Κυρία Ράπτη, μετά την πολύχρονη ενασχόλησή σας με την τοπική αυτοδιοίκηση, αποφασίζετε να θέσετε υποψηφιότητα στις ευρωεκλογές. Πώς πήρατε αυτήν την απόφαση;
Αποφάσισα να είμαι υποψήφια για την Ευρωβουλή ακριβώς επειδή έχω ασχοληθεί με την τοπική αυτοδιοίκηση. Έχω έρθει σε επαφή με τα προβλήματα που απασχολούν τους συμπολίτες μου από κοντά. Προσπαθώντας ν’ αντιμετωπίσω τα καθημερινά προβλήματά τους απ’ τις θέσεις της δημοτικής συμβούλου κι αργότερα της αντιδημάρχου Ψυχικού, έχω αντιληφθεί την επιτακτική ανάγκη της έμπρακτης ευρωπαϊκής συμβολής στην περιφέρεια, που κατ’ εμέ είναι κομβικής σημασίας για την ανάπτυξη της χώρας.
Τα τελευταία χρόνια, κατά την περίοδο της κρίσης, οι Έλληνες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην Ευρώπη. Πώς πιστεύετε πως μπορεί ν’ αντιστραφεί το κλίμα του ευρωσκεπτικισμού;
Αποδεδειγμένα, όταν τα κράτη διανύουν δύσκολες κι επώδυνες για το λαό περιόδους, αναζητούν την ασφάλεια της εσωστρέφειας. Οι λάθος πολιτικές στο εσωτερικό της χώρας, «νομιμοποιούνταν» βάζοντας μπροστά την κακή Ευρώπη, αντί να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους για την κατάσταση στην οποία οδηγηθήκαμε. Σε καμιά περίπτωση δεν παραβλέπω τα ευρωπαϊκά λάθη, αλλά θέλω να δώσω ιδιαίτερη έμφαση στην ευρωπαϊκή αρωγή τα τελευταία χρόνια. Από την εμπειρία μου στην τοπική αυτοδιοίκηση έχω δει αρκετές κινήσεις τροφοδότησης της ελληνικής επιχειρηματικότητας, υποδομών κι εκπαίδευσης. Αλλά αυτή η βοήθεια δεν είναι επαρκής, γι’ αυτό άλλωστε θέλω να προσπαθήσω στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, για να κάνω σαφές πως η Ευρώπη πρέπει να είναι έμπρακτα παρούσα στην καθημερινότητα του πολίτη κι όχι μόνο μια λύση έκτακτης ανάγκης. Μόνο έτσι ο Έλληνας θα μπορέσει να ξεπεράσει τη δικαιολογημένη καχυποψία του για τα κίνητρα της ευρωπαϊκής ηγεσίας.
Η πλειοψηφία των Ελλήνων έχει ταυτίσει τη μνημονιακή λιτότητα με την Ευρώπη, γι’ αυτό άλλωστε την αντιμετωπίζει εχθρικά και με καχυποψία.
Σε αυτό θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω. Στις τελευταίες εκλογές η πλειοψηφία των Ελλήνων επέλεξε την παραμονή της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, αποφασίζοντας με ρεαλισμό κι αίσθημα ευθύνης. Κανένας δεν αμφισβητεί τη σκληρότητα των μνημονίων, αλλά όπως αποδείχτηκε στην πράξη δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Η έξοδός μας στις αγορές κι η αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη της χώρας δικαιώνει τις θυσίες του ελληνικού λαού και κατά τη γνώμη μου σιγά-σιγά αποκαθιστά τη χαμένη εμπιστοσύνη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.