Οι δημοσκόποι ησύχασαν, τα προγνωστικά επαληθεύτηκαν, ο δεύτερος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών δεν θα περιλαμβάνει την υποψηφιότητα-έκπληξη. Αν το υψηλό ποσοστό συμμετοχής (85%, το υψηλότερο απ' το 1965!) μπορεί να θεωρηθεί ως μίνι-έκπληξη, οι λόγοι δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Αποκαλύπτουν μια πόλωση, με χαρακτηριστικά εσωστρέφειας και απογοήτευσης. Οι μισοί Γάλλοι δεν μπορούν να αντέξουν το «νέο Μπερλουσκόνι», ενώ οι άλλοι μισοί ελπίζουν ότι το «υποουργείο Μετανάστευσης» του Σαρκοζί θα λύσει ως δια μαγείας τα χρόνια και εντεινόμενα προβλήματα της κάποτε ισχυρής χώρας: κοινωνικές ανισότητες εκτός ελέγχου, συνεχής υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου και υποβάθμιση του διεθνούς ρόλου της Γαλλίας.
Η δεύτερη ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των πολιτών της, έχει χάσει τις ιδέες της και δείχνει να μην ξέρει τι να κάνει με το «κοινό σπίτι», την Ε.Ε.. Οι δύο υποψήφιοι για την προεδρία κάθε άλλο παρά αποτελούν εγγύηση για την ανατροπή του γκρίζου σκηνικού. Η εξαφάνιση των μικρών κομμάτων της Αριστεράς (λόγω του φόβου επικράτησης του Σαρκοζί…) έσβησε όποια κρυφή ελπίδα για κάτι καλύτερο. Η Γαλλία είναι άλλη μια απρόσωπη, «μεταλλαγμένη» χώρα, μεταξύ των 27 ομοίων της.
Αν κάποιοι δεν το έχουν αντιληφθεί, θα πρέπει να συνηθίσουν στην εικόνα του Σαρκοζί, ως προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου. Η Ευρώπη (ακόμα και με τη Σεγκολέν) δεν θα γίνει ισχυρότερη, ο «νέος Ντε Γκωλ» αργεί να φανεί…