Στο περιθώριο της δυσάρεστης ανακοίνωσης του «lockdown» στις περισσότερες αθλητικές δραστηριότητες, η διεύθυνση Παιδείας, Αθλητισμού & Νέας Γενιάς του Δήμου Χαλανδρίου δημοσιοποίησε μια είδηση που έφερε χαμόγελα. Η σπουδαία ακοντίστρια Βοϊσάβα Λίκα, που βρίσκεται στο δυναμικό του Δήμου, έχει επιλεχθεί να μεταφέρει την Ολυμπιακή Φλόγα για τους Αγώνες στο Τόκιο.
«Μεγάλη τιμή, χαρά τόσο για την ίδια, όσο για την Υπηρεσία και τους εργαζομένους», τόνιζε το αντίστοιχο μήνυμα, προσθέτοντας: «Μπορεί φέτος λόγω της πανδημίας η πρωταθλήτρια να μην κατάφερε να μεταδώσει την φλόγα, όμως έχει καταφέρει να μεταδώσει όλα τα μηνύματα του αθλητισμού, το ευ αγωνίζεσθαι, την αλληλεγγύη την ευγενή άμιλλα, έχοντας εκπροσωπήσει την χώρα μας κατακτώντας υψηλές διακρίσεις».
«Περπάτησα όλη την Ελλάδα με τα πόδια»
Ήταν Ιούλιος του 2009, όταν η 40αρα -τότε- Σάβα Λίκα πανηγύριζε σαν μικρό παιδί το χρυσό της μετάλλιο στους Μεσογειακούς Αγώνες στην Πεσκάρα της Ιταλίας. Η ίδια υπήρξε αθλήτρια του ακοντισμού στα μικράτα της στην Αλβανία, ώσπου τα παράτησε κι έπιασε δουλειά σε σχολείο, ως γυμνάστρια. Η Μανιάνι ήταν ανάμεσα στις μαθήτριές της, όπως έγραφε ο δημοσιογράφος Νίκος Παπαδογιάννης στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», πριν από μία δεκαετία και πλέον.
«Για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, καθόμουν με τους φίλους μου σ’ ένα καφενείο στην Κορυτσά, όπου όλη μέρα κάπνιζα κι έπινα. Ώσπου κατάλαβα ότι έπιασα πάτο και πήρα τη μεγάλη απόφαση. «Πάω στην Ελλάδα και όποιος θέλει με ακολουθεί», είπα. «Στο κάτω κάτω, ποτά και τσιγάρα θα βρούμε και εκεί»», δήλωνε η νυν εργαζόμενη του Δήμου Χαλανδρίου. Η Σάβα ξεκίνησε για το ταξίδι στο άγνωστο μαζί με τον σύζυγό της. Έφτασαν έως τα σύνορα με αυτοκίνητο, μετά όμως συνέχισαν με τα πόδια: «Τη νύχτα περπατούσαμε στα βουνά, τη μέρα ξεκουραζόμασταν και ψάχναμε τρόπους για να επιβιώσουμε», διηγήθηκε πριν από χρόνια στο περιοδικό Athletics Weekly.
«Βρήκα ένα δωμάτιο για να ζήσω»
Περνούσε την ώρα της παίζοντας μπάσκετ, όταν την είδε ένας άνθρωπος από τον Πανελλήνιο και τη ρώτησε από πού κρατούσε η σκούφια της. «Η κοπέλα ήταν πρωταθλήτρια του ακοντισμού στην Αλβανία», τον ενημέρωσαν οι φίλοι της. «Εριξα μια βολή στα 47 μέτρα και είπαν ότι θα με κρατήσουν. Εγώ όμως νόμιζα ότι θα μου έδιναν δουλειά. Ψωμί χρειαζόμουν, όχι δόξα. Πήγαινα με τα πόδια από το Παγκράτι στην Κυψέλη, για να μου μένουν χρήματα, ώστε να αγοράζω τηλεκάρτες και να μιλάω με τους δικούς μου στο τηλέφωνο…».
Αποκαρδιωμένη και απένταρη, όπως σημείωνε το αφιέρωμα της «Ε», η Λίκα επέστρεψε στην Αλβανία, όπου εργάστηκε ξανά σε σχολείο. Τότε της τηλεφώνησαν από τον Πανελλήνιο και υποσχέθηκαν οικονομική στήριξη: «Μπες στο λεωφορείο και γύρνα πίσω». Ο Μίνωας Κυριακού βρισκόταν επί θύραις και η Βοϊσάβα στέριωσε στην Κυψέλη, έστω άγνωστη μεταξύ αγνώστων: «Μου βρήκαν δωμάτιο για να ζήσω, μου έδωσαν φαγητό και ένα μικρό μισθό για τα έξοδά μου».
Αναγνώριση από όλους
Η μικρόσωμη κοπέλα από την Κορυτσά αντάμειψε το τότε σπίτι της με τα κατορθώματά της στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας όπου κατέλαβε την 9η θέση και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2007 στην Οσάκα (5η). Στην Πεσκάρα, όπου κέρδισε το πρώτο χρυσάφι της καριέρας της ως μεσογειονίκης, έφταναν συχνά καράβια με μετανάστες από την Αλβανία. Η ίδια στάθηκε τυχερή ή μάλλον εκβίασε την τύχη της.
«Σήμερα «αγωνίζεται» επάξια στα καθήκοντα της, έχοντας την εκτίμηση και την αγάπη όλων όσων συνεργάζονται μαζί της. Περήφανοι όλοι που βρίσκεσαι κοντά μας, σ ‘ ευχαριστούμε για τότε και για τώρα», αναφέρει η Διεύθυνση Αθλητισμού & Νέας Γενιάς του Δήμου Χαλανδρίου.
Δείτε επίσης: Χ. Μαυρουδής: Η «κινηματογραφική» ενέδρα σε σπείρα τηλεφωνικής απάτης