Ωστόσο, το πολιτικά πιο κρίσιμο στοιχείο της έκθεσης είναι η προειδοποίηση των Βρυξελλών προς την Άγκυρα ότι, εάν μέχρι τη σύνοδο κορυφής της 14ης Δεκεμβρίου – δεν ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στα κυπριακά πλοία και αεροπλάνα, τότε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πάρει αποφάσεις που θα έχουν επιπτώσεις στην ενταξιακή πορεία της χώρας.
Αθήνα και Λευκωσία εξέφρασαν αμέσως την ικανοποίησή τους για τη στάση των Βρυξελλών, ενώ Κομισιόν και Φινλανδική προεδρία ετοιμάζονται για νέο γύρο διαβουλεύσεων, προκειμένου να επιτευχθεί συμβιβασμός μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Τουρκίας, όπως και να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αναστολής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Στην Έκθεση η συμπεριφορά της Άγκυρας απέναντι στην Κύπρο καταγράφεται ως θέμα που δεν είναι διμερές, δηλαδή μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου, αλλά συνολικό της Ε.Ε., αφού οι τουρκικοί αυτοί περιορισμοί «αποκλείουν τον πιο οικονομικό τρόπο μεταφοράς και συνεπώς συνιστούν φραγμό στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών και τις εμπορικές συναλλαγές…».
Σε ό,τι αφορά στις υποχρεώσεις της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, η έκθεση σημειώνει ότι είναι απαρέγκλιτη δέσμευση «της Τουρκίας να επιλύει τις συνοριακές διαφορές της και αν παραστεί ανάγκη της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου». Παρατηρεί ακόμα ότι η τουρκική θέση για το casus belli σε βάρος της Ελλάδας «παραμένει απαράλλακτη».
Πάντως, η Άγκυρα έσπευσε να απορρίψει οποιαδήποτε σύνδεση μεταξύ Κυπριακού και ενταξιακής διαδικασίας, ζητώντας από τους Ευρωπαίους ηγέτες να συμπεριφερθούν υπεύθυνα και να τηρήσουν τις… υποσχέσεις τους προς την Τουρκία. Το Κυπριακό «είναι πολιτικό πρόβλημα και δεν συνιστά υποχρέωση για λογαριασμό της Τουρκίας, στην τεχνική υφή ενταξιακής διαδικασίας», δηλώνει η Άγκυρα και θεωρεί ότι η έκθεση προόδου «αντικατοπτρίζει τη διαφορά απόψεων μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας, στο θέμα του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου».
Πιέσεις εταίρων
Η ετήσια έκθεση της Κομισιόν ανακοινώθηκε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη διακατέχεται απ’ όλο και μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα έναντι οποιασδήποτε περαιτέρω διεύρυνσης της Ένωσης.
Άλλωστε, αμέσως μετά την ανακοίνωση της έκθεσης, αρκετοί Ευρωπαίοι έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν ότι, εάν η Άγκυρα δεν συμμορφωθεί με τους όρους των Βρυξελλών θα υποστεί τις συνέπειες. Γαλλία και Γερμανία, που επανειλημμένως είχαν προειδοποιήσει την Άγκυρα, φρόντισαν να επαναλάβουν τις θέσεις τους, ετοιμάζοντας το έδαφος για το… άγριο σκηνικό της συνόδου κορυφής της 14ης Δεκεμβρίου.
Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών είπε ότι η Ένωση οφείλει να αναθεωρήσει το χρονοδιάγραμμα για την ένταξη της Τουρκίας στις τάξεις της, εκτός εάν η Άγκυρα κινηθεί γρήγορα προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της Κομισιόν στο ζήτημα της Κύπρου. Αντιστοίχως, η Γερμανίδα Καγκελάριος δήλωσε ότι οι διαπραγματεύσεις Τουρκίας – Ε.Ε. δεν μπορούν να συνεχισθούν σαν να μη συμβαίνει τίποτε, εάν η Άγκυρα δεν ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της.
Μερικό «πάγωμα»
Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι τον ερχόμενο μήνα οι «25» θα οδηγηθούν σε ένα μερικό πάγωμα των διαπραγματεύσεων, γεγονός που φαίνεται να βολεύει του πάντες. Βολεύει τον Τούρκο πρωθυπουργό, ο οποίος ευρισκόμενος επί της ουσίας σε προεκλογική περίοδο δεν διαθέτει σημαντικά περιθώρια υποχωρήσεων στις ευρωπαϊκές απαιτήσεις. Έχει ζητήσει μια άτυπη περίοδο χάριτος στις, ούτως ή άλλως, μακρές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε., την οποία επίσης ατύπως έχει ήδη λάβει.
Βολεύει επίσης τους «τουρκοσκεπτικιστές», οι οποίοι θεωρούν ότι αυτό που προέχει τα ερχόμενα δύο χρόνια δεν είναι το τι μέλλει γενέσθαι με την Τουρκία, αλλά το τι μέλλει γενέσθαι με την Ευρώπη. Άλλωστε, είναι κοινό μυστικό ότι στις συζητήσεις της ερχόμενης διετίας για τις θεσμικές ισορροπίες της Ε.Ε. η Τουρκία θα είναι παρούσα. Υπό την έννοια ότι οι «27» («25» συν Βουλγαρία, Ρουμανία) θα πρέπει να συμφωνήσουν, αν και πώς η νέα αυτή ισορροπία θα λάβει υπόψη της και το ενδεχόμενο της μελλοντικής προσχώρησης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Σε ό,τι αφορά ειδικώς τη Γαλλία, τις όποιες αποφάσεις θα πρέπει να υπογράψει ο νέος πρόεδρος που θα προκύψει από τις προεδρικές εκλογές του 2007. Άρα κάθε αναβολή ευπρόσδεκτη. Βολεμένοι με το «μερικό πάγωμα» είναι επίσης οι υποστηρικτές της Τουρκίας στην Ε.Ε., γνωρίζοντας βέβαια ότι επί της ουσίας πρόκειται για μια απλή αναβολή αποφάσεων.
Βολεμένες τέλος είναι και οι πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδας, οι οποίες άλλωστε σπανίως διαφωνούν με τις αναβολές αποφάσεων στο Κυπριακό.
Πολιτική ρευστότητα
Όλα τα δεδομένα, πάντως, εξαρτώνται από τα δρώμενα στη γειτονική Τουρκία, η οποία ουσιαστικά βρίσκεται σε περίοδο πολιτικής ρευστότητας με ορίζοντα τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, τον Μάιο και τον Νοέμβριο του 2007. Μέχρι τότε, όλα θα δρομολογούνται με γνώμονα το εθνικιστικό και αντιευρωπαϊκό αίσθημα, ενώ κανένα κόμμα δεν θα ρισκάρει την είσοδό του στην τουρκική Βουλή, θέτοντας προς συζήτηση ρεαλιστικές θέσεις για τα ελληνοτουρκικά. Συμπερασματικά, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, που συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, θα καθοριστεί από τους εξής παράγοντες:
• Τις τάσεις στην κοινή γνώμη: Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αύξηση του ευρωσκεπτικισμού και ξενοφοβία. Μόλις το 1/3 των Τούρκων πιστεύει ότι η χώρα θα ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ λιγότεροι από τους μισούς επιθυμούν τη θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων. Το 51% τάσσεται υπέρ του περιορισμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αν πρόκειται για το συμφέρον της χώρας και το 42% πιστεύει ότι η εγκατάσταση αλλοδαπών πολιτών στην Τουρκία συνιστά… απειλή για τον πολιτισμό της!
• Τη διαμάχη στρατού – Ερντογάν: Η περίοδος του «μεγάλου συμβιβασμού» μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας φαίνεται ότι έχει «κλείσει». Ο στρατός εκτιμά ότι ο γαλλογερμανικός άξονας παρεμποδίζει την προοπτική της ένταξης λόγω της αδυναμίας του να αντιληφθεί ότι η Τουρκία «χρήζει ιδιαίτερης μεταχείρισης». Επομένως, δεν δεσμεύεται από τις επιταγές της Ευρώπης και παίρνει το ρίσκο της απομόνωσης, επισείοντας τον φονταμενταλιστικό κίνδυνο, ο οποίος υποτίθεται ότι απορρέει από το κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν. Η συνέχεια θα κριθεί από τις εξελίξεις στο Ιράκ και το Ιράν και από τα ανταλλάγματα που θα πάρει η Τουρκία, προκειμένου να στηρίξει τα αμερικανικά σχέδια στην περιοχή. Πάντως, ο στρατός δεν επιθυμεί πολιτική λύση στο Κουρδικό, ούτε παραδίδει την Κύπρο.
• Το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία: Η αντιπολίτευση και ο στρατός επιδιώκουν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες πριν από τις προεδρικές εκλογές, εκτιμώντας ότι ο Ερντογάν δεν θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και δεν θα εκλεγεί πρόεδρος, αφού δεν θα διαθέτει πλειοψηφία στη Βουλή.
• Το μέλλον του Ταγίπ Ερντογάν: Οι συνέπειες του ευρωσκεπτικισμού άγγιξαν και τη δημοτικότητα του πρωθυπουργού. Φαίνεται να χάνει από 2 έως 4 μονάδες και η εκλογική επιτυχία θα εξαρτηθεί από την έκβαση της εσωκομματικής διαμάχης. Η βάση του κόμματος είναι δυσαρεστημένη, γιατί δεν εφαρμόστηκε η ισλαμική ατζέντα και ήδη ο Ταγίπ Ερντογάν σχεδιάζει αλλαγές με στόχο να αποφευχθεί η διάσπαση του κόμματος ύστερα από μια πιθανή εκλογική αποτυχία.
• Τη στάση της Ουάσιγκτον: Είναι γνωστό ότι η Ουάσιγκτον προσπαθεί να ελέγξει την ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακό ηγεμόνα και την απρόβλεπτη συμπεριφορά της, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιπέτειες στο Βόρειο Ιράκ, αντίθετες προς τα συμφέροντά της. Ο μόνος τρόπος να ελεγχθεί είναι η ένταξή της στην Ευρώπη.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΤΑΣ