Συγκεκριμένα, η Ελλάδα περιλαμβάνεται ανάμεσα στις τελευταίες χώρες του κόσμου και της Ευρώπης στις αυτοκτονίες με δείκτη αυτοκτονιών 4-5 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ στην Εσθονία και τη Λετονία είναι 70/100.000.
Ο κ. Κονταξάκης εξηγώντας το χαμηλό ποσοστό αυτοκτονιών στη χώρα μας ανέφερε ως ένα αποτρεπτικό στοιχείο το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη στενοί οικογενειακοί και κοινωνικοί δεσμοί, καθώς και θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Ωστόσο, τόνισε, ότι «η Ελλάδα είναι η πρώτη όμως στα τροχαία ατυχήματα στην Ευρώπη. Αυτό κάτι δείχνει. Πώς κανείς χειρίζεται την επιθετικότητά του; Είτε ενδοβάλλοντάς την είτε προβάλλοντάς την. Αν την ενδοβάλλει κανείς αυτοκτονεί, αν την προβάλλει κάνει μια βίαιη πράξη προς τους άλλους. Έχει βρεθεί ότι όταν κάποιος οδηγεί ένα αυτοκίνητο μεθυσμένος με μεγάλη ταχύτητα αυτή είναι παραυτοκτονική συμπεριφορά γιατί πιθανότατα θα οδηγήσει στο θάνατο».
Εξηγώντας τα υψηλά ποσοστά αυτοκτονικών στις Βόρειες χώρες ανάφερε ότι αυτό έχει σχέση με την αλλαγή του κοινωνικού στάτους, που έχει ως συνέπεια την αλλαγή ή μη λειτουργία των κοινωνικών δομών, οπότε και εμφανίζονται εκτροπές συμπεριφορών είτε προς τη βία είτε προς την αυτοκαταστροφή. Πρόσθεσε ακόμη ότι η απελπισία και η απαισιοδοξία είναι επιβαρυντικοί παράγοντες σε ευάλωτα άτομα, τονίζοντας ότι η προδιάθεση και το στρες πυροδοτούν τις αυτοκτονίες. Ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αυτοκτονίας παρατηρούνται στα άτομα που έχουν ψυχικές διαταραχές.
Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή ψυχιατρική Αθανάσιο Δουζένη, στα άτομα με διπολική διαταραχή τα ποσοστά αυτοκτονίας κυμαίνονται γύρω στα 20%, ενώ στους σχιζοφρενείς είναι 10-15%. Υψηλά ποσοστά αυτοκτονίας που φτάνουν στο 18% παρατηρούνται και στους αλκοολικούς αλλά και στα άτομα που έχουν διαταραχές προσωπικότητας. Να σημειωθεί ότι οι απόπειρες αυτοκτονίας παγκοσμίως είναι δεκάπλάσιες από τους θανάτους από αυτοκτονία.