Γράφει ο Μάνος Κρανίδης, επικεφαλής της παράταξης «Χαλάνδρι Ορίζοντας 2023», Πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, MSc, CEO Krama Property, μέλος Δ.Σ. ΠΟΜΙΔΑ.
Η πρόβλεψη της πορείας της αγοράς ακινήτων και της οικονομίας, τα τελευταία έτη στην Ελλάδα, είναι μια εξαιρετικά δύσκολη άσκηση. Το 2020 υπάρχουν εκείνα τα θεμελιώδη στοιχεία που επιτρέπουν με ασφαλέστερη προοπτική μια δομική ανάκαμψη για την αγορά ακινήτων. Ήδη τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι τιμές έχουν ανοδική πορεία για 2η συνεχή χρονιά, μάλιστα, της τάξης του 7-8% μεσοσταθμικά και τα μισθώματα έχουν επίσης φτάσει, στις περισσότερες περιοχές, σε υψηλό επίπεδο από το 2019. Το 2020 αναμένεται αύξηση του επιπέδου τιμών των ακινήτων και σταθεροποίηση των μισθωμάτων.
Παράλληλα, συνεχίζεται σταθερά η θετική τροχιά των μεταβιβάσεων ακινήτων, οι οποίες είναι σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, ειδικά σε σχέση με τα πρώτα έτη της κρίσης. Κρίσιμη παράμετρος για την πορεία της αγοράς είναι η θετική αύξηση των καθαρών εισροών κεφαλαίων από το εξωτερικό, με ετήσια αύξηση 90% το 2019 και 170% το 2018. Η εξωτερική ζήτηση είναι ένας παράγοντας που κράτησε ζωντανή την ενεργό ζήτηση στην αγορά ακινήτων τα δύσκολα χρόνια μέχρι σήμερα, αλλά και για το 2020. Παράλληλα, το οικονομικό περιβάλλον είναι θετικό και θα παραμείνει, ενισχύοντας την ψυχολογία.
Πρώτον, λόγω της λήξης του κινδύνου της πτώχευσης της χώρας (country risk). Δεύτερον, λόγω της μείωσης της φορολογίας, όπως του ΕΝΦΙΑ, των συντελεστών εισοδήματος, και της αναστολής του ΦΠΑ με άδεια οικοδομής από το 2006 και στα νεόδμητα. Τρίτον, λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας, της αύξησης των επενδύσεων και θέσεων εργασίας άρα δυνητικά των εισοδημάτων. Αλλά το 2020, στην αγορά ακινήτων παραμένουν υπαρκτά τα αρνητικά στοιχεία, που ξεκίνησαν το 2009. Με πιο σημαντικό εμπόδιο το χαμηλό επίπεδο της εσωτερικής ζήτησης, η αντιμετώπιση του οποίου είναι κομβική και θα κρίνει τη διάρκεια της ανάκαμψης.
Επίμονα χαρακτηριστικά, όπως η έλλειψη ιδιωτικής και τραπεζικής ρευστότητας και το χαμηλό επίπεδο του διαθέσιμου εισοδήματος, χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης για να μην είναι αναιμική και πρόσκαιρη η θετική τροχιά της αγοράς. Η υπερπροσφορά θα συνεχιστεί, αφού ο ρυθμός απορρόφησης είναι σταθερός αλλά ανεπαρκής, ειδικά όταν το 2020, νέα ακίνητα, όπως των τραπεζών, θα μπουν σταδιακά στην αγορά.
Οι πολλαπλές ταχύτητες θα παραμείνουν, αφού η εξέλιξη των τιμών ή των μισθωμάτων των ακινήτων στην Ελλάδα είναι δομικά εξαρτημένη από τα βασικά χαρακτηριστικά τους. Ενώ, τέλος, ακόμη η διαπραγματευτική «δύναμη» παραμένει στα χέρια των ενδιαφερομένων αγοραστών, έστω και πιο περιορισμένη σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Για όλα τα ανωτέρω, το 2020 υπάρχει παράθυρο ευκαιρίας εισόδου και επένδυσης στην αγορά ακινήτων, με προοπτικές μεσοπρόθεσμης υπεραξίας και ετήσιων αποδόσεων και πάντα υπό την προϋπόθεση της σταθερής ενίσχυσης της ανάπτυξης και, βέβαια, της εσωτερικής ζήτησης.