Γράφει η Ξένια Γιαννάκου – Από την έντυπη έκδοση της καθημερινής ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ Κηφισιά – Νέα Ερυθραία – Εκάλη, Διόνυσος 04/02/2022
Ειλικρινά, δεν μπορώ να διαχωρίσω ποιο από τα δύο συναισθήματα έχει το πάνω χέρι στην ψυχοσύνθεσή μου, μετά τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης και τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη.
Το μυαλό δεν μπορεί ακόμα, τόσα εικοσιτετράωρα μετά να διαχειριστεί το γεγονός. Ένα παιδί περπατά στο δρόμο και λίγα λεπτά μετά βρίσκεται δολοφονημένο… έτσι χωρίς λόγο. Όχι γιατί ήταν οπαδός του Άρη! Όχι!
Δολοφονήθηκε χωρίς λόγο, τελεία και παύλα. Το να δολοφονείς εν ψυχρώ κάποιον επειδή είναι οπαδός αυτής ή της άλλης ομάδας, δεν είναι λόγος. Ο λόγος που δολοφονείς ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ εν ψυχρώ είναι γιατί έχεις μέσα σου μίσος, έχεις μαύρη ψυχή, κανένα σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και ζεις έξω από την κοινωνία και τους κανόνες της.
Ακόμα κι αν οι επιπτώσεις της παραβατικότητάς σου, έρθουν κάποια στιγμή και σε βρουν πριν φτάσεις στο απόλυτο κακό, δυστυχώς όπως αποδείχθηκε, δεν υπάρχει ο τρόπος να σε κρατήσουν κλεισμένο, απομονωμένο από την κοινωνία, με στόχο και αυτή να προστατευτεί και εσύ να σωφρονιστείς (ας πούμε τώρα, γιατί αυτό είναι ένα άλλο, τεράστιο θέμα).
Και ξαναβγαίνεις στον δρόμο, ξαναβγαίνεις στην κοινωνία και προκαλείς το απόλυτο κακό. Άνθρωποι σεσημασμένοι, άνθρωποι που θα έπρεπε να το σκέφτονται πριν βγουν στον δρόμο οπλισμένοι, δεν μπορούν να έχουν την άνεση να δρουν έτσι.
«Φέρτε μου ένα σύννεφο να πέσω», θα μου πείτε. Η πρώτη φορά είναι; Ή μήπως πραγματικά πιστεύει κάποιος ότι αυτή θα είναι η τελευταία;
Εξ ’ου και η αρχική μου απορία. Οργή ή πλήρης απογοήτευση;
«Είναι χρέος τιμής να βρει η ΕΛ.ΑΣ. όλους τους δράστες, να αποδοθεί Δικαιοσύνη και η κοινωνία να γνωρίζει ότι η ΕΛ.ΑΣ. ξέρει και μπορεί και κάνει τη δουλειά της και λειτουργούν οι θεσμοί» ανέφερε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος.
Ναι, η Αστυνομία θα κάνει το χρέος της, κανείς δεν το αμφισβητεί κύριε υπουργέ. Όμως είναι αργά για το παιδί και την οικογένειά του. Όπως ήταν αργά και για όλους εκείνους που έχουν χάσει τη ζωή τους ή την υγεία τους από οπαδική βία.
Κι αν είμαστε οργισμένοι, εμείς, που στο μυαλό μας ο αθλητισμός αλλά και κάθε έκφανση κοινωνικότητας και αλληλεπίδρασης με τους γύρω μας, οφείλει να είναι κάτι αγνό και να φτάνει μόνο μέχρι το σημείο της καζούρας, ποιοι θα μας ακούσουν;
Κι έτσι, φτάνουμε στην πλήρη απογοήτευση… Φοβόμαστε πλέον ότι δεν θα αλλάξει τίποτα και ότι τα μεγάλα λόγια θα μείνουν απλά λόγια.
Γι’ αυτό και -για μία ακόμα φορά- καταπίνουμε την οργή και συμβουλεύουμε τα παιδιά μας: «Προσπάθησε να είσαι όσο πιο αόρατος γίνεται, μη μιλάς, μην απαντάς, μη δίνεις αφορμή, γιατί ποτέ δεν ξέρεις σε ποιον θα πέσεις».
Δυστυχώς…