Γράφει ο Γιώργος Ανδρουτσόπουλος
Όταν, στις 30 Ιουλίου 1974, στη Γενεύη, συντάχτηκε, τελικά, μια «Δήλωση», απόρροια των εξαήμερων διεργασιών της τριμερούς αντιπροσωπείας, η οποία καθόριζε τη διατήρηση της εκεχειρίας, την άμεση αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και την επάνοδο στην προηγούμενη συνταγματική τάξη, δηλαδή την επιστροφή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, η Άγκυρα δήλωνε απερίφραστα, δια του υπουργού της επί των Εξωτερικών, Τουράν Γκιουνές, ότι «η Τουρκία δεν αισθάνεται δεσμευμένη από τη Δήλωση της Γενεύης της 30ής Ιουλίου», την οποία, φυσικά, μισή ώρα πριν ο ίδιος είχε συνυπογράψει, τότε όλοι κατάλαβαν πως όλες οι ειρηνευτικές προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο είχαν ήδη ψαλιδιστεί!
Κι όσο ο τότε υπουργός Εξωτερικών της μόλις δύο ημερών ελληνικής Κυβέρνησης Εθνικής Σωτηρίας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, Γεώργιος Μαύρος, όλες τις ημέρες αυτής της Διάσκεψης της Γενεύης φώναζε ότι οι Τούρκοι συνεχίζουν απτόητοι τις παραβιάσεις της εκεχειρίας, προσπαθώντας να διευρύνουν το προγεφύρωμά τους στη Μεγαλόνησο, τόσο το αποτέλεσμα τον δικαίωσε, καθώς, από τις 22 και μέχρι τις 30 Ιουλίου, οι Τούρκοι, εν μέσω… εκεχειρίας, είχαν καταλάβει 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα κυπριακού εδάφους και είχαν μεταφέρει στο νησί 20.000 άνδρες και 110 άρματα μάχης.
Ωστόσο, αυτή η προκλητική δήλωση του Τουράν Γκιουνέζ ότι «η Τουρκία δεν αισθάνεται δεσμευμένη από τη Δήλωση της Γενεύης της 30ής Ιουλίου», σε συνδυασμό και με τις αλλεπάλληλες καταπατήσεις της εκεχειρίας και της παραβίασης των αποφάσεων του ΟΗΕ, είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσει, στις 8 Αυγούστου 1974 και πάλι στη Γενεύη, μια νέα Διάσκεψη, η οποία όχι μόνο έληξε ξανά τόσο άδοξα στις 14 του ίδιου μήνα, παρά τη συμμετοχή και του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αυστριακού Κουρτ Βαλντχάιμ (1972-1981), αλλά και να πάρει την απόφαση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με τη σύμφωνη γνώμη, τόσο του Γεώργιου Μαύρου όσο και του τότε υπουργού Εθνικής Αμύνης Ευάγγελου Αβέρωφ, ν’ αποχωρήσει η Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, ανήμερα της έναρξης των επιχειρήσεων του «Αττίλας 2» στην Κύπρο.
Αυτή, όμως, η ανακοίνωση της αποχώρησης από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ δεν ήταν δα και τόσο εύκολη υπόθεση. Μπορεί, στην αρχή, να φάνηκε σαν «μαγκιά» Καραμανλή σε ντόπιους και ξένους αντιπάλους του, ωστόσο, ήθελε μεγάλα κότσια για να την εκστομίσεις, πολύ δε περισσότερο να την κάνεις πράξη, άσχετα αν για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή δεν ήταν και η πρώτη φορά που έπαιρνε μια τέτοια απόφαση, καθώς το ίδιο είχε κάνει και πριν από 29 χρόνια, στις αρχές Νοεμβρίου 1955, όταν σχημάτισε κυβέρνηση, έπειτα από την εντολή που του έδωσε ο βασιλιάς Παύλος, αμέσως μετά τον θάνατο του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου.
Αιτία και τότε το Κυπριακό, κάτω από το πογκρόμ διώξεων του ελληνικού στοιχείου της Κωνσταντινούπολης, στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955, που προήλθε σαν «αντίποινα» μιας προβοκατόρικης ενέργειας εμπρησμού, την προηγούμενη ημέρα, στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα κοντά στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ, πράξη που αποδείχτηκε περίτρανα πως προερχόταν από καθαρά τουρκικό δάχτυλο. Κι αυτή η μανιώδης καταστροφή κάθε τι ελληνικού στην Πόλη, με καταστροφές εκκλησιών, νεκροταφείων, καταστημάτων, οικιών και τριών νεκρών, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της τότε «μισοπεθαμένης» ελληνικής κυβέρνησης, άφησε αδιάφορες τις Μεγάλες Δυνάμεις, αν και είχε ξεσηκωθεί η διεθνής κοινή γνώμη.
Μάλιστα, ως κατάληξη της όλης αυτής «ιστορίας», ήρθε και η φιλοτουρκική στάση των Αμερικανών, όταν ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Κάβαντις Κάνον, δέκα ημέρες μετά το «ολοκαύτωμα» των Ελλήνων της Πόλης, στις 17 Σεπτεμβρίου 1955, επέδωσε στον τότε αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης Στέφανο Στεφανόπουλο, Αλέξανδρου Παπάγου πνέοντος τα λοίσθια, μήνυμα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που έλεγε: «πιστεύομεν ότι η ενότης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, ήτις αποτελεί την βάσιν της κοινής ημών ασφαλείας, δέον όπως αποκατασταθεί άνευ χρονοτριβής», κάτι που σήμαινε πως η Ελλάδα έπρεπε πάραυτα να σταματήσει κάθε διαμαρτυρία, με την έννοια πως έπρεπε να σταματήσει και κάθε προσπάθεια ανακίνησης του Κυπριακού!
Έτσι, λοιπόν, δύο εβδομάδες μετά, ο νέος πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, σε απάντηση του μηνύματος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ανακάλεσε το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα από την Κορέα και απέσυρε τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις από τις ασκήσεις του ΝΑΤΟ.
Μόνο που, έπειτα από 29 χρόνια ακριβώς, πέρα από τον αρχικό ενθουσιασμό που προκάλεσε στον ελληνικό λαό η απόφαση Καραμανλή να βγει η Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, ακολούθησαν μια σειρά γεγονότων, τα οποία τώρα, καταγράφοντάς τα με δύο κουβέντες, τα βλέπεις να ξετυλίγονται ως επακόλουθο μιας κατάστασης που δεν θα μπορούσε να χωρέσει ο νους τ’ ανθρώπου! Του φυσιολογικού. Γιατί από μερικούς, που μας έφεραν σ’ αυτά τα χάλια, ίσως και να περνούσε, αν δεν είχε μεθοδευτεί κιόλας, όπως των Τούρκων, δηλαδή, που πυρετωδώς προετοίμαζαν από χρόνια το έδαφος για να εισβάλουν στο… έδαφος της Κύπρου, αλλά και από τους Βρετανούς, που τους βόλευε μια σχετική αστάθεια στη Μεγαλόνησο, καθώς και τους Σοβιετικούς, που με την πονηριά τους ήθελαν να τα έχουν καλά με όλους, ενώ οι Αμερικανοί κινούσαν τις κλωστές που κρατούν τις… μαριονέτες σε ρυθμούς… Κίσινγκερ!
Αλλά, ο ελληνικός λαός είναι, όπως λέμε, «της στιγμής», αφού πάντα ξεχνά τα όσα έχουν γίνει, γι’ αυτό και ποτέ δεν μπαίνει στον κόπο να «υποψιαστεί» όσα θα έρθουν μετά -κλασικό παράδειγμα η κρίση, που βιώσαμε τα τελευταία δέκα χρόνια και βιώνουμε ακόμη και σήμερα, την οποία όλοι μας μεθοδεύαμε, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, φυσικά, αλλά κανένας μας δεν την… περίμενε, ενώ όσοι το προμήνυαν χαρακτηρίζονταν λασπολόγοι ή κινδυνολογούντες «γραφικοί», που μας ταρακουνούσαν τα θολά νερά που λιμνάζαμε- δεν είδε την ένταση που επέφερε αυτή η απόφαση στις ξένες δυνάμεις, που είδαν με «άλλο μάτι» την Ελλαδίτσα να σηκώνει κεφάλι.
Γιατί τα πράγματα δεν ήταν και τόσο απλά. Πέρα από το γεγονός ότι του Γεωργίου Μαύρου του είχε… μαυρίσει η ψυχή του δόλιου στη Γενεύη, προσπαθώντας να βρει μιαν άκρη με τον Τουράν Γκιουνέζ, είχε εξαντλήσει κάθε όριο διπλωματικής… ατραπού, αφού καθημερινά προσέκρουε στην αδιαλλαξία της τουρκικής πλευράς, με την αίσθηση της στρατιωτικής υπεροχής -είναι ο τρίτος, σε αριθμό ανδρών, στρατός του ΝΑΤΟ, μην το ξεχνάμε- στην ουσία οι «σύμμαχοι» έδιναν τη δυνατότητα στον Μπουλέντ Ετσεβίτ να προετοιμάζει ανενόχλητος τον «Αττίλας 2».
Κι αυτή η αδιαλλαξία εκ του ασφαλούς, όμως, με το δήθεν ενδιαφέρον των Αμερικανών, για να κρατήσουν τα προσχήματα στους κόλπους του ΝΑΤΟ, το αλληθώρισμα των Βρετανών, τη μεθοδικότητα των Σοβιετικών, άσχετα αν φαινόταν πως σφυρίζουν αδιάφορα, αλλά και την άγνοια των άλλων Ευρωπαίων, είχε δείξει τον δρόμο στον Γεώργιο Μαύρο να δεχτεί, περισσότερο σημασιολογικά, παρά σαν διπλωματικό «τέχνασμα», την άποψη Καραμανλή για αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, αφού «η Συμμαχία είναι ανίκανη να προστατεύσει, όχι από εχθρούς, αλλά από συμμάχους»!
Γιατί, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, ο «Αττίλας 2» δεν εξέπληξε κανένα. Γι’ αυτό και δεν μίλησε κανείς, εκτός από κάποιες σποραδικές δηλώσεις των Αμερικανών για «καταπάτηση της απόφασης 353/74 του ΟΗΕ», αλλά κι αυτές μάλλον χλιαρές, ενώ η Σοβιετική Ένωση δεν είπε ούτε λέξη! Αντίθετα, μάλιστα, που στις 14 και 15 Αυγούστου, επειδή ο τότε σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών Αντρέι Γκρομίκο… παραθέριζε, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Σέμιον Κόζιρεφ, είχε δεχτεί στη Μόσχα τον Τούρκο πρέσβη Ιλτέρ Τουρκμέν, ο οποίος και δεν είχε διαπιστώσει αλλαγή στη στάση των Σοβιετικών στα όσα είχαν διαδραματιστεί στην Κύπρο. Μάλιστα, ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ, σε συνέντευξη Τύπου, που έδωσε το βράδυ της 14ης Αυγούστου, προκειμένου δήθεν να εξηγήσει τη νέα τουρκική ενέργεια, είπε ότι «καμιά ανεπιθύμητη αντίδραση δεν υπήρξε από τη Μόσχα»!
Μόνο που, όταν πάρθηκε η απόφαση του «φεύγουμε από το ΝΑΤΟ» το βράδυ της 13ης Αυγούστου, μετά το τηλεφώνημα του Γεωργίου Μαύρου από τη Γενεύη ότι «η Διάσκεψη οδηγήθηκε και πάλι σε ναυάγιο», μπορεί να συμφώνησαν όλοι οι Έλληνες, οι οποίοι και καμάρωναν τ’ απόγευμα της 14ης Αυγούστου, όταν άκουγαν το τηλεοπτικό Διάγγελμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αφού, ωστόσο, είχε ήδη επικρατήσει ο «Αττίλας 2», ο πρωθυπουργός δεν ήταν και τόσο σίγουρος πως το μέτρο θα είχε, τελικά, επιτυχία.
Κι αυτό, γιατί στις έξι τα χαράματα της 14ης Αυγούστου, είχε καλέσει σε σύσκεψη τους στρατηγούς, με μοναδικό θέμα: «πόλεμος ή όχι;». Και τη στιγμή που έπεσε στους επικεφαλής των Γενικών Επιτελείων η πρόταση Καραμανλή σαν… κεραυνός εν αιθρία, ο ίδιος ο Καραμανλής, με τον γνωστό απότομο τρόπο του, τους είπε: «πόλεμος»! Κι οι στρατηγοί έψαχναν μέρος να… κρυφτούν! Άρχισαν να τα μασάνε, αφού η επιστράτευση είχε αποδείξει περίτρανα πως η χώρα ήταν παντελώς άοπλη κι ανίσχυρη να υπερασπίσει το έθνος.
Μόνο ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, δήλωσε πως ο Στόλος είναι έτοιμος και μπορούν αμέσως ν’ αποπλεύσουν τα υποβρύχια για όπου διαταχθούν, αλλά και ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου, διαβεβαίωσε ότι και η Πολεμική Αεροπορία ήταν πανέτοιμη να διαβεί τη θάλασσα και να στηρίξει τις κινήσεις του Ναυτικού. Οι επιτελείς του Στρατού Ξηράς είχαν πέσει… ξεροί!
Έτσι, μπροστά σ’ αυτή την απελπιστική κατάσταση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είπε «κύριοι, να το συζητήσουμε», μόνο που η συζήτηση κατέληξε σε χάλια συμπεράσματα, σαν και τα χάλια του στρατεύματος, οπότε δόθηκε η εντολή από τον Καραμανλή να ετοιμαστεί πάραυτα μια πλήρης Μεραρχία στην Ανατολική Κρήτη, υπό τον στρατηγό Βορρηά, για να μεταβεί στην Κύπρο, αλλά και πάλι οι επιτελείς τού είπαν πως αυτό το εγχείρημα θα απαιτούσε χρονικό διάστημα μιας εβδομάδας, καθώς δεν ήταν εφικτό άμεσα να συγκεντρωθούν οι αναγκαίες δυνάμεις!
Τώρα, αν τους διαολόστειλε ο Καραμανλής, δεν ξέρω, αλλά απορώ με ορισμένους που τότε… δυσανασχέτησαν γιατί σε τρεις ημέρες αντικατέστησε τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγό Γρηγόριο Μπονάνο, με τον απόστρατο στρατηγό Διονύσιο Αρμπούζη, αλλά και τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, αντιστράτηγο Ανδρέα Γαλατσιάνο, με τον τότε διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Ιωάννη Ντάβο, ενώ κράτησε, όμως, στη θέση τους τον αντιναύαρχο Πέτρο Αραπάκη, ως αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, καθώς και τον αντιπτέραρχο Αλέξανδρο Παπανικολάου, ως αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, οι οποίοι, με τις απόρρητες «εκθέσεις» τους, είχαν «εκθέσει» τον Ιωαννίδη και είχαν δώσει πλήρη εικόνα στον Καραμανλή για το τι και πώς φτάσαμε στο πραξικόπημα Σαμψών κατά του Μακαρίου και στην εισβολή των Τούρκων στη Μεγαλόνησο.
Τελικά, η Μεραρχία αυτή από επίλεκτες Μονάδες ετοιμάστηκε στις 19 Αυγούστου, μόνο που παρέμεινε στην Κρήτη μέχρι την ημέρα που διαλύθηκε, καθώς μεσολάβησαν τηλεφωνήματα, απειλές κι αρνήσεις από τις Μεγάλες Δυνάμεις, που δεν ήθελαν, φαίνεται, σε καμιά περίπτωση, να «ενοχληθεί» η Τουρκία στο έργο της!
Και το βράδυ της 15ης Αυγούστου και τα χαράματα της 16ης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δέχτηκε τηλεφωνικό «μήνυμα» από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ, μαζί με μια πρόσκληση για συνάντηση με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Τζέραλντ Φορντ, ο οποίος είχε ήδη εκλεγεί μετά την παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον, εξαιτίας του σκανδάλου υποκλοπών «watergate», όπως χαρακτηριστικά ονομάστηκε, πρόσκληση την οποία και κατηγορηματικά αρνήθηκε. Ε, ρε, πού να ήσαν κάποιοι άλλοι; Θα έτρεχαν και με τα… τέσσερα για να προλάβουν να μπουν στο «Οβάλ Γραφείο»!
Ωστόσο, την ίδια εκείνη ημέρα, 15 Αυγούστου, επικοινώνησε και ο Ολλανδός γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Τζόζεφ Λουνς, με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ, προκειμένου να του εκφράσει την ανησυχία του για τις πιθανές εξελίξεις από την απόφαση της Ελλάδας να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας, δίνοντάς του το παράδειγμα του πολέμου στην Ινδονησία -κι εκεί οι Αμερικανοί ήσαν υπέρ του δικτάτορα Σοκάρνο- για να πάρει την αποστομωτική απάντηση του Αβέρωφ ότι: «άλλο αποικιακός πόλεμος κι άλλο πόλεμος μεταξύ συμμάχων»!
Πάντως, στις 17 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Χάρολντ Ουίλσον, μήνυσε στον Καραμανλή, κατ’ απαίτηση του Κίσινγκερ, φυσικά, που ήδη είχε φάει την «άρνηση» από τον Έλληνα πρωθυπουργό, ότι δεν πρόκειται ν’ αφήσει την ελληνική Μεραρχία να φτάσει στη Μεγαλόνησο, τονίζοντας εμφαντικά αυτό το «όχι», ενώ την ίδια ημέρα ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα συναντήθηκε με τον Αβέρωφ, προσπαθώντας να τον μεταπείσει για το «εγχείρημα αυτοκτονίας», όπως το χαρακτήρισε, για να πάρει την απάντηση από τον Έλληνα υπουργό Άμυνας ότι «όπως και κάθε φορά στο παρελθόν, οι Έλληνες θα πολεμήσουν και τώρα ηρωικά μέχρις ενός ανδρός»!
Κι αυτό, γιατί ήδη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε διαμηνύσει πως θα τεθεί ο ίδιος -και δέχτηκε να πάει μαζί του κι ο Ευάγγελος Αβέρωφ- επικεφαλής της νηοπομπής για την ασφάλεια της αποστολής, καθώς δεν θα μπορούσε κανένας, ούτε καν κι οι Τούρκοι, να τη βομβαρδίσει, αφού θα μετέφερε πολιτικούς αρχηγούς, βάσει του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και κανένας δεν γνώριζε αν οι Τούρκοι ήσαν διατεθειμένοι να τηρήσουν τους κανόνες του, αφού ποτέ στο παρελθόν δεν το είχαν πράξει.
Κι έτσι, η Μεραρχία έμεινε αμανάτι στην Κρήτη και η Κύπρος από τότε στο… έλεος των Τούρκων! Κι αυτό, γιατί η αποχώρηση της Ελλάδος από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ έδωσε ένα απίστευτο πλεονέκτημα, ώστε να γίνει κυρίαρχη της περιοχής η Τουρκία, αφού πλέον αυτή ήταν η «πιστή σύμμαχος» της Ατλαντικής Συμμαχίας!