Για να απαντήσει, κατά συνέπεια, η χώρα στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό χρειάζεται εδώ και τώρα αναπτυξιακό κλυδωνισμό τεράστιας έντασης. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην απολύτως αναγκαία αναστροφή του αναπτυξιακού μοντέλου, αλλά κυρίως στις προϋποθέσεις και το χρονοδιάγραμμα που την υλοποιούν. Αναφέρομαι σε μια νέα στρατηγική για το κράτος, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους. Στρατηγική που επαναδιατάσσει τη σχέση κράτους και αγοράς στη βάση του πραγματικού δημόσιου συμφέροντος, ανασυγκροτεί την παραγωγική βάση και αξιοποιεί τους διαθέσιμους πόρους προς αυτή την κατεύθυνση. Αν τώρα δεν την επιβάλλουμε εμείς με δική μας πρωτοβουλία θα την επιβάλλει ο διεθνής ανταγωνισμός και η ανεξέλεγκτη αγορά. Με δραματική συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου του λαού.
Και εξηγούμαι. Θα συνεχίσουμε να δανειζόμαστε για να χρηματοδοτούμε εισαγόμενα αυτοκίνητα και κλιματιστικά ή θα επενδύσουμε στη μεταποίηση και τις πράσινες υποδομές; Θα συνεχίσουμε μέσω της δημόσιας υγείας και παιδείας να χρηματοδοτούμε την παρά – υγεία και την παρά – παιδεία ή θα επενδύσουμε στο σύγχρονο κοινωνικό κράτος; Θα συνεχίσουμε να καλλιεργούμε τα πιστωτικά και πλαστικά όνειρα των πολιτών και την υπερκατανάλωση ή θα επενδύσουμε στις υποδομές της παραγωγής νέου πλούτου; Θα συνεχίσουμε να κινητροδοτούμε τις ιδιωτικές επενδύσεις με τρόπο οριζόντιο και ανεξέλεγκτο ή θα επιλέξουμε τομείς και χώρους για άμεσες κάθετες επενδύσεις, ξεπερνώντας τη γάγγραινα της γραφειοκρατίας; Και τελικά: θα τα «σπάσουμε τα αυγά» ή θα συνεχίσουμε την πεπατημένη;
Είναι φανερό ότι ένας τέτοιος αναπτυξιακός κλυδωνισμός συνδέει άρρηκτα το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης με τη δέσμη των μεγάλων αλλαγών στη φορολογία, στην κοινωνική ασφάλιση, στην περιφερειακή συγκρότηση της χώρας και στο μοντέλο διακυβέρνησης. Και ότι η περιβάλλουσα αυτών των επιλογών είναι η μεγάλη δημοκρατική ανατροπή στο κράτος και τη σχέση του με την αγορά.
Και οφείλει να απεικονιστεί στον νέο αναπτυξιακό νόμο και τη ριζική αλλαγή της δομής του προϋπολογισμού του 2011. Αυτό το κράτος και το 1827, και το 1932, και το 1893, και το 1932 βρέθηκε στο ίδιο δίλημμα ανίκανο να πληρώσει το χρέος. Από το 1932 ο Ελ. Βενιζέλος έδειξε τον δρόμο: «Ενας τρόπος υπάρχει, να καταστήσουμε τους Ελληνες από μεταπράτες παραγωγούς». Αυτό είναι και το σύγχρονο όραμα, ο σύγχρονος δρόμος. Να το επιβάλουμε. Απ’ αυτόν θα κριθούμε.
Είναι κρίσιμη επιταγή που βρίσκεται στην καρδιά της εθνικής κυριαρχίας να ανταποκριθούμε και να πετύχουμε σ’ αυτό τον στρατηγικό σχεδιασμό. Που πριν μετρήσει το κόστος και τα νούμερα ελέγχει τη ροή χρηματοδότησης για να επανακινήσει τη χώρα. Και αυτή είναι μια απάντηση τόσο στις εμμονές της Δεξιάς και την υποτέλεια που μοιρολατρικά αποδέχεται όσο και στο αδιέξοδο της παραδοσιακής Αριστεράς και τις ανιστόρητες και μεταφυσικές της επιδιώξεις.