Μπορεί πολλοί να μη γνωρίζουν καν την ύπαρξη του οίκου τυφλών που βρίσκεται στην καρδιά του Αμαρουσίου ή απλώς να αδιαφορούν για την ύπαρξή του, η «ΑMAΡΥΣΙΑ» όμως τον επισκέφτηκε και μίλησε τόσο με την πρόεδρο του οίκου «Λασκαρίδειος Στέγη», Έφη Λιβανού, όσο και με τις οικότροφες.
Σύμφωνα με την κ. Έφη Λιβανού το ίδρυμα κρύβει πίσω του χρόνια ιστορίας, πάντα όμως με ένα κοινό σκοπό, «την προστασία και την εξασφάλιση καλύτερης διαβίωσης των ανθρώπων με προβλήματα όρασης».
Σήμερα, το ίδρυμα φιλοξενεί μόνο 9 γυναίκες από 30 που φιλοξενούσε άλλοτε -παρότι οι εγκαταστάσεις είναι για πολύ περισσότερα άτομα- ενώ διατηρεί και 5μελές προσωπικό. Σε ερώτησή μας σχετικά με το πού οφείλεται η μείωση των φιλοξενούμενων ατόμων, η πρόεδρος του ιδρύματος με εμφανή πικρία μας έδωσε τη δική της ερμηνεία: «Από τότε που το κράτος έδωσε σύνταξη στους τυφλούς, οι συγγενείς τους προτιμούν να τους κρατούν στο σπίτι για να καρπώνονται τα χρήματα».
Οι πόροι
Ως προς τους πόρους από τους οποίους συντηρείται η Στέγη, η κ. Λιβανού μας είπε ότι «ο οίκος έχει στην κατοχή του κάποια ακίνητα τα οποία νοικιάζει», για να προσθέσει: «Επιπλέον, ενώ μέχρι σήμερα οι τρόφιμοι δεν πλήρωναν τίποτα για τη διαμονή τους, από φέτος, λόγω δυσκολιών, καθεμία προσφέρει ό,τι μπορεί. Το ίδιο συμβαίνει και με τους απλούς πολίτες, των οποίων η συνεισφορά μπορεί να είναι μικρή, αλλά παρ’ όλα οι δωρεές τους είναι ιδιαίτερα σημαντικές για εμάς».
Με υπερηφάνεια και χωρίς ιδιαίτερο παράπονο η κ. Λιβανού μας μίλησε για τη σχέση του οίκου με τον Δήμο, η οποία είναι ανύπαρκτη. «Και μόνοι μας τα καταφέρνουμε μια χαρά. Φυσικά κάθε βοήθεια από τον Δήμο θα ήταν ευπρόσδεκτη, αλλά και έτσι μια χαρά είμαστε», ανέφερε.
Λόγος έγινε ακόμα και για την υποδομή που έχει ή, μάλλον, δεν έχει ο Δήμος Αμαρουσίου για τους τυφλούς. Εκτός από μια στάση δημοτικής συγκοινωνίας και μια ταμπέλα για διάβαση πεζών τυφλών που βρίσκονται έξω από τον οίκο, πουθενά δεν υπάρχει οτιδήποτε άλλο αντίστοιχο.
Πρόταση της προέδρου είναι να τοποθετηθούν τόσο φανάρια ειδικά για τους τυφλούς ανθρώπους, όσο και «οδηγοί τυφλών» στους δρόμους, καθώς και ειδικές ράμπες προς διευκόλυνση των μετακινήσεων τους. Σύμφωνα με την ίδια, για τις κυρίες που φιλοξενούνται στο ίδρυμα δεν συντρέχει λόγος μετακίνησης, αλλά υπάρχουν δεκάδες άλλοι άνθρωποι με προβλήματα όρασης που δεν είναι σε ιδρύματα και μετακινούνται καθημερινώς. Επιπλέον πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη και για όσους δεν είναι Μαρουσιώτες, αλλά επισκέπτονται την πόλη. «Η υποδομή θα πρέπει να υπάρχει, ασχέτως αν την χρησιμοποιούν Μαρουσιώτες τυφλοί ή όχι», λέει χαρακτηριστικά η κ. Λιβανού.
Μαθήματα ζωής
Αρκεί να ακούσει κανείς με τι όρεξη μιλούν για την ζωή οι 9 κυρίες που φιλοξενούνται στον οίκο και αμέσως θα αναρωτηθεί ποιος τελικά έχει δικαίωμα να παραπονιέται και να μιλά για προβλήματα. Μέσα από τα δικά τους μάτια είδαμε ότι η ζωή αξίζει να συνεχίζεται παρά τα εμπόδια που έρχονται κάθε φορά.
Σε ιδιαίτερα θερμό και οικογενειακό κλίμα, όλες οι κυρίες έδειξαν απόλυτα ικανοποιημένες με τη ζωή τους στον οίκο. Πλέκουν, συζητούν, τραγουδούν και απαγγέλλουν ποιήματα. «Ούτε να μας γεννούσε, μάνα μας είναι», ανέφερε η κ. Σοφία Μαραπίδου (51 χρόνια στο ίδρυμα), δείχνοντας ευγνωμοσύνη για το πρόσωπο της κ. Έφης Λιβανού, η οποία και ανταπέδωσε με την φράση «είναι αδερφές μου».
Στο ίδρυμα φιλοξενούνται γυναίκες τυφλές εκ γενετής, όπως η κ. Μαρία Χαρτοματζίδου (31 χρόνια στο ίδρυμα) και άλλες που έχουν χάσει την όρασή τους από προβλήματα υγείας ακόμα και λάθη γιατρών, όπως οι κυρίες Μαρία Ανδρουλάκη (13 χρόνια στο ίδρυμα), Ειρήνη Τζιράκη (12 χρόνια στο ίδρυμα) και Ευγενία Κόλια (46 χρόνια στο ίδρυμα). Παρ’ όλα αυτά, δεν διαφέρουν σε τίποτα από όλους εμάς, ή μάλλον διαφέρουν στο εξής: Στο ότι ξέρουν να εκτιμούν το «δώρο» αυτό που λέγεται ζωή, χωρίς να παραπονιούνται, έχοντας επιλέξει να βλέπουν τον κόσμο μέσα από τα «μάτια της ψυχής» τους.
Εύη Τσερμπίνου