Γράφει ο Γιώργος Αράπογλου – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας – φύλλο Ηρακλείου – Λυκόβρυσης – Πεύκης – Μεταμόρφωσης 16/03
Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, με τα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη, το ΑΠΘ και αλλού, κατέδειξαν με τον πιο τρανό τρόπο τη συντριπτική ήττα που έχει υποστεί η κοινωνία μας σε πολλαπλά επίπεδα. Το χειρότερο, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι αυτός ο διχασμός που έχει απλωθεί σαν ιστός αράχνης πάνω από τα κεφάλια μας και, μέρα με τη μέρα, γίνεται πιο απειλητικός για το αύριο. Αυτό το «μαζί μας ή εναντίον μας», καθημερινά γίνεται θηλιά που μας πνίγει. Και μας πνίγει. Και στο τέλος, δεν θα μας μείνει ανάσα.
«Γιατί τσακίστηκε να βγάλει διάγγελμα ο Μητσοτάκης όταν χτυπήθηκε ο αστυνομικός; Μόνο για τα δικά του παιδιά τον νοιάζει τελικά», ο ένας. «Γιατί δεν κάνατε πορεία για τον αστυνομικό; Μόνο οι τρομοκράτες σάς νοιάζουν;», ο άλλος. Και στη μέση, εκείνοι που τους έχει μείνει η στοιχειώδης λογική, να τρώνε το περισσότερο «ξύλο» και από τα δύο άκρα. Όποιος τόλμησε να ψιθυρίσει δυο κουβέντες λογικής, ένιωσε τα χέρια του να ξεσκίζονται από τους ώμους, σαν το σχοινί μιας διελκυστίνδας που τελειώνει μόνο όταν κοπεί. «Ισαποστάκηδες», ο νέος όρος που λούζει σαν βδέλυγμα όσους προσπαθούν να εξηγήσουν πως το να αναλωθούμε σε έναν αιματηρό πόλεμο, που τα μόνα θύματα που θα έχει, εκτός από τα ίδια τα φυσικά, βεβαίως, θα είναι η Αλήθεια, η Δημοκρατία και η Ελευθερία, για τις οποίες αγωνιζόμαστε όλοι.
«Κυρ Παντελής», ήταν η μεγαλύτερη ύβρις που άκουσα. Γιατί, εκεί έχουμε φτάσει. Αν κρίνω πως η ακροβασία στα άκρα είναι το μεγαλύτερο λάθος, είμαι ή φοβιτσιάρης ή πουλημένος. Όχι, παιδιά, πρέπει να το ξανασκεφτούμε. Και αυτή τη φορά, σοβαρά. Έγραφα τα παρακάτω στον προσωπικό μου λογαριασμό. Και, ακόμα και σήμερα, δεν θα άλλαζα ούτε κόμμα. Όχι από πείσμα. Αυτή είναι η άποψή μου. Από παιδί ήμουν «ροκάς». Και, όπως λέει ο αγαπημένος μου Βασίλης Παπακωνσταντίνου: «Δεν ξέρω τι είναι το ροκ. Η λέξη σημαίνει »βράχος». Δηλαδή, έχω θέση και άποψη και εμμένω σαν βράχος σε αυτές τις απόψεις μου».
Τα παρακάτω, λοιπόν, είναι ο δικός μου «βράχος». Είναι δυνατόν να θέλει οποιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος να υπάρξει νεκρός στους δρόμους; Είναι δυνατόν να πιστεύουν ορισμένοι ότι αυτοί που ποδοπατούσαν τον αστυνομικό εκφράζουν την πλειονότητα του κόσμου που αναζητά την κοινωνική δικαιοσύνη; Είναι, ωστόσο, κανείς τόσο αφελής που δεν περίμενε ότι κάποια στιγμή τα πράγματα θα ξεφύγουν; Είναι δυνατόν οποιοσδήποτε έχει ελάχιστο μυαλό στο κεφάλι του να δικαιολογεί το λιντσάρισμα του αστυνομικού;
Υπάρχει, όμως, κάποιος που δεν πίστευε ότι κάποια στιγμή θα γινόταν κι αυτό; Όταν σε κάθε κοινωνικό πρόβλημα η απάντηση είναι ΜΑΤ και βία, κάποια στιγμή η αντίδραση θα ήταν βία στα ΜΑΤ. Το ευχόσουν; Όχι βέβαια. Το φοβόσουν; Σίγουρα. Και παρακαλούσα να συμβεί όσο το δυνατόν αργότερα. Να κερδηθεί χρόνος μήπως και αλλάξει κάτι. Δεν άλλαξε. Βασικά, ποτέ δεν υπήρξε πρόθεση να αλλάξει. Ίσως και να υπάρχει λόγος γι’ αυτό.
Καιρό τώρα κοιμόμαστε και ξυπνάμε με τον φόβο ότι το σχοινί που τεντώνεται καθημερινά θα κοπεί βίαια και, δυστυχώς, με αίμα. Δεν έχει σημασία ποιου. Σημασία έχει να μην χύνεται. Την ευθύνη για όλο αυτό, όλοι ξέρουμε ποιος την έχει. Έχουμε πει άπειρες φορές. Τα δάχτυλα δεν είναι τόσο χοντρά για να μπορέσουμε να κρυφτούμε από πίσω. Το κακό είναι ότι ούτε αυτή τη φορά φαίνεται διατεθειμένος να αναλάβει την ευθύνη. Αντίθετα, θα εξακολουθήσει να κουνάει το δάχτυλο. Και σαν χατζάρι, θα σχίζει την κοινωνία στα δυο. Καλό θα είναι να το παραδεχτούμε κι αυτό.
Αυτή τη στιγμή, το σημαντικότερο όλων είναι να μην πάθει τίποτα ο άνθρωπος. Το εύχομαι ολόψυχα. Και, όταν, με το καλό, αναλάβει ξανά τα καθήκοντά του, να σκεφτεί πολύ καλά και να το συζητήσει με τους συναδέλφους του, ποιους έχουν κάθε φορά απέναντί τους και για ποιο σκοπό ρισκάρουν τις ζωές ένθεν κακείθεν. Μπορεί οποιοσδήποτε να διαφωνήσει. Μπορεί να συμφωνήσει ή να αδιαφορήσει. Το μόνο βέβαