Ένα σοβαρό πρόβλημα, κατά την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, καινοτομιών και άυλων επενδύσεων, σε μια επιχείρηση είναι η εύρεση εργατικού δυναμικού με επίπεδο ικανοτήτων και προσόντων, ικανών να λειτουργήσουν αποδοτικά και ανταγωνιστικά τις νέες επενδύσεις. Είναι οξύμωρο σχήμα, όχι όμως σπάνιο, να βλέπουμε μέσα σε μια ανεργία με πάνω από το ¼ του εργατικού δυναμικού, να ζητούνται εξειδικευμένοι εργαζόμενοι και να μη βρίσκονται!
Ποια είναι η αιτία αυτού του αντιφατικού φαινομένου; Ασφαλώς είναι η έλλειψη σωστής σύνδεσης μεταξύ επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης (Ε.Ε.Κ.) και πραγματικών αναγκών της αγοράς εργασίας. Η αντιμετώπιση ενός τέτοιου προβλήματος από πλευράς επιχειρήσεων είναι δουλειά του μάνατζμεντ, ενώ από πλευράς ανθρώπινου δυναμικού είναι δουλειά την κρατικών οργάνων που σχεδιάζουν και εκτελούν την Ε.Ε.Κ.
Δυστυχώς, και σε καλύτερους καιρούς, παρατηρούνταν μια απόσταση μεταξύ κατάρτισης και αγοράς εργασίας, με αποτέλεσμα μεγάλες εργασιακές και οικονομικές απώλειες. Οι αλλαγές στις επιχειρήσεις ήταν πάντα ταχύτερες από τις προσαρμογές της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα αυτές να μη συμπίπτουν ποτέ.
Αποτέλεσμα αυτής της αναντιστοιχίας ήταν αφενός να υποτιμάται το εργατικό δυναμικό και αφετέρου, ν’ ανεβαίνει το κόστος προσαρμογής στις νέες απαιτήσεις της επιχείρησης. Το κόστος αυτό δεν ήταν μόνο εργασιακό, αλλά και επενδυτικό.
Το πρόβλημα παρουσιάζεται συνοπτικά ως εξής: Κάθε νέα επένδυση έχει χρόνο απόσβεσης, υλικής και ηθικής, ο οποίος καθορίζεται από τον ανταγωνισμό και την αγορά. Όποια επιχείρηση δεν καταφέρει μέσα σε αυτά τα χρονοδιαγράμματα ν’ ανταποκριθεί, η επένδυση μετατρέπεται σε αρνητική ανταγωνιστικότητα, χάνει θέσεις στην αγορά, ενώ οι νέες επενδύσεις καθυστερούν. Mε αυτό τον τρόπο, η επιχείρηση κινδυνεύει να μείνει εκτός ανταγωνισμού.
Όσο ταχύτερα το εργατικό δυναμικό προσαρμοστεί ποιοτικά και χρονικά στις νέες τεχνολογίες, τόσο ταχύτερα η επένδυση θα φτάσει σε ανώτερο ύψος απόδοσης, δηλαδή θα πιάσει το «άριστο αποτέλεσμα». Αυτό σημαίνει ότι διατηρεί τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και πολύ γρήγορα θα μπορέσει να επαναλάβει την επένδυση σε ανώτερο τεχνολογικό επίπεδο.
Θα μπορούσαμε να πούμε σχηματικά ότι όταν μια επιχείρηση θέλει 1 μήνα για να πετύχει το άριστο αποτέλεσμα και μια άλλη 10 μήνες, η δεύτερη επιχείρηση κινδυνεύει να δει την επένδυση ν’ απαξιώνεται πριν αποσβεσθεί. Ένα καλό σύστημα ανίχνευσης της αγοράς εργασίας και των νέων επενδύσεων μπορεί να μειώσει κατά πολύ το μέσο χρόνο προσαρμογής του ανθρώπινου δυναμικού.
Απόκτηση βασικών ικανοτήτων εξέλιξης του εργατικού δυναμικού
Σημειώνουμε εδώ παλιότερες έρευνες που έδειχναν μια περίοδο έως και 10 μήνες για την πλήρη ενσωμάτωση αποφοίτων σχολών κατάρτισης στην παραγωγική διαδικασία, πλην των σχολών μαθητείας που συνδύαζαν κατάρτιση – απασχόληση, πράγμα που σήμαινε μεγάλη απόσταση (έλλειμμα) του επιπέδου κατάρτισης από το απαιτούμενο επίπεδο ικανοτήτων και προσόντων για τις θέσεις εργασίας.
Η ελληνική οικονομία και η επιχειρηματικότητα έχουν να κερδίσουν πολλά από την αντιστοίχιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης και Δια της Βίου Μάθησης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και ιδίως με την αποδοτική συνάντησή τους με τις νέες τεχνολογίες.