Οι δεκαετίες του 1950 μέχρι ’70, ήταν για την Ελλάδα ένα είδος κοσμογονίας η οποία όμως ήταν η απαρχή πολλών προβλημάτων. Μόλις δέκα χρόνια μετά τη λήξη του παρανοϊκού εμφυλίου σπαραγμού οι πολίτες της όμορφης ελληνικής υπαίθρου ζούσαν ακόμη στο φόβο και τα εμφύλια πάθη. Ένα κατάλοιπο που γεννά κάθε εμφύλιος. Στη διάρκεια του αδελφοκτόνου πολέμου και αμέσως μετά, ξεκίνησε η μαζική εσωτερική μετανάστευση προς τα μεγάλα αστικά κέντρα, με πρώτη προτίμηση την Αθήνα. Σε λίγα χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες χωρικοί έγιναν ξαφνικά και απροπαράσκευα «Αθηναίοι». Χωρίς αστική κουλτούρα περί οδών και περιοχών της Αθήνα. Όταν κάποιος ρωτούσε την νεοφώτιστη κυρία που μένεις στην Αθήνα; Εκείνη με καμάρι απαντούσε «πίσω από το Χίλτον». Έτσι, ανέβαζε ακόμα παραπάνω το κοινωνικό της προφίλ. Ένιωθε τώρα μια κανονική Αθηναία.
Κουρνιασμένη σε ένα διαμέρισμα ψηλά στην πολυκατοικία το στιλ της ζωής χιλιάδων αστικοποιημένων νεοαστών έχει τελείως εκφυλισθεί. Χάθηκε σχεδόν κάθε σημείο αναφοράς με τον παλιό φίλο, το συγγενή, το δάσκαλο, τον παπά που είχε στο χωριό, με τη ζωή να μεταβάλλεται μονότονη, καταθλιπτική. Εκτός από τα μέλη της οικογένειας, μοναδικός σύντροφος είναι η τηλεόραση και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Η διπλανή πόρτα, συνήθως ερμητικά κλειστή για το φόβο του άγνωστου του διαφορετικού, κλειδώνει τις ψυχές, σκοτώνει τη διάθεση για ανθρώπινη επικοινωνία, για μια νέα γνωριμία. Μέσα σε μισό αιώνα η ελληνική κοινωνία άλλαξε ριζικά και απροπαράσκευα δομή. Ένας λαός των έντεκα εκατομμυρίων, περίπου, απότομα αστικοποιημένος ψάχνει ακόμη να βρει το δρόμο και την κοινωνική του υπόσταση. Η Αθήνα μια πόλη με λιγότερο από ένα εκατομμύριο πριν τον πόλεμο, σήμερα μετράει περίπου πέντε εκατ. ψυχές «αποθηκευμένες» σε χιλιάδες διαμερίσματα απόμακρα από το φυσικό περιβάλλον, τον ήλιο και τον αέρα. Στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες υπήρξε μια σπουδαία αστική τάξη που μετέδιδε αστικό πολιτισμό.
Αντίθετα, στη Ελλάδα η μετάβαση έγινε τόσο βιαστικά και απρογραμμάτιστα που έφερε μεγαλύτερη σύγχυση. Και τούτο διότι δεν υπήρχε υποδομή, κανένα σύστημα αξιών όπως το είχε διαμορφώσει στους άλλους λαούς η αστική τάξη της Δ. Ευρώπης. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η Αθήνα δεν έχει πραγματικούς αστούς, την κατακλύζουν χιλιάδες αστικοποιημένοι αγρότες. Η λέξη αστός έχει γίνει συνώνυμο μιας αλλοπρόσαλλης αντίληψης, δηλαδή «κάνω ό, τι θέλω» αδιαφορώντας για το γείτονα και την κοινωνική ευπρέπεια. Οι κοινωνιολόγοι και οι ιστορικοί ξέρουν όμως πως η αστική, τάξη όλων των εποχών, διαμόρφωσε αστικό πολιτισμό στις πόλεις της δυτικής Ευρώπης.
Ως βολικό «άλλοθι» για την πολιτιστική στασιμότητα έχουμε τα τετρακόσια χρόνια της τουρκικής δουλείας. Σε αυτή τη μακρόχρονη διάρκεια καμία εκπολιτιστική αλλαγή που έλαβε χώρα στην Ευρώπη δεν έφτασε στην Ελλάδα. Χάσαμε το τρένο της αστικής εξέλιξης που έδωσε στους λαούς της δυτικής Ευρώπης αστική συμπεριφορική κουλτούρα, δηλαδή το σεβασμό και την ευπρέπεια απέναντι στο συμπολίτη. Η επίπλαστη οικονομική άνθηση των τελευταίων τριάντα χρόνων έδωσε στη μεγάλη πλειοψηφία των αστικοποιημένων αγροτών δύναμη και επιρροή, ενδυνάμωσε την αλαζονεία και τον ατομικισμό, χωρίς όμως να δώσει παιδεία και πολιτιστική καλλιέργεια. Δεν θέλουμε να έχουμε μια αστική ηθική, βασικούς κανόνες κόσμιας συμπεριφοράς. Εκ του πονηρού, αποβάλλαμε κάθε έννοια ιεραρχίας και απορρίψαμε βολικά και την αξιοκρατία. Θέλουμε να είμαστε ίσοι με τους άλλους συμπολίτες χωρίς όμως να κάνουμε προσπάθεια να τους φτάσουμε. Έτσι λοιπόν σήμερα στην δεύτερη δεκαετία του δυο χιλιάδες ο μισός πληθυσμός ημών των Ελλήνων αφήσαμε τη γόνιμη και παραγωγική ύπαιθρο, αφήσαμε τα σπίτια με τις αυλές χορταριασμένες και τα χωριά ερημωμένα. Και όλα αυτά για να φωλιάσουμε σε κάποιο διαμέρισμα εσωτερικοί μετανάστες άγνωστοι και απόμακροι μεταξύ αγνώστων. Οι Έλληνες δεν καλλιεργήσαμε σωστό αστικό πολιτισμό.
Γιώργος Σταυράκης