Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος στο Χαλάνδρι
Με αφορμή το περιστατικό της αποβολής μαθητή στην Πάτρα, λόγω χρήσης κινητού τηλεφώνου και της αντίδρασης των γονέων του, επιθυμώ να διατυπώσω κάποιες σκέψεις. Η απαγόρευση του κινητού στα σχολεία έγινε πρώτη φορά (Δεκέμβριος 2006), ύστερα από ένα πολύ σοβαρό περιστατικό βιντεοσκόπησης σεξουαλικής κακοποίησης αλλοδαπής μαθήτριας στις τουαλέτες ενός γυμνασίου της επαρχίας από συμμαθητές της.
Η εγκύκλιος κοινοποιήθηκε από την τότε υπουργό Παιδείας της ΝΔ, αείμνηστη και από πολλούς αναγνωρισμένη εξαιρετικό άνθρωπο, Μαριέττα Γιαννάκου–Κούτσικου (η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, πρωτοστάτησε σε μία σειρά από τολμηρές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, τις οποίες και συμπλήρωσε η εξίσου ικανή υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου του ΠΑΣΟΚ). Η παραβίαση του νόμου από τους μαθητές συνεπαγόταν μία σειρά από διαβαθμισμένες κυρώσεις: παρατήρηση, επίπληξη, ωριαία απομάκρυνση, αποβολή από το σχολείο (από μία έως πέντε ημέρες). Από τότε και μέχρι τη νέα εγκύκλιο η συγκεκριμένη διάταξη ήταν τυπικά σε ισχύ.
Τι γινόταν, όμως, στην πράξη; Αρκετοί διευθυντές τηρούσαν το συγκεκριμένο μέτρο στα σχολεία τους και με τη συνεργασία των καθηγητών, προσπαθούσαν να το εφαρμόσουν καθημερινά. Υπήρχαν, δηλαδή, σχολεία στα οποία, μέχρι και πριν από τη νέα εγκύκλιο του νυν υπουργού Παιδείας Κυριάκου Πιερρακάκη για τα κινητά, ο σχετικός νόμος τηρούνταν με θρησκευτική ευλάβεια. Όμως, σε πολλά άλλα σχολεία δεν εφαρμοζόταν αυστηρά ο νόμος και προϊόντος του χρόνου, βοηθούσης και της υπερβολικής διάδοσης των κινητών στη νεολαία και της εξάρτησης από αυτά, το κινητό ήταν σχεδόν «ελεύθερο».
Οι παρατηρήσεις των εκπαιδευτικών στους μαθητές ήταν τόσο συχνές μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας, που ούτε οι ίδιοι επιτελούσουν το διδακτικό έργο τους απρόσκοπτα ούτε και οι συγκεκριμένοι μαθητές πρόσεχαν το μάθημα, λόγω της ενασχόλησής τους με το κινητό. Ευτυχώς όμως, η οδηγία της UNESCO για τις σοβαρότατες επιπτώσεις στην ψυχοσωματική-κοινωνική υγεία των εφήβων από τη χρήση των κινητών, κινητοποίησε πολλά κράτη (Φιλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ουκρανία, Πορτογαλία, Μ. Βρετανία, Ιρλανδία, Σουηδία, ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία) και τη χώρα μας.
Η συγκεκριμένη προσπάθεια της κυβέρνησης πρέπει να αγκαλιαστεί από όλη την κοινωνία και βεβαίως απ’ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, γιατί πρόκειται για την υγεία των παιδιών μας. Σαφέστατα, όμως, τα υπάρχοντα σοβαρότατα προβλήματα της ελληνικής εκπαίδευσης δεν πρέπει να γίνονται άλλοθι για τη μη εφαρμογή του συγκεκριμένου νόμου. Οι απόψεις για τις ελλείψεις του εκπαιδευτικού συστήματος, παρά την ορθότητά τους, δεν είναι λογικό να συγχέονται με την υλοποίηση του συγκεκριμένου νόμου για τα κινητά.
Το μέτρο αυτό οφείλουμε όλοι οι λειτουργοί, με συνείδηση ευθύνης προς τα παιδιά μας, να το στηρίξουμε έμπρακτα, διότι στον χώρο του σχολείου το κράτος είμαστε εμείς, οι εκπαιδευτικοί. Δεν είναι ούτε οι κ.κ. Μητσοτάκης, Κασσελάκης Ανδρουλάκης, Κουτσούμπας, Βελόπουλος, Κωνσταντοπούλου, Νατσιός. Η επιτυχία του μέτρου είναι στο χέρι μας, όπως και η άκαιρη γκρίνια.
Οφείλουμε δε να ομολογήσουμε ότι, παρά την όποια αρχική δυσαρέσκεια των μαθητών για το μέτρο, η συντριπτική πλειονότητά τους συμμορφώθηκε, βοηθούντων και των εκπαιδευτικών που τους παρουσίασαν, χωρίς διάθεση αντιπαλότητας και με ήπιο τρόπο, τους κινδύνους που ελλοχεύουν στη συγκεκριμένη εξάρτηση.
Το περιστατικό της Πάτρας, τις ακριβείς διαστάσεις του οποίου ενδεχομένως δεν γνωρίζουμε, αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό (η τάση για απροϋπόθετη γενίκευση είναι αδόκιμη και συνάμα επιβλαβής), που ενδεχομένως μπορεί να επαναληφθεί, είτε από παιδαγωγική αστοχία εκπαιδευτικού- και εμείς οι εκπαιδευτικοί κάνουμε ενίοτε σοβαρά λάθη- είτε από εσφαλμένη νοοτροπία γονέων που αδυνατούν να θέσουν ευκρινή όρια στα παιδιά τους, νομίζοντας ότι τους κάνουν καλό, ενώ προκαλούν το αντίθετο. Η χρήση των όποιων δημοκρατικών – θεσμικών εργαλείων, όπως η κλήση σε απολογία εκπαιδευτικού, σε καμία περίπτωση δεν δικαιώνει το άδικο, δεν αποθαρρύνει τον συνετό λειτουργό, αντίθετα θωρακίζει τη δημοκρατία.