Γράφει ο Γιώργος Κατρούγκαλος Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθήνας.
Απέναντι στην πρωτοφανή και κλιμακούμενη τουρκική επιθετικότητα, η κυβέρνηση περιορίζεται να απαντά με επικοινωνιακή διπλωματία και ν’ αναζητά δηλώσεις συμπαράστασης, συχνά χλιαρές, από εταίρους και συμμάχους. Όμως, μια ενεργητική εξωτερική πολιτική δεν πρέπει να αντιδρά απλώς αντανακλαστικά στις προκλήσεις της άλλης πλευράς, αλλά να προωθεί ένα συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο, με τελικό σκοπό την εμπλοκή της Τουρκίας σε ένα ουσιαστικό διάλογο με βάση το Διεθνές Δίκαιο.
Η επέκταση των χωρικών υδάτων δεν αποτελεί πανάκεια αλλά τμήμα μιας παρόμοιας στρατηγικής. Θυμίζω ότι η σχετική πολιτική απόφαση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τμηματική επέκταση είχε ανακοινωθεί ήδη το 2018, κατά την τελετή παράδοσης – παραλαβής Κοτζιά σε Τσίπρα και ο σχετικός νόμος είχε ανακοινωθεί στο ΕΣΕΠ το 2019. (Θεωρήσαμε ότι η προηγούμενη επιλογή της επέκτασης με Προεδρικά Διατάγματα είχε αφενός συνταγματικό πρόβλημα, δεδομένου ότι ρητά προβλέπει το Σύνταγμα -άρθρο 27 παρ. 1- ότι καμία μεταβολή στα όρια της Επικράτειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς νόμο, που ψηφίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Αφετέρου παρόμοιο μείζον ζήτημα έπρεπε να συζητηθεί αναλυτικά στη Βουλή).
Οι πρόωρες εκλογές δεν επέτρεψαν να ψηφιστεί ο νόμος. Η Νέα Δημοκρατία, πάντως, είχε δημαγωγήσει τότε και ως προς την εθνική αυτή επιλογή, χαρακτηρίζοντάς την, με δηλώσεις των Τομεαρχών Εξωτερικών και Άμυνας, επικίνδυνη, διότι «υποσκάπτει θεμελιώδεις θέσεις της εξωτερικής μας πολιτικής» και ως «προσχώρηση στην επιχειρηματολογία της Τουρκίας ότι στο Αιγαίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως το Δίκαιο της Θάλασσας, διότι δήθεν πρόκειται για ειδική περίπτωση. Εμείς, φυσικά, ως πατριωτική δύναμη ευθύνης, στηρίξαμε την τμηματική επέκταση στο Ιόνιο όταν την έφερε στη Βουλή η κυβέρνηση της ΝΔ, σε μια κυβίστηση χωρίς αυτοκριτική.
Η αντιφατική πολιτική της κυβέρνησης όμως συνεχίστηκε: ενώ τον Ιανουάριο του 2021 ο Υπουργός Εξωτερικών ρητά προανήγγειλε, όπως είχαμε προηγουμένως ζητήσει, την επέκταση των χωρικών υδάτων νότια και ανατολικά της Κρήτης, έκτοτε αδράνησε πλήρως, παραπέμποντας το θέμα στις ελληνικές καλένδες. Είναι προφανές ότι θα ήταν πολύ προτιμότερο η επέκταση να είχε γίνει τότε, σε ουδέτερο από πλευράς έντασης πολιτικό χρόνο. Ο Αλέξης Τσίπρας επανάφερε την πρόταση αυτή στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με πρώτο βήμα την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας νότια και ανατολικά της Κρήτης, στο Καστελλόριζο και αργότερα όπου αλλού στην Ανατολική Μεσόγειο κριθεί ότι είναι αναγκαίο. Η λογική της πρότασης υπερβαίνει κατά πολύ την ανάγκη να διεμβολιστεί το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, ούτως ώστε να μην υπάρξει επανάληψη της κρίσης του 2020, όταν το τουρκικό ερευνητικό Oruc Reis πραγματοποίησε έρευνες εντός της υφαλοκρηπίδας μας, ως τα 6,5 ν.μ. από το Καστελλόριζο και 8 ν.μ. από τη Ρόδο χωρίς συνέπειες.
Η ενέργεια αυτή -άσκησης κυριαρχίας- εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική, στο πλαίσιο της οποίας η Ελλάδα θα καλέσει τις όμορες χώρες της στην Ανατολική Μεσόγειο σε συνομιλίες προκειμένου να υπάρξει οριοθέτηση της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας με προσφυγή στη Χάγη. Η πρώτη κίνηση πρέπει να είναι η επανέναρξη διαπραγματεύσεων με τη Λιβύη, αλλά και η συνέχιση των συνομιλιών με την Αίγυπτο, για επέκταση της σημερινής ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας. Παράλληλα, η χώρα μας πρέπει να επιδιώξει την άσκηση πίεσης προς την Τουρκία, προκειμένου να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για οριοθέτηση ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδας με εμάς και τις άλλες όμορες χώρες της στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο του Δίκαιου της Θάλασσας. Αναγκαίος όρος για μια παρόμοια διαπραγμάτευση θα πρέπει να είναι η συμμετοχή σε αυτήν της Κύπρου. Στο πλαίσιο αυτό, σε συνέχεια των κυπριακών εκλογών, μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική για επανέναρξη των δικοινοτικών συνομιλιών. Παράλληλα, οποιαδήποτε διαπραγμάτευση για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο, θα πρέπει να συνδυαστεί με την επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών Τουρκίας και Ελλάδας, που επικεντρώνονται στο Αιγαίο.
Σήμερα που βλέπουμε ακόμα και χώρες όπως το Ισραήλ και τον Λίβανο, που είναι σε κατάσταση πολέμου, να βρίσκουν τον δρόμο για να ενεργοποιηθεί η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, είναι ανάγκη και εμείς να κινηθούμε δημιουργικά και ενεργητικά. Σήμερα, μπορούμε και πρέπει να επιδιώξουμε την ενθάρρυνση και την πίεση από τους συμμάχους μας προς την Τουρκία προκειμένου να καθήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Δεν είναι καιρός για αναβλητική ή επικοινωνιακή διπλωματία.