίδιο τον πληθυσμό του κράτους αποδεκτό. Με αυτή την ονομασία είχε ενταχθεί η περιοχή στο μεγάλο κράτος της Γιουγκοσλαβίας. Συγκεκριμένα το 1939 είχε εκδοθεί και γραμματόσημο, που δήλωνε την πολιτεία αυτή. Το γραμματόσημο είχε κυκλοφορήσει το 1944, μόλις είχε αναλάβει την εξουσία ο Τίτο.
Έτσι διαπιστώνει κανείς πως το πρώην γιουγκοσλαβικό αυτό ομόσπονδο διαμέρισμα, η σημερινή δηλαδή Fyrom ή Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπως επιμένει να την ονομάζει η Αμερική επίσημα και μερικοί άλλοι δορυφόροι της, που υπακούουν στα κελεύσματά της, δεν ήταν άλλη από την Βαρντάρσκα (Βαρδαρία).
Από την εποχή του Τίτο ξύπνησε μια απαίτηση σχετικά με την ονομασία των Σκοπίων ως Μακεδονία. Οι κάτοικοι της Βαρντάρσκας έπρεπε να αποκτήσουν μια εθνική συνείδηση, που θα τους προσάρμοζε γεωγραφικά και εθνικά στον χώρο και θα τους προσανατόλιζε, παρέχοντάς τους μια θέση στην ιστορία των Βαλκανικών Κρατών ή αλλιώς λεγόμενων κρατών του Αίμου, έχοντας ένα επίχρισμα κίβδηλο. Έτσι, καλλιεργήθηκε με την πάροδο του χρόνου ένα τυφλό πάθος εθνικιστικού φανατισμού, που στηριζόταν στη θολωμένη αδυναμία αντίληψης της πραγματικότητας για τους Σκοπιανούς. Ξεχαστηκε η αρχική προέλευσή τους, η νομαδική σλαβική παρουσία τους στον χώρο κατά το Θ’ μ. Χ. αιώνα και κυριάρχησε η επιθυμία της θελκτικής ονομασίας Μακεδονία και γι’ αυτούς το εθνικό Μακεδόνες. Το όνειρο, που έλαβε νέα υπόσταση, ήταν η δημιουργία μια μεγάλης Μακεδονίας, που θα εκτεινόταν μέχρι το Αιγαίο. Και από τον Απρίλιο του 1945 άρχισε η επιβολή της μακεδονοποίησης σ’ έναν πληθυσμό σλαβόφωνο, που δεν είχε σχέση με τους Μακεδόνες ή τη Μακεδονία της αρχαιότητας.
Οπωσδήποτε, όμως, η καλλιέργεια των ιστορικών ανακριβειών ήταν τόσο έντονη, αφού έγινε βιωματική κατάσταση σ’ ένα λαό, που πίστεψε πως μπορεί να υφαρπάσει με αφέλεια ιστορική υπόσταση από τον αρχαίο μακεδονικό ελληνισμό, για να δημιουργήσει δικό του σταθερό υπόβαθρο και να σταθεί ιστορικά και εθνικά στον χώρο αυτόν της βαλκανικής.
Δεν αποκλείεται, βέβαια, το γεγονός ότι στο νότιο τμήμα των Σκοπίων, που ανήκε άλλοτε στην αρχαία Μακεδονία του Φιλίππου και του Αλέξανδρου, όπως αποδεικνύεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα, να υπήρχαν ορισμένοι γηγενείς κάτοικοι, οι οποίοι είχαν υποταχθεί στη μακεδονική κυριαρχία, που ασκούσε εκεί την ηγεμονική επιβολή της. Αυτό άλλωστε ήταν συνηθισμένο. Μήπως αυτό δεν έγινε με τους Ιλλυριούς, τους Παίονες και άλλους ελληνικούς λαούς; Αλλά και οι Πομάκοι π.χ. της Ξάνθης θεωρούνται απόγονοι των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως και η φυλή των Καλάς (Αφγανιστάν) καυχιέται για την μακεδονική ελληνική καταγωγή της.
