Παράταση της λειτουργίας όλων των κοινωνικών προγραμμάτων των ΟΤΑ, μέχρι την ένταξή τους στο νέο ΕΣΠΑ, ζητεί ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ από την κυβέρνηση.
Με στόχο «να συνεχιστεί απρόσκοπτα η παροχή κοινωνικών υπηρεσιών στους πολίτες και ιδιαίτερα στις ευπαθείς ομάδες», ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ έστειλε σχετική επιστολή του στους συναρμόδιους υπουργούς Εσωτερικών Νίκο Βούτση, Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Πάνο Σκουρλέτη και την αναπληρώτρια υπουργό Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου, σημειώνοντας ότι σήμερα στους Δήμους και τις επιχειρήσεις τους λειτουργούν κατ’ εκτίμηση 4.449 κοινωνικές δομές που προσφέρουν υπηρεσίες σε 171.390 ωφελούμενους, ενώ απασχολούνται 19.297 εργαζόμενοι.
Όπως αναφέρει ο κ. Πατούλης, η πλειονότητα των προγραμμάτων αυτών (Βοήθεια στο Σπίτι, Παιδικοί και Βρεφονηπιακοί Σταθμοί, ΚΔΑΠ, ΚΔΑΠ-ΜΕΑ, ΚΗΦΗ, Κέντρα Στήριξης Ρομά και Ευπαθών Ομάδων κ.α.), υλοποιούνται μέσα από το ΕΠ «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού» στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013. Μάλιστα πολλά από αυτά εξακολουθούν κα υλοποιούνται έως και σήμερα με χρηματοδότηση από ίδιους πόρους των Δήμων, παρά τις τεράστιες μειώσεις των εσόδων τους.
«Μέχρι όμως την ένταξή των προγραμμάτων αυτών στο νέο ΕΣΠΑ 2014-2020 κρίνουμε επιβεβλημένη την παράταση λειτουργίας τους, προκειμένου να συνεχιστεί απρόσκοπτα η παροχή των κοινωνικών υπηρεσιών στους πολίτες και ιδιαίτερα στις ευάλωτες και ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού», τονίζει ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, κάνοντας ειδική αναφορά στη διασφάλιση της χρηματοδότησης των Κέντρων Στήριξης Ρομά και Ευπαθών Ομάδων.
«Ένα σοβαρό πρόβλημα που έχει ανακύψει», επισημαίνει ο κ. Πατούλης, «αφορά την ημερομηνία λήξης της χρηματοδότησης των Κέντρων Στήριξης Ρομά και Ευπαθών Ομάδων, στις 31 Μαρτίου 2015, η οποία πρέπει να παραταθεί προκειμένου τα Κέντρα να συνεχίσουν αδιάκοπα τη λειτουργία τους. Σε κάθε περίπτωση, και ιδιαίτερα σήμερα, στη δύσκολη οικονομική και κοινωνική κρίση που διέρχεται η χώρα, ευελπιστούμε στην άμεση ανταπόκρισή σας, προκειμένου να συνεχιστούν και να ενισχυθούν όλα τα κοινωνικά προγράμματα και οι δράσεις της Αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού».