Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος
H ανθρώπινη ιστορία είναι στενότατα συνδεδεµένη µε τους πολέµους. Με µία όµως επισήµανση: όσο ερχόµαστε από το παρελθόν προς το παρόν, τόσο αυτοί µειώνονται. Έτσι, ενώ στις αρχαίες κοινωνίες η ανθρώπινη βία προκαλούσε το 15% των θανάτων παγκοσµίως, στα µέσα του 20ου αιώνα το ποσοστό αυτό πέφτει στο 5% και στην ανατολή του 21ου αιώνα ο πόλεµος ευθύνεται µόνο για το 1% της παγκόσµιας θνησιµότητας.1 Η ειρήνη έχει πλέον εδραιωθεί σε µεγάλο µέρος της παγκόσµιας κοινότητας, ενώ η διπλωµατία και τα διεθνή θεσµικά όργανα τίθενται στην υπηρεσία της συνεννόησης των κρατών2.
∆υστυχώς, τρεις πόλεµοι, ο εµφύλιος στη Συρία (2011), η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (2022), ο πόλεµος στη Γάζα µε το Ισραήλ (2023) και ο πρόσφατος πόλεµος των 12 ηµερών Ισραήλ και Ιράν κλόνισαν την αισιοδοξία της ανθρωπότητας για τον ειρηνικό προσανατολισµό της. Οι πολεµοκάπηλοι πολιτικοί, υπεύθυνοι σε σηµαντικό ποσοστό για την πραγµατοποίηση των πολέµων, αν και µειώθηκαν σηµαντικά, δεν εξαφανίστηκαν. Οι «ηγέτες» αυτοί επενδύουν στον φόβο, στο µίσος, στον παραλογισµό, στον φανατισµό και στον ρατσισµό. Απόψεις όπως: «Η ειρήνη επιβάλλεται µε το δίκαιο της πυγµής» (Donald Trump, µετά τον βοµβαρδισµό των πυρηνικών εργοστασίων του Ιράν), «για να είµαστε ελεύθεροι, πρέπει να µας φοβούνται. Και για να µας φοβούνται, πρέπει να είµαστε ισχυροί» (Emmanuel Macron), αρχίζουν να υπονοµεύουν το ειρηνικό πνεύµα, εξοστρακίζοντας τη λογική. Το γεγονός αυτό σε συνδυασµό µε νεοφανή προβλήµατα των διαφόρων κοινωνιών (π.χ. παράνοµη µετανάστευση) δηµιουργεί κλίµα λήθης των ολέθριων επιπτώσεων του πολέµου. Παρ’ όλα αυτά οι πολιτισµένες κοινωνίες που στο παρελθόν αναλώθηκαν σε αιµατηρούς πολέµους έχουν στο σύνολό τους ειρηνικό προσανατολισµό.
Αναµφισβήτητα, η προστασία της εδαφικής ακεραιότητας προϋποθέτει ως αναπόδραστη αναγκαιότητα σήµερα τον συνεχή εκσυγχρονισµό των ενόπλων δυνάµεων. Ωστόσο, µακροπρόθεσµα ο στρατός δεν υπηρετεί την ειρήνη. Οι ένοπλες συγκρούσεις έχουν ιστορικά ηµεροµηνία λήξης, όπως αποτυπώθηκε µε τους φονικότατους θρησκευτικούς πολέµους στην Ευρώπη, που έδωσαν τη θέση τους στην ανεξιθρησκία!
Σε κάθε πολεµική σύρραξη ο ρόλος του ηγέτη είναι καταλυτικός. Ας θυµηθούµε τον Αδόλφο Χίτλερ: οδήγησε όχι µόνο ολόκληρο τον κόσµο αλλά και τον λαό του σε τραγωδία τεραστίων διαστάσεων. Αν π.χ. ο Πούτιν ξυπνήσει ένα πρωί και, σταθµίζοντας τις ολέθριες συνέπειες της εισβολής στην Ουκρανία, διατάξει την παύση των εχθροπραξιών, αδιαφορώντας για το όποιο πολιτικό κόστος, η ειρήνη θα επιστρέψει στην περιοχή. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και µε τον Νεντανιάχου, τους ηγέτες της Χαµάς, τον θρησκευτικό αρχηγό του Ιράν, Χαµενεΐ, αλλά και µε τους ηγέτες των 50 άλλων µικρότερων πολεµικών συγκρούσεων που µαίνονται σήµερα στην υφήλιο3.
Ουσιαστικά δηλαδή, είµαστε έρµαια του παραλογισµού των πολιτικών ηγετών4. Με ποια λογική η επέµβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι δικαιολογηµένη; Με ποια συλλογιστική διαδικασία η τροµοκρατική ενέργεια της Χαµάς στο Ισραήλ δικαιολογεί την εξόντωση τόσων Παλαιστινίων και την κακοποίηση των παιδιών; ∆ηµιουργεί ή όχι ανισότητες η συµφωνία για τη «Μη ∆ιάδοση Πυρηνικών όπλων του 1968» που φαίνεται να «καταστρατηγεί» το Ιράν και πρέπει να «τιµωρηθεί»; Οι ηγέτες όµως αυτοί εκλέγονται κατά κανόνα από εµάς τους πολίτες (το κόµµα των Ναζί ψηφίστηκε από τον Γερµανικό λαό!). Η έπαρση του Donald Trump τροφοδοτείται από τους Αµερικανούς ψηφοφόρους, των οποίων συµφέροντα υποσχέθηκε να ικανοποιήσει. Εποµένως, οφείλουµε να προωθούµε στην εξουσία ειρηνοποιούς πολιτικούς. Αυτό βέβαια προϋποθέτει από εµάς, του πολίτες, συστηµατική πνευµατική καλλιέργεια, -διότι εκεί επωάζεται η ειρήνη-, ενηµέρωση, συµµετοχή στα κοινά και στις εκλογές. Ο δρόµος για την απόλυτη εδραίωση της ειρήνης είναι µακρύς, αλλά, απ’ ό,τι δείχνουν τα ιστορικά στοιχεία, όχι ακατόρθωτος.
1. Yuval Noah Harari, «Homo Deus», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2015 σελ. 24, και «21 µαθήµατα για τον 21ο αιώνα», σελ. 125.
2. Steven Pinker, «∆ιαφωτισµός Τώρα», εκδόσεις ∆ιόπτρα, 2021, σελ. 34, 241, 253, 255.
3. Boris Cyrulink, συνέντευξη, εφηµ. «Καθηµερινή», 29-6-2025.
4. Θουκυδίδη Ιστορία, Βιβλίο 3, κεφ. 82/4.