Μετά την αμερικανική επέμβαση του 2003, ένα τμήμα της Μέσης Ανατολής υπέφερε στα χέρια των τζιχαντιστών μισθοφόρων της Δύσης, όπως η ισοπεδωμένη Μοσούλη.
Στις 9 Ιουλίου ανακοινώθηκε και επίσημα από την ιρακινή κυβέρνηση η ανακατάληψη της Μοσούλης, που κατείχαν από τον Ιούνιο του 2014 οι τζιχαντιστές. Φυσικά, συνεχίζεται η εκκαθάριση της ρημαγμένης πόλης, με τους εκτοπισμένους αμάχους να ξεπερνούν το εκατομμύριο! Επίσης εντείνεται και η μάχη για την άλλη πόλη – προπύργιο των τζιχαντιστών στη Συρία, τη Ράκα. Η ανακατάληψη των δύο αυτών εμβληματικών πόλεων επιχειρείται να παρουσιαστεί ως το «κύκνειο άσμα της ισλαμικής τρομοκρατίας», που δήθεν θα σηματοδοτήσει μια «νέα μέρα» για τους λαούς των δύο χωρών, οι οποίοι βρέθηκαν στο στόχαστρο των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων (το Ιράκ από το 2003 και η Συρία από το 2011). Αυτό που πραγματικά συμβαίνει, και αποτελεί και την αιτία των δεινών των λαών, είναι ότι το παζάρι για την «επόμενη μέρα», ειδικά στη Συρία, είναι πολύ σκληρό. Το διακύβευμα είναι ποιος θα ελέγξει τι, από τον τεράστιο ενεργειακό πλούτο και τους αγωγούς μεταφοράς των υδρογονανθράκων.
Τα τέρατα θα επιβιώσουν…
Όμως η νίκη, που επετεύχθη με τίμημα χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, τη μαζική έξοδο του πληθυσμού και τεράστιες καταστροφές, δεν σημαίνει το τέλος του πολέμου κατά της εξτρεμιστικής οργάνωσης. Οι τζιχαντιστές εξακολουθούν να ελέγχουν κάποιες περιοχές στο Ιράκ, κυρίως τις πόλεις Ταλ Άφαρ και Χαουίτζα βόρεια της Βαγδάτης και κάποιες περιοχές της ερήμου στην επαρχία αλ Άνμπαρ, στα σύνορα με τη Συρία. Η εξτρεμιστική οργάνωση έχει επίσης υπό τον έλεγχό της μεγάλες περιοχές στη Συρία, αν και έχασε έδαφος και το προπύργιό της η Ράκα πολιορκείται από δυνάμεις των ανταρτών που στηρίζονται από την Ουάσινγκτον.
Μετά το πέρασμα της περίφημης «Αραβικής Άνοιξης» στη Συρία, δυνάμεις που προετοιμάζονταν από τις μυστικές υπηρεσίες διαφόρων Δυτικών χωρών, ξεκίνησαν με όπλα και στήριξη από αυτές τις δυνάμεις (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ, πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου, Τουρκία, Ισραήλ) την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τη δημιουργία ζωνών ελέγχου. Έτσι προέκυψε σε Συρία και Ιράκ το λεγόμενο «ισλαμικό χαλιφάτο» του αλ Μπαγκντάντι, που για τρία τουλάχιστον χρόνια επεκτεινόταν ανενόχλητο, και μάλιστα όχι σε τυχαίες περιοχές αλλά εκεί που υπήρχαν πετρελαιοπηγές και αγωγοί μεταφοράς τους, πλουτίζοντας από το λαθρεμπόριο με τον «μαύρο χρυσό», ο οποίος κατέληγε στις πολυεθνικές που τον μοσχοπουλούσαν ως προερχόμενο από νόμιμες πηγές. Σήμερα ο αλ Μπαγκντάντι φέρεται να είναι νεκρός και η οργάνωσή του να είναι σε πτώση, με πολλούς ενόπλους να έχουν σκοτωθεί, συλληφθεί ή να έχουν διαφύγει.
Τεράστιο το κόστος…
Η ανθρωπιστική κρίση στη μαρτυρική πόλη δεν έχει ακόμη καταμετρηθεί. Πολλές χιλιάδες οι νεκροί, περισσότεροι οι βαριά τραυματισμένοι, ορφανά παιδιά με το στίγμα της συμφοράς στα προσωπάκια τους, κατεστραμμένη ολόκληρη η υποδομή και τα περισσότερα σπίτια ακατοίκητα!
Η αρχαία πόλη χτίστηκε περί τον δεύτερο αιώνα π.Χ. και είχε εξελιχθεί σε σημαντικό θρησκευτικό και εμπορικό κέντρο. Στην πόλη υπήρχαν επιβλητικές οχυρώσεις αλλά και θαυμάσιοι ναοί που συνδύαζαν δυτικά και ανατολικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Η αμερικανική επέμβαση φρόντισε να πληγώσει και αυτήν την κληρονομιά…