Αλλά, αν επιθυμούν τη χρησιμοποίηση του ελληνικού όρου Μακεδονία οι Σκοπιανοί, ας ακολουθήσουν τον ελληνικό τρόπο ζωής και ας αποφασίσουν να μετέχουν στον ελληνικό πολιτισμό. Ας ασπαστούν τα ελληνικά γράμματα, τις τέχνες κ.λπ., κάνοντας τις αναγκαίες μεταβολές στο δικό τους modum vivendi. Ας δεχτούν το ελληνικό εκπολιτιστικό πνεύμα. Αξίζει να καταβληθεί αυτή η προσπάθεια. Τότε θα καλούνται Έλληνες Μακεδόνες. Γιατί από τους πανάρχαιους χρόνους, ιστορικοί, ποιητές και άλλοι διανοητές διασώζουν μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες για την ελληνικότητα του χώρου και του όρου.
Ο αρχαίος π.χ. γεωγράφος Στράβων (65 π. Χ.- 23 μ. Χ.) για να περιοριστώ μόνο σε αυτόν, διασώζει τη μαρτυρία, γράφοντας «και αυτή, βεβαίως, η Μακεδονία είναι Ελλάδα» και η «γλώσσα των Μακεδόνων είναι ελληνική».
Όμως, αν θέλουμε να ανατρέξουμε στις ιστορικές σελίδες της ελληνικής ιστορίας, και αυτός ακόμα ο όρος Βαρντάρσκα (Βαρδαρία), που χρησιμοποιούσαν, κατά βάση ανήκε σε ελληνικό λεξιλόγιο. Οι όμοιες γλωσσικές ρίζες διδάσκουν την προέλευση.
Καθαρά ελληνικό είναι το ουσιαστικό (βαρδάρι). Με τη λέξη αυτή δήλωναν οι μυλωνάδες το ξύλο (βαρδάρια), που χρησιμοποιούσαν στην κοφινίδα του μύλου. Αυτά διαρκώς, σαλευόμενα ρύθμιζαν την πτώση του γεννήματος (σταριού) στην οπή του μυλόλιθου και έκαναν ένα χαρακτηριστικό ήχο, καθώς το νερό γύριζε τη μυλόπετρα. Υπάρχει, μάλιστα και σχετική φράση για τον φωνασκούντα που παρενοχλεί με τη φωνή του π.χ. «μα τι βαρδάρι, που σου είναι αυτός ο κουφός» ή «όποιος δεν θέλει ν’ ακούσει τα βαρδάρια δεν πάει στον μύλο». Είναι αλήθεια πως το κροτάλισμα των βαρδαριών νανουρίζει τον μυλωνά. Αν σταματήσουν να ηχούν αυτά και ο μυλωνάς κοιμάται, ξυπνάει αμέσως.
Αλλά και ο Αξιός ποταμός στην ντόπια διάλεκτο, όπως και ο δυνατός άνεμος της Θεσσαλονίκης καλείται Βαρδάρης. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, γράφει πως οι Βαρδαριώτες από την εποχή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεόφιλου (829-842 μ.Χ.) είχαν εγκατασταθεί γύρω στον Αξιό και αποτελούσαν περσική αποικία. Αυτούς τους οδηγούσε στον πόλεμο ο γενναίος στρατηγός Τατίκιος, που είχε γεννηθεί από πατέρα Τούρκο, αλλά είχε ανατραφεί στον Χριστιανισμό και ήταν ένθερμος υποστηρικτής του. Πολλοί Βαρδαριώτες ανήκαν στην προσωπική φρουρά του αυτοκράτορα.
Άλλες ιστορικές πληροφορίες, αναφέρουν ότι οι Βαρδαριώτες ήταν ουγγρικής καταγωγής. Όπως και να έχουν οι πληροφορίες, ο Κωστής Παλαμάς, τονίζει:
«Κι οι Βαρδαριώτες του Αξιού
του ποταμού από χρόνια
Ψυχόπαιδα και στην καρδιά
της Ρωμιοσύνης όλο
Τριγυριστοί από σλαβικά
φύλα οργισμένα ένας κι ένας
Την πίστη αλλάξανε
τη γλώσσα δεν αλλάξαν
Τουρκοτατάρικα τον Θεό
δοξάζουν του Βαγγέλιου».
Αυτά μας ενημερώνει για τους Βαρδαριώτες ο μεγάλος βάρδος της Ρωμιοσύνης και πόσο κοντά είναι στα πράγματα. Η ποίηση εδώ αγγίζει την πραγματικότητα, είναι κοντά της. Κι ας ισχυρίζονται μερικοί πως ο πεζός λόγος είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Αυτούς τους Βαρδαριώτες βρήκαν εκεί τα σλαβικά νομαδικά φύλα, που κατέβαιναν από τον Βορρά και που η πολιτιστική τους ιστορία αρχίζει από τον Θ’ μ.Χ. αιώνα.
Είναι ολέθριο ένας λαός, όπως είναι των Σκοπίων να καλλιεργεί στον λαό του κίβδηλη εθνική συνείδηση. Γιατί τα μικρά παιδιά από το νηπιαγωγείο ακόμη, αν μαθαίνουν, πως έχουν μακεδονική καταγωγή και είναι Μακεδόνες, θα καυχώνται αργότερα για την καταγωγή τους, γιατί μόνον αυτά έμαθαν και αυτά θα τους συνοδεύουν μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Αλλά οι ιστορικοί των πανεπιστημίων των Σκοπίων τι έχουν να πουν; Γιατί αποκρύπτουν την αληθινή προέλευσή τους, που όπως μαρτυρεί η ιστορική έρευνα και όπως η πραγματικότητα επιτάσσει, κατέλαβαν τον χώρο αυτό της Βαλκανικής κατά τους βυζαντινούς χρόνους; Η αρχαιότητα δεν τους αγγίζει. Είναι ένας νέος λαός του Θ’ αιώνα μ.Χ. Γιατί δεν τους αρέσει να επιλέξουν τελειωτικά το δικό τους όνομα, που δεν είναι και δικό τους, όπως απέδειξα; Έστω αυτό το όνομα Βαρντάρσκα (= Βαρδαρία, χώρα του Βαρδάρη) είχαν καθιερώσει, τώρα γιατί δεν το θέλουν; Ένας λαός, που αποποιείται το εθνικό όνομά του και επιζητεί ονόματα της αρεσκείας του είναι καταδικασμένος στο κυκλοχρόνισμα του ιστορικού γίγνεσθαι. Αυτό το έπαθαν οι Ρουμάνοι, που έχασαν την εθνική τους συνείδηση και θεωρούνται άγνωστης προέλευσης. Οι λαοί πρέπει να έχουν και να συντηρούν την ιστορική τους μνήμη. Πρέπει να επιβιώνουν μέσα σ’ ένα ιστορικό περιβάλλον, αν δεν το έχουν πρέπει να το δημιουργήσουν. Αυτό επιδιώκουν και οι ταγοί των Σκοπίων.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
Γ. Μπαμπινιώτη: Η γλώσσα της Μακεδονίας. Εκδ. Ολκός 1992, σ. 163 κ.ε.
Ν. Μάρτη: Η πλαστικογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας. Αθήνα 1983 σ. 4 κ.ε.
Ν. Ανδριώτη: Ετυμολογικό λεξικό της Κοινής Ελληνικής, λήμμα Βαρδάρι.
Κ. Παραρρηγόπουλου: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΔΒ σ. 53.
Εκδοτική Αθηνών: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. Η’, σ. 79 και 158.
Κ. Παλαμά: Η φλογέρα του βασιλιά, εκδ. Αξιός Αθήνα 1909 σ. 61
Κ. Γεωργούλη: Ειδική Διδακτική, Αθήνα 1958 σ. 23 κ.ε.