ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΟ
Γιώργος Πάλλης
Αν. Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ
Μέρος Β’
Ποια εικόνα παρουσίαζε το αρχαίο Άθμονον; Το ερώτημα αυτό είναι δύσκολο να απαντηθεί, καθώς μας λείπουν πολλά από τα απαραίτητα για μία αναπαράσταση στοιχεία. Η αδιάκοπη μάλλον κατοίκηση της περιοχής, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οδήγησε στην εξαφάνιση των αρχαίων κατασκευών, το υλικό των οποίων επαναχρησιμοποιήθηκε πολλές φορές κατά τους επόμενους αιώνες.
Επιπλέον, η απουσία συστηματικού ελέγχου στις εκσκαφές των νέων οικοδομών ως το 2000, είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί πλήθος αρχαιολογικών τεκμηρίων. Το μέγεθος της απώλειας δείχνει ο αριθμός των ευρημάτων που έχουν έρθει στο φως μετά τη θέσπιση του ελέγχου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και το Ολυμπιακό Στάδιο, όπου ενώ στα έργα του 2001-2004 βρέθηκαν δεξαμενές, αγωγοί, ταφές αλλά και ένα ρωμαϊκό βαλανείο, η πρώτη φάση της κατασκευής του το 1979-1982 δεν απέδωσε κανένα εύρημα, διότι δεν υπήρξε καμία σχετική επίβλεψη από τις Aρχές.
Το κέντρο του αρχαίου δήμου
Το πρώτο πράγμα που αγνοούμε για το Άθμονον, είναι το σημείο στο οποίο βρισκόταν το κέντρο του οικισμού. Γενικά, οι δήμοι της Αττικής έμοιαζαν αρκετά με σημερινά χωριά, όπου η δόμηση είναι αραιή, αλλά πάντοτε υπάρχει ένα κεντρικό σημείο αναφοράς, με την πλατεία, τα καταστήματα και την έδρα των τοπικών Aρχών. Αντίστοιχα, στους αρχαίους δήμους υπήρχε ένας πυρήνας που συγκέντρωνε τη διοίκηση και την οικονομική ζωή. Η μέχρι σήμερα αρχαιολογική έρευνα δεν έχει εντοπίσει πού βρισκόταν ο πυρήνας του αρχαίου δήμου των Αθμονέων.
Η εύρεση, μεταξύ του ναού της Παναγίας και των νότιων παρυφών του κτήματος Συγγρού, επιγραφών που σχετίζονται με τον δήμο και οι οποίες θα ήταν εκτεθειμένες σε κοινή θέα στο κέντρο του, στρέφει την προσοχή μας προς αυτόn τον χώρο, αν και οι επιγραφές είναι αντικείμενα που μπορεί να έχουν μετακινηθεί πολλές φορές από την αρχική τους θέση. Ωστόσο, στο ίδιο σημείο συγκλίνουν οι αρχαίοι δρόμοι της περιοχής, στους οποίους θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Η θέση των ιερών και των αγωνισμάτων
Εξίσου προβληματική παραμένει η εικόνα που έχουμε για το Αμαρύσιον ιερό της Αρτέμιδος. Οι παλαιότεροι μελετητές υποστήριζαν ότι πρέπει να βρισκόταν στο ύψωμα του Πέλικα, εκεί που βρίσκεται σήμερα ο ναός του Αγίου Ιωάννη. Η θέση προσέφερε άλλοτε εξαιρετική θέα προς όλη την πεδιάδα του Αμαρουσίου και σε μεγάλο μέρος του αθηναϊκού πεδίου, ενώ στο εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάου που βρισκόταν στους πρόποδές της είχε βρεθεί μία από τις δύο επιγραφές των ορίων του τεμένους του ιερού, δηλαδή της ιερής γης του. Στον Πέλικα δεν έχουν όμως εντοπιστεί κατάλοιπα αρχαίων κτισμάτων, ενώ η επιγραφή μπορεί να έχει μεταφερθεί από αλλού, όπως σίγουρα συμβαίνει με τη δεύτερη, που εντοιχίστηκε στον Άγιο Νικόλαο των Χωματιανών, κοντά στον Άγιο Θωμά, μαζί με άλλα μαρμάρινα σπαράγματα (Εικ. 1).

Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει κανείς να αναμένει ότι το ιερό ενός αγροτικού δήμου περιλάμβανε μεγάλου μεγέθους ή πολυτελούς κατασκευής κτήρια. Το μόνο αντικείμενο που έχει σωθεί ως τις μέρες μας από το ιερό της Αμαρυσίας είναι μία επιγραφή του 325/4, με την οποία ο δήμος των Αθμονέων τιμούσε έξι δημότες μεράρχους για τις υπηρεσίες τους κατά τα Αμαρύσια. Σύμφωνα με το κείμενο, οι μέραρχοι θα τιμώνταν με χρυσά στεφάνια για τη φροντίδα που έδειξαν για την τέλεση της εορτής, η απόφαση θα αναγγελλόταν στη διάρκειά της και θα αναγραφόταν σε επιγραφή που θα στηνόταν στο ιερό.
Το ερώτημα λοιπόν για τη θέση του ιερού παραμένει ανοικτό, όπως επίσης και για εκείνην της τέλεσης των ετήσιων αμαρυσίων αγωνισμάτων, την οποία αυθαίρετα σήμερα ορισμένοι τοποθετούν στην περιοχή του Ολυμπιακού Σταδίου, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή απόδειξη. Άγνωστη είναι και η θέση του ιερού της Ουρανίας Αφροδίτης.
Αρχαίοι δρόμοι με σύγχρονη χρήση
Αν γνωρίζουμε κάτι καλά από το αρχαίο Άθμονον, αυτό είναι οι δρόμοι που το συνέδεαν με τις γύρω περιοχές. Πρόκειται για οδούς που χαράχτηκαν σε άγνωστο χρόνο, από τους πρώτους οικιστές της περιοχής, και εξακολουθούν οι περισσότεροι να βρίσκονται σε χρήση μέχρι σήμερα, με διαφορετική βέβαια μορφή. Οι σπουδαιότεροι, επιβεβαιωμένα αρχαίοι δρόμοι είναι η οδός προς τον Πέλικα, η οδός Αμαρουσίου – Χαλανδρίου και η οδός Μεσογείων. Ο άξονας της οδού προς τον Πέλικα, που συνέδεε το Άθμονον με την Αθήνα, διατηρείται σήμερα εν μέρει, με διάφορα ονόματα (Μοροζίνη, Μανόλη Ανδρόνικου κ.ά.). Τμήμα αυτού του αρχαίου δρόμου ανασκάφηκε το 2001 κατά τη διάνοιξη της Αττικής Οδού (εικ. 2).

Η οδός Αμαρουσίου – Χαλανδρίου συνέδεε το Άθμονον με τη Φλύα, τον δήμο που υπήρχε στη θέση του Χαλανδρίου. Προέκτασή της αποτελούν η μικρή και ασήμαντη σήμερα οδός Αγίου Αθανασίου και η οδός Βορείου Ηπείρου, όπου νέχουν βρεθεί αρχαίοι τάφοι. Στον αρ. 54 βρέθηκαν οι πρώτοι μηκυναϊκοί τάφοι που έχουν ποτέ εντοπιστεί στο Μαρούσι.
Η οδός Μεσογείων του Αμαρουσίου συνέδεε το Άθμονον με τους δρόμους προς τα Μεσόγεια και συναντούσε στη διαδρομή της τον μεγάλο αρχαίο τύμβο «Σωρό». Σε διάφορα σημεία της έχουν βρεθεί αρχαίοι τάφοι και, πρόσφατα, τμήμα μιας ρωμαϊκής αγροτικής έπαυλης.
Οι τάφοι των Αθμονέων
Κατά μήκος των δρόμων αυτών αναπτύσσονταν οι τάφοι των Αθμονέων. Σύμφωνα με την πρακτική που επικρατούσε στην αρχαία Αττική, οι νεκροί ενταφιάζονταν σε οικογενειακούς ή ατομικούς τάφους που ανοίγονταν στις πλευρές των κύριων δρόμων και σημαίνονταν με επιτύμβιες στήλες (εικ. 3-4). Η αρχαιολογική έρευνα έχει φέρει στο φως σημαντικό αριθμό τάφων στο Μαρούσι, κατά μήκος των προαναφερόμενων δρόμων αλλά και σε αρκετά ακόμη σημεία. Οι επιτύμβιες στήλες που προέρχονται από την περιοχή πλησιάζουν τις τριάντα.


Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε σαρκοφάγους ή κτιστούς τάφους, και σε τεφροδόχα αγγεία όταν γινόταν καύση των σορών. Η κτέρισή τους γινόταν κυρίως με αγγεία, ενώ έχουν βρεθεί και μεταλλικά αντικείμενα, όπως οι στλεγγίδες, τα εργαλεία με τα οποία καθαρίζονταν οι νεαροί αθλούμενοι. Από τα ταφικά κτερίσματα που έχουν έρθει στο φως στο Μαρούσι, ξεχωρίζουν ορισμένες λευκές λήκυθοι, υψηλής τέχνης αγγεία του 4ου αιώνα π.Χ., που βρέθηκαν σε τάφο της οδού Πέλικα, κατά τη διάνοιξη της Αττικής Οδού. Σε τάφο στην ίδια ανασκαφή σώθηκαν σπάνια λείψανα λινού υφάσματος της κλασικής εποχής, με ίχνη πορφυρού χρώματος.
Ίχνη της αγροτικής ζωής
Οι ανασκαφές των δύο τελευταίων δεκαετιών έχουν αποδείξει ότι η ύπαιθρος του Αμαρουσίου είχε αξιοποιηθεί συστηματικά, στους κλασικούς και ιδίως στους ρωμαϊκούς χρόνους, με την κατασκευή αγροικιών, αγροτικών επαύλεων, αγωγών νερού και δεξαμενών. Οι τελευταίες έχουν μεγάλη σημασία για τη γνώση της υδραυλικής τεχνολογίας της εποχής. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο που διατηρούν είναι τα συμπαγή δάπεδα από πήλινες ψηφίδες, που απέτρεπαν τυχόν διαρροή του νερού.
Το δίκτυο των αγωγών φαίνεται ότι ήταν πολύ ευρύ, καθώς αποτελούν κοινό εύρημα σε εκσκαφές οικοπέδων δυτικά του ρέματος του Αγίου Θωμά και στην περιοχή του Ολυμπιακού Σταδίου. Σε αντίθεση με ό,τι θα ανέμενε κανείς, έχοντας υπόψη τη νεότερη κεραμική παράδοση του Αμαρουσίου, δεν υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη εργαστηρίων κεραμικής στην περιοχή κατά τους αρχαίους χρόνους. Ο παλαιότερος κεραμικός κλίβανος που έχει εντοπιστεί, κοντά στο νοσοκομείο ΙΑΣΩ, είναι βυζαντινής εποχής.
Ο τύμβος «Σωρός»
Το πιο μεγάλο και πιο αινιγματικό έργο της αρχαιότητας στο Μαρούσι ήταν ο τύμβος «Σωρός», στην ομώνυμη τοποθεσία, ο οποίος σωζόταν ακέραιος ως το 1890 (εικ. 5). Ο Σωρός ήταν ένας από τους τρεις μεγαλύτερους τύμβους της αρχαίας Αττικής, μαζί με εκείνον του Μαραθώνα και τον λεγόμενο «της Ασπασίας» στον Πειραιά. Σήμερα επικρατεί η άποψη ότι ιδρύθηκε τον 7ο αιώνα π.Χ., πολύ πριν δηλαδή από τη σύσταση του δήμου των Αθμονέων. Όταν ξεκίνησε η πρώτη ανασκαφή του, το 1890, είχε διάμετρο 46 μέτρων και ύψος 8, πράγμα που σημαίνει ότι στην αρχαιότητα ήταν ακόμη πιο ψηλός. Το χώμα είχε συσσωρευτεί επιμελώς και ανά διαστήματα στερεοποιούνταν με παχιές στρώσεις πηλού. Στο κέντρο του βρέθηκε μία κατασκευή από ορθογώνιους λίθους που υψωνόταν μέχρι την κορυφή του τύμβου, για να στηρίξει εκεί κάποιο λίθινο μνημείο -άγαλμα ή στήλη.
Οι διαδοχικές ανασκαφές, που υπήρξαν η αφετηρία της καταστροφής του, δεν εντόπισαν ποτέ κανέναν τάφο στο εσωτερικό του. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για ένα κενοτάφιο, ενώ οι μεγάλες διαστάσεις του υποδεικνύουν ότι μάλλον θα ήταν ένα μνημείο δημόσιου και όχι ιδιωτικού χαρακτήρα. Δεν γνωρίζουμε όμως τίποτε για τον ή τους νεκρούς που τιμούσε. Η συσχέτισή του με τη μυθολογική σύγκρουση του Θησεά με τους Παλλαντίδες είναι μία νεότερη, ρομαντική επινόηση, χωρίς καμία βάση.
Ο Σωρός θα μπορούσε να είναι σήμερα ένα επισκέψιμο μνημείο, χρήσιμο στην επιστήμη και με σημασία για όλη την Αττική. Δυστυχώς, οι πρώτοι ανασκαφείς του διέλυσαν μεγάλο μέρος του και στη συνέχεια την καταστροφή συνέχισαν οι εκάστοτε ιδιοκτήτες και ολοκλήρωσε το 1984 το Γραφείο Πολεοδομίας του Δήμου Αμαρουσίου, που εξέδωσε άδεια οικοδομής επί των καταλοίπων του τύμβου. Σήμερα ο Σωρός επιζεί μόνον ως όνομα οδού και συνοικίας.
Πολλά είναι αυτά που μας λείπουν ώστε να συμπληρώσουμε τη διαδρομή της περιοχής του Αμαρουσίου κατά την αρχαιότητα. Είναι λυπηρό ότι πολλά τεκμήρια χάθηκαν στην εποχή μας, για διάφορους λόγους. Έχουμε όμως στα χέρια μας ένα σημαντικό υλικό, το οποίο αυξάνεται και θα αυξάνεται συνεχώς χάρη στις έρευνες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τον σχολαστικό έλεγχο που ασκεί σε δημόσια και ιδιωτικά έργα. Επιπλέον, η επιστημονική έρευνα εξελίσσεται διαρκώς και προσθέτει νέες γνώσεις, από τη μικρή ιστορία του κάθε τόπου έως τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα ζητήματα.