Θα ήθελε όμως, όπως εξηγεί, ο σύλλογος να είχε το δικό του ιδιόκτητο χώρο. Οι προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα δεν τελεσφόρησαν. Ένα οικόπεδο που τους παραχωρήθηκε πριν κάποια χρόνια, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, αποδείχτηκε ότι δεν ήταν ελεύθερο.
Παρ’ όλα αυτά, το όραμα για τον «Αγιο Γεώργιο Γκιούλμπαξε» παραμένει ζωντανό, όπως τονίζει ο κ. Δαγδελένης: «Θέλουμε να συνεχίσουμε την παράδοση, να μάθουν τα παιδιά μας πού και πώς ζούσαν οι πρόγονοί τους, να κρατήσουμε τις μνήμες ζωντανές».
Σύντομα μάλιστα, μια ημέρα ημέρα πριν τη μεγάλη γιορτή του Αη Γιώργη, θα παρουσιάσουν στο Πολιτιστικό Κέντρο ένα ιστορικό βιβλίο για τις χαμένες πατρίδες, το οποίο υπογράφει ο εκπαιδευτικός Αντώνης Παυλίδης.
Κι ας μην ξεχνάμε ότι το Πάσχα πλησιάζει και οι «Γκιουλμπαξιώτες» έχουν αρχίσει τις προετοιμασίες για το επόμενο ΚΕΣΚΕΚΙ.
ΚΕΣΚΕΚΙ: Ένα έθιμο αιώνων
Οι ρίζες του εθίμου είναι βαθιές και ανάγονται στους αρχαίους χρόνους με τα κοινόβια, ενώ διατηρήθηκε σε πολλούς τόπους της Μικράς Ασίας όπου ζούσαν χριστιανοί. Ακόμα και στην περίοδο του πρώτου ευρωπαϊκού πολέμου (1914-1918), εποχή λιμού και στερήσεων, οπότε δεν υπήρχε στάρι, το ΚΕΣΚΕΚΙ και πάλι δεν παραλείφθηκε. Το παρασκεύαζαν με κρέας και κουκιά.
Την παραμονή του Άη Γιώργη, στο Γκιούλμπαξε και αλλού, σφάζανε το βόδι στην πόρτα της εκκλησίας και το βράζανε από το βράδυ έως το πρωί σε μεγάλα καζάνια. Σε μικρότερα καζάνια βράζανε το στάρι, το οποίο προσφέρανε όλοι από τα σπίτια τους.
Σήμερα τα μέλη του Συλλόγου «Αγίου Γεωργίου Γκιούλμπαξε» αναβιώνουν το έθιμο με την ίδια φροντίδα και με μεγάλη αγάπη. Η ιεροτελεστία ξεκινά από την Κυριακή των Βαΐων, οπότε τα μέλη του συλλόγου πραγματοποιούν μια εκδρομή στην Κύμη για να παραλάβουν το αλεσμένο σιτάρι από τον μύλο της περιοχής.
Πίσω στην Αθήνα το αποφλοιώνουν, ώστε να είναι όλα έτοιμα για τη μεγάλη γιορτή του Αη Γιώργη. Τα καζάνια μπαίνουν αποβραδίς…
Σαν να μην πέρασε μια μέρα.