Δυο δισ. ευρώ επιπλέον στα δημόσια έσοδα από τις κινητές επικοινωνίες ή +2,2% στο ΑΕΠ μέχρι το 2020, υπό προϋποθέσεις, εάν αρθούν τα φορολογικά και ρυθμιστικά εμπόδια, δείχνει νέα μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), με τίτλο «Οι ψηφιακές επικοινωνίες ως πυλώνας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας».
Η Ελλάδα αποτελεί ουραγό στις ψηφιακές επιδόσεις καθώς βρίσκεται στην 26η θέση στην ΕΕ-28 και κατατάσσεται στην ομάδα των χωρών με τη χαμηλότερη επίδοση στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI – Digital Economy and Society Index). «Κύριος λόγος είναι», όπως αναφέρει η μελέτη «ότι το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα δεν ευνοεί τις επενδύσεις σε δίκτυα νέας γενιάς και την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών».
Η μελέτη του ΟΠΑ, ωστόσο, εντοπίζει ότι υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες από τη δημιουργία δικτύων νέας γενιάς και την αύξηση της χρήσης υπηρεσιών δεδομένων, τις οποίες η Πολιτεία θα μπορούσε να αξιοποιήσει για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Παρά το δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον και την ύφεση που αντιμετωπίζει ο κλάδος, οι κινητές επικοινωνίες έχουν αδιαμφισβήτητα σημαντική συμβολή στην ελληνική οικονομία, όπως καταδεικνύουν τα μεγέθη για το 2015:
- Συμβάλλουν με €9,5 δισ. ή 5,4% του ΑΕΠσυνεισφέροντας στα δημόσια έσοδα κατά €1,165 δισ.
- Δημιουργούν 42,5 χιλιάδες θέσεις εργασίας άμεσα και έμμεσα.
- Περιορίζουν το κόστος υπηρεσιών τους στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Την περίοδο 2010-2015 το κόστος ομιλίας μέσω κινητών μειώθηκε κατά 45,5% και το κόστος χρήσης δεδομένων κατά 38,6%.
- Αυξάνουν τις επενδύσεις κατά 35%, αποτελώντας μαζί με τη σταθερή τηλεφωνία τον 7ο σημαντικότερο κλάδο με συνολικές επενδύσεις €719 εκατ.
- Αποτελούν τον 3ο κλάδο σε παραγωγικότητα, που ανέρχεται σε 77 χιλ. ανά εργαζόμενο ετησίως.
Εμπόδια στην ανάπτυξη
Ως κύρια εμπόδια στην ανάπτυξη του κλάδου και τη μεγέθυνση του οφέλους για την ελληνική οικονομία η μελέτη του ΟΠΑ καταδεικνύει, κατά κύριο λόγο, τις εκκρεμότητες στην αδειοδότηση των σταθμών βάσης, την υπερφορολόγηση των υπηρεσιών και τις διαδικασίες κοστολόγησηςτου φάσματος.
Οι καθυστερήσεις στην αδειοδότηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες και οι ασάφειες στη νομοθεσία συνεχίζουν να δημιουργούν σημαντικές καθυστερήσεις στην αδειοδότηση των σταθμών βάσης την ομαλή ανάπτυξη των δικτύων και το ξεδίπλωμα των επενδύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι εξακολουθούν να απαιτούνται έως και δύο χρόνια για την αδειοδότηση σταθμών βάσης έναντι τεσσάρων μηνών, που προβλέπει το νομοθετικό πλαίσιο. Επιπλέον, οι εταιρείες έχουν κόστος διαχείρισης των σχετικών διοικητικών διαδικασιών που αφορούν το δημόσιο, το οποίο φτάνει τα 28 εκατ., δηλαδή το 7% των συνολικών επενδύσεων του κλάδου κατ’ έτος.
Επίσης, με την επιβολή ειδικού τέλους κινητής τηλεφωνίας (το 2007 και το 2009) η Ελλάδα κατατάσσεται 1η στη φορολόγηση των κινητών επικοινωνιών στην ΕΕ-28 με τη συνολική φορολογική επιβάρυνση να φτάνει έως και το 49%. Τα δε δημόσια έσοδα που προέρχονται από το ειδικό τέλος κινητής εμφανίζουν σταθερή συρρίκνωση τα τελευταία χρόνια, απόδειξη ότι οι αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών εντείνουν την ύφεση στον κλάδο, χωρίς να επιφέρουν τα επιθυμητά δημοσιονομικά οφέλη.
Σενάρια για το μέλλον
Εάν η Ελλάδα συγκλίνει πλήρως με την Ευρώπη στη διείσδυση της χρήσης δεδομένων με παράλληλη επικράτηση ενός ευνοϊκού επενδυτικού πλαισίουτο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά2,2% (€4,49 δισ.) και τα δημόσια έσοδα κατά €2,06 δισ., έως το 2020. Αντιθέτως,με τη διατήρηση ή και επιδείνωση του υφιστάμενου περιβάλλοντος και διατήρηση της απόκλισης από την ΕΕ,η επιπρόσθετη συμβολή των Ψηφιακών Επικοινωνιώνστην οικονομία θα μειωθεί σε υποδιπλάσιο ποσοστό (1,1% στο ΑΕΠ και μόλις 1 δισ. ευρώ δημόσια έσοδα έως το 2020).
H μελέτη του ΟΠΑ προτείνει την υιοθέτηση ενός Εθνικού Σχεδίου Ψηφιακής Ανάπτυξης για την Ελλάδα με ορίζοντα το 2020 και ως άξονες δράσης την ενίσχυση των Υποδομών, τη θέσπιση κατάλληλου, φιλικότερου και σταθερού Θεσμικού Πλαισίουκαθώς και Κίνητρα για την υιοθέτηση ψηφιακών υπηρεσιών από τη δημόσια διοίκηση, τους ΟΤΑ, τις επιχειρήσεις κ.ο.κ. και την ενίσχυση της εκπαίδευσης, έρευνας και νεοφυούς επιχειρηματικότητας.
Δήλωση Γ. Στεφανόπουλου
Ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Eταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ), Γιώργος Στεφανόπουλος δήλωσε τα εξής: «Στα χρόνια της κρίσης, με τις σωστές επιλογές πραγματοποιήσαμε σημαντικές επενδύσεις. Μόνο το 2015 η αύξηση ήταν 35%. Στα επόμενα χρόνια, διασφαλίζοντας με αυστηρότητα την ομαλή υλοποίηση των επενδύσεων, για τις οποίες έχουμε εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις αυτοχρηματοδότησης τους, το ψηφιακό μέλλον μπορεί να είναι συναρπαστικό και εξαιρετικά ωφέλιμο για τους πολίτες και την ανταγωνιστικότητα της οικονομία συνολικά. Είναι αυστηρά θέμα επιλογών και συνεργασίας, πολιτείας και αγοράς. Το Οικονομικό Πανεπιστήμιο επιβεβαιώνει ότι οι Κινητές Επικοινωνίες μπορούν να συνεισφέρουν έως και 2,2% επιπλέον, €4,5 δισ. στο ΑΕΠ και 2,06 δισ. στα δημόσια έσοδα έως το 2020».