Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν, μετά τη συνάντησή τους στο Κρεμλίνο, ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν και ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας. «Η Ελλάδα μπορεί να είναι χώρα του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ξέρει να αξιοποιεί σχέσεις και συνεργασίες» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας μετά τη συνάντηση.
Κατά την ομιλία του, ο Ρώσος Πρόεδρος χαρακτήρισε επίκαιρη την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού και σημείωσε ότι «μας ενώνουν μεγάλες προοπτικές. Πάντα είχαμε και έχουμε σκοπό την εταιρική σχέση με βάση την καλή γειτονία και την αμοιβαία και επωφελή συνεργασία». Ξεκινώντας από τη συμπλήρωση 190 χρόνων διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας και Ρωσίας, ο κ. Πούτιν υπογράμμισε την έμφαση που δίνουν οι δύο κυβερνήσεις στον επενδυτικό και εμπορικό τομέα.
Βίντεο από Αυγή
Αναφερόμενος στα ενεργειακά ο Ρώσος πρόεδρος τόνισε πως οι δύο πλευρές συζήτησαν για την ανάπτυξη των σχέσεων σε αυτόν τον τομέα, υπογραμμίζοντας πως πάνω από το 50% του φυσικού αερίου και πάνω από το 10% του πετρελαίου στην Ελλάδα προέρχεται από τη Ρωσία. «Συζήτησαμε συνεργασία στην διανομή αερίου μέσω της νότιας διαδρομής. Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με την Ελλάδα στο ζήτημα να περάσει ο Turkish Stream και στην Ελλάδα. Είναι πολύ ρεαλιστικό», πρόσθεσε. O πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας ανέφερε ότι στις σχέσεις των δύο χωρών συμβάλλουν και τα θέματα πολιτισμού, υπογραμμίζοντας ότι «κάθε χρόνο έχουμε σειρά πολιτιστικών εκδηλώσεων» σε Ελλάδα και Ρωσία, ενώ ανέφερε πως το 2019 θα είναι αφιερωματικό έτος γλώσσας και λογοτεχνίας. Σε ό,τι αφορά τον τουρισμό ο κ. Πούτιν σημείωσε πως πέρυσι επισκέφθηκε την Ελλάδα αριθμός ρεκόρ Ρώσων τουριστών και πρόσθεσε πως «φέτος υπολογίζουμε αυτός ο αριθμός να φτάσει το 1 εκατ. ταξιδιώτες». Αναφορικά με το διμερές εμπόριο δήλωσε πως τη χρονιά που πέρασε υπήρξε αύξηση 27% και άγγιξε τα 3,7 δισ. δολάρια. «Εκφράζω ευγνωμοσύνη για τις περιεκτικές συνομιλίες που είχαμε σήμερα», επεσήμανε ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Από τη πλευρά του ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε: «Θεωρώ ότι το σημαντικό αυτό ιστορικό υπόβαθρο, μας έχει επιτρέψει να οικοδομήσουμε διαχρονικά μια σταθερή αλλά και δυναμική σχέση, μια σχέση που μας έδωσε τη δυνατότητα να διατηρήσουμε τον διάλογο και τη συνεργασία μας ακόμα και όταν οι γεωπολιτικές εξελίξεις μας χώριζαν». «Πιστεύω ότι θα συμβάλει να συνεχίσουμε τη συνεργασία και τον διάλογο με ακόμη μεγαλύτερη δυναμική». Παράλληλα ανέφερε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών «θέτει σε μια δίκαιη βάση το πρόβλημα και αντιμετωπίζουμε και την ανάδυση εθνικιστικών τάσεων και διενέξεων που θα μπορούσαν να προκύψουν στην περιοχή».