Ενόψει της πενταμερούς συνδιάσκεψης για το Κυπριακό
Γράφει ο Χρίστος Αλεξόπουλος: Οικονομολόγος Harvard – Συγγραφέας μεταξύ άλλων του βιβλίου GOOD BY GREECE – HELLO HELLAS: Παρακμή και Αναγέννηση του Ελληνισμού (1821-2021) – Εκδόσεις Παπαζήση
Oλοι ξέρουμε την ένδοξη ναυμαχία της Σαλαμίνας στην Αττική το 490 π.Χ., αλλά λίγοι είναι ενημερωμένοι για μια άλλη νικηφόρα μάχη των Αθηναίων εναντίον των Περσών το 450 π.Χ. στη Σαλαμίνα της…Κύπρου. Κατά την ελληνική μυθολογία, ο Αχαιός Τεύκρος, υιός του βασιλιά της Σαλαμίνας Τελαμώνα και αδελφός του ομηρικού ήρωα Αίαντα, πήγε ως εξόριστος στην Κύπρο μετά τον Τρωικό Πόλεμο και ίδρυσε την πόλη Σαλαμίνα εις ανάμνηση της πατρίδας του. Μιλάμε ουσιαστικά για τη σημερινή επίκαιρη αλλά νεκρή Αμμόχωστο, την πρώην ελληνική Ριβιέρα της Ανατολής, που πρόσφατα καταπάτησαν παράνομα οι εισβολείς Τούρκοι με σκοπό την τουρκοποίηση και αξιοποίησή της.
Ο Ευριπίδης το αναφέρει στην τραγωδία του ΕΛΕΝΗ και ο νομπελίστας ποιητής μας Γ. Σεφέρης χρησιμοποίησε το σχετικό απόσπασμα για τον Τεύκρο και τη Σαλαμίνα στη συλλογή ποιημάτων του «Κύπρον ου με εθέσπισεν». Ο Σμυρνιός ποιητής και διπλωμάτης τα έγραψε κατά την αποκαλυπτική παραμονή του στην Κύπρο το 1953, -«όπου το θαύμα λειτουργεί ακόμα»-, την οποία αγάπησε ως δεύτερη πατρίδα του, για τον ατόφιο αρχαίο ελληνισμό και την αυθεντική ρωμιοσύνη της. Για να διαφωνήσει το 1955 ως πρέσβης στο Λονδίνο με την τότε ελληνική κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή αναφορικά με την «τριμερή συνδιάσκεψη» μεταξύ Αγγλίας, Ελλάδας και παραδόξως Τουρκίας για τη δημιουργία της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Κύπρου το 1960 υπό την εγγύησή τους. Δίχως όμως τη συμμετοχή και συναίνεση του αρχιεπισκόπου και εθνάρχη Μακαρίου, ως αντιπροσώπου των Κυπρίων και αρχηγού του αντιαποικιακού απελευθερωτικού αγώνα τους.
Ως οικουμενικός Έλληνας του μείζονος ελληνισμού, ο Σεφέρης, πληγωμένος από το άδοξο τέλος της Μεγάλης Ιδέας, με τη μικρασιατική καταστροφή που προκάλεσε ο εθνικός διχασμός του ελλαδικού πολιτικού συστήματος, αντέδρασε στον ταπεινωτικό συμβιβασμό της ηγεσίας του ελληνικού κράτους. Βλέποντας τον ενταφιασμό του κυπριακού οράματος για ένωση με τη μητέρα πατρίδα και τη δόλια ανάμειξη της Τουρκίας κατόπιν της άτιμης πρόσκλησης της Αγγλίας, προέβλεψε προφητικά τη διχοτόμηση της Κύπρου και του Ελληνισμού. «Δεν είμαστε για μεγάλα πράγματα», θα γράψει αργότερα στο ημερολόγιό του, δεδομένου ότι η Κύπρος δεν συμπεριλαμβανόταν στην ατζέντα της Τουρκίας, ούτε στον Εθνικό Όρκο του Ατατούρκ και στη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923.
Δεν είναι μόνο τώρα η πολιτική ελίτ της χώρας μας κατώτερη των περιστάσεων και προκλήσεων, για να πείσει, διαπραγματευθεί και διεκδικήσει αποτελεσματικά τα δίκαια και συμφέροντα του έθνους. Ανέκαθεν το ελλαδικό πολιτικό σύστημα ήταν εξαρτημένο και ενδιαφερόταν περισσότερο για τη δική του κομματοκρατική εξουσία και την εξυπηρέτηση των προστατών του, παρά για όλον τον ελληνικό λαό και τον Ελληνισμό. Με εξαίρεση τα φωτεινά παραδείγματα των ηγετών Καποδίστρια και Βενιζέλου, ήταν δυστυχώς, πάντα υπέρ μιας μικρής και… «ανέντιμης» Ελλάδας.
Η προηγηθείσα λογοτεχνική εισαγωγή αποσκοπεί να κατακρίνει εμμέσως και μεταφορικώς την ανεύθυνη και ανήθικη αντίληψη ότι «η Κύπρος είναι πολύ μακριά», για να απελευθερωθεί μετά την παράνομη τουρκική εισβολή και στρατιωτική κατοχή του βορείου τμήματός της. Ή έστω να υπερασπιστεί από την ολική τουρκοποίησή της. Είναι βέβαιο πως δεν ήταν έτσι για τους αρχαίους Αθηναίους.
Τώρα όμως δεν τολμάμε να επεκτείνουμε ως ναυτικό έθνος τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. και να τετραπλασιάσουμε την ελληνική επικράτεια, οριοθετώντας ΑΟΖ με την Κύπρο σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, για να μην ενοχλήσουμε την Τουρκία. Έτσι, χάνουμε για δεύτερη φορά την πολυπόθητη θαλάσσια ένωση με μια Νέα Μεγάλη Ιδέα ως όραμα του Ελληνισμού το 2021, και υφιστάμεθα επιπλέον τη συρρίκνωση και δορυφοροποίησή μας με την παράνομη γαλάζια πατρίδα και το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Το φοβικό σύνδρομο του casus belli έχει επεκταθεί και μολύνει το ακριτικό Καστελλόριζο, το οποίο διάφοροι ρεαλιστές σύμβουλοι μετακινούν από το Αιγαίο στη Μεσόγειο, ως άλλοθι για την κυβερνητική ανικανότητα, παθητικότητα και ενδοτικότητα του επιθετικού αναθεωρητικού γείτονα που το διαγράφει από τον χάρτη.
Φθάσαμε στο ταπεινωτικό σημείο να συμπεριφερόμαστε προς τους «αιχμάλωτους» Κυπρίους αδελφούς μας σαν να είναι ξένοι. Ενώ αποτελούμε ένα έθνος (π.χ. Κρητικοί), που θα έπρεπε να έχει ένα ενιαίο δόγμα άμυνας και για τα δύο κράτη του Ελληνισμού. Το αντίθετο ισχύει για την Τουρκία, η οποία παραμένει ένα πολυεθνικό κράτος, όπως πριν η οθωμανική αυτοκρατορία, και χρήζει η ίδια διχοτόμησης με την ανεξαρτησία των Κούρδων. Ακόμη και οι λεγόμενοι Τουρκοκύπριοι είναι στην πλειοψηφία τους μουσουλμάνοι ρωμιοί.
Πέρα από την ηθική και νομική υποχρέωση της Ελλάδας ως εγγυήτριας δύναμης να προστατεύει την Κύπρο, λόγοι επιβίωσης και στρατηγικής του Ελληνισμού προτάσσουν αυτήν την επιλογή ως αναγκαία για την εθνική ασφάλεια της χώρας μας. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι αποτελεί βαρίδι και αιτία όλων των ελληνοτουρκικών προβλημάτων. Το αντίθετο. Η απώλειά της θα σηματοδοτήσει τον διχασμό του Αιγαίου και της Θράκης. Δεν είναι τυχαία η μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από τη «δικτατορική» Τουρκία. Συνιστά το κλειδί για τον έλεγχο της Μεσογείου κάθε περιφερειακής και παγκόσμιας δύναμης. Παλαιότερα των Άγγλων και τώρα των χερσαίων νεο-οθωμανών Τούρκων. Αντί ημών των ναυτικών.
Σύμφωνα με τη «στρατηγική βάθους» του πρώην πρωθυπουργού Αχμετ Νταβούτογλου που ακολουθεί ο μεγαλομανής Σουλτάνος Ερντογάν, «η Κύπρος ως φυσική προέκταση του ζωτικού χώρου της Ανατολίας πρέπει να ανήκει πάντα στην Τουρκία, ακόμα και αν δεν υπήρχε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί». (βλ. το βιβλίο του: Η Διεθνής Θέση της Τουρκίας). Εννοεί την ιμπεριαλιστική εργαλειοποίηση των μουσουλμανικών μειονοτήτων και μεταναστών στη γύρω περιοχή για την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας το 2023.
Ας τα έχουμε υπόψη στην επικείμενη πενταμερή συνδιάσκεψη για το Κυπριακό. Το πρόβλημα δεν είναι εσωτερικό πολιτικό, αλλά ιμπεριαλιστικό τουρκικό. Προαπαιτούμενο μιας βιώσιμης λύσης για τις δύο κοινότητες είναι η αναγνώριση της ανεξάρτητης κυρίαρχης Κυπριακής Δημοκρατίας και η αναχώρηση των ξένων κατοχικών δυνάμεων. Η Ελλάδα δεν πρέπει να υποχωρήσει κάτω από την πίεση «φίλων» συμμάχων (ΝΑΤΟ, ΗΠΑ) και εταίρων (ΕΕ, Γερμανία). Ιδίως των «καλοπροαίρετων» διαμεσολαβητών Βρετανών, των ηθικών αυτουργών της κυπριακής τραγωδίας. Δεν πρέπει, δηλαδή, να νομιμοποιήσει τα εγκλήματα πολέμου της Τουρκίας και την κατάλυση του ελεύθερου κυπριακού κράτους. Απαγορεύεται η επανάληψη του «μακεδονικού» προηγούμενου με μια ακόμα ήττα του Ελληνισμού. Καλύτερα ένα υπερήφανο, επικίνδυνο και αποτρεπτικό «ΟΧΙ» στην αδικία, παρά ένα εξευτελιστικό, βολικό και κατευναστικό «ναι» στην ισχύ, χάριν δήθεν της ειρήνης και της ελληνοτουρκικής φιλίας, το οποίο κάθε άλλο παρά θα εξημερώσει το θηρίο.