Γράφει ο Γιώργος Κουμουτσάκος: Υποψήφιος βουλευτής Νέας Δημοκρατίας στον Β1 Βόρειο Τομέα Αθηνών
Η σχέση Εξωτερικής Πολιτικής και Οικονομίας είναι ένα ζήτημα σημαντικό αλλά και εξαιρετικά επίκαιρο. Η Οικονομία είναι ένας από τους λεγόμενους «σκληρούς» παράγοντες που καθορίζουν την εξωτερική και διπλωματική ισχύ ενός κράτους, από κοινού με άλλους παράγοντες, όπως οι ένοπλες δυνάμεις, ο πληθυσμός, οι πρώτες ύλες, η βιομηχανική υποδομή, το επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης, κ.λπ. Ισχυρή Οικονομία, επομένως, σημαίνει δύναμη στην εξωτερική πολιτική και τη διπλωματία, επιρροή στα διεθνή δρώμενα, καθώς και ικανότητα υποστήριξης των εθνικών συμφερόντων και επιδιώξεων. Αντίθετα, μια αδύναμη Οικονομία συνεπάγεται εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και προϊόντων, απώλεια επιρροής στα διεθνή διπλωματικά φόρα, αδυναμία υποστήριξης των εθνικών συμφερόντων και επιδιώξεων.
Τα χαρακτηριστικά της ισχυρής Οικονομίας είναι το υψηλό ΑΕΠ κατά κεφαλή, το πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο, το ισχυρό νόμισμα, το υψηλό τεχνολογικό επίπεδο του παραγωγικού ιστού, η χαμηλή ανεργία, το υψηλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, κ.λπ. Όλα αυτά συνοψίζονται σε ένα δείκτη, τον υψηλό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, που σημαίνει ότι η χώρα γίνεται πλουσιότερη, η κατανάλωση διευρύνεται, η ανεργία μειώνεται και οι άνθρωποι απολαμβάνουν περισσότερα και ποιοτικότερα αγαθά και υπηρεσίες.
Η Ελλάδα στα δέκα χρόνια της κρίσης έγινε φτωχότερη. Έχασε 25 % του ΑΕΠ, αλλά έχασε επίσης παραγωγικό δυναμικό, υπέστη τεχνολογική υποβάθμιση και ένα μέρος του εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού της μετανάστευσε σε άλλες οικονομίες. Ταυτόχρονα όμως, λόγω ακριβώς αυτού του λόγου, έχασε τεράστια επιρροή και διπλωματική ισχύ στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, της Μαύρης Θάλασσας και της Ανατολικής Μεσογείου και όχι μόνο. Η Ελλάδα πριν την κρίση ήταν σημαντικός οικονομικός παράγων σε ολόκληρη αυτή την περιοχή. Οι τράπεζές της, οι επιχειρήσεις της, οι κατασκευαστικοί της όμιλοι, οι συμβουλευτικές της εταιρείες ήταν όλοι παρόντες σε όλες τις χώρες αυτές και σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο, με έντονη δραστηριότητα και επιρροή, οικονομική, πολιτική, πολιτισμική.
Στη δεκαετία της κρίσης, ενώ η οικονομία της Ελλάδος υποχωρούσε, οι οικονομίες των γειτόνων μας αυξήθηκαν με ταχείς ρυθμούς, μειώνοντας την απόσταση που μας χώριζε, με σημαντικές επιπτώσεις στις μεταξύ μας πολιτικές σχέσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της οικονομικής, της πολιτικής και της πολιτισμικής επιρροής της Ελλάδος. Η Ελλάδα συρρικνώθηκε όχι μόνο οικονομικά, αλλά κυρίως πολιτικά, πολιτισμικά, διπλωματικά. Έχασε ειδικό βάρος. Και αυτό έχει τεράστια εθνική σημασία στις διεθνείς σχέσεις.
Και ερχόμαστε στο σήμερα. Μετά από 10 χρόνια κρίσης, μετά το πισωγύρισμα του 2015, μετά τα λάθη που έγιναν, έχουμε αντιληφθεί πόσο σημαντικό είναι εθνικά και πολιτικά να πετύχουμε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης; Σήμερα, λόγω ακριβώς της αδύναμης Οικονομίας της, η Ελλάδα βρίσκεται με πολύ μειωμένη ισχύ στην εξωτερική της πολιτική. Η χώρα χρειάζεται ανασύνταξη.
Ανασύνταξη οικονομική, πολιτική, αλλά κυρίως πολιτισμική και αξιακή. Η Ελλάδα για να έχει αυξημένη επιρροή στην εξωτερική της πολιτική και τη διπλωματία χρειάζεται να έχει ισχυρή Οικονομία, υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο, χαμηλό πληθωρισμό και να μπορεί να αναχρηματοδοτεί το χρέος της ομαλά από τις αγορές. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο με ευρεία οικονομική και κοινωνική βάση. Που θα αξιοποιεί τους πλούσιους παραγωγικούς πόρους της χώρας, κυρίως το ανθρώπινο κεφάλαιο και θα δημιουργεί προστιθέμενη αξία. Που θα διασφαλίζει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή και κοινωνική ευαισθησία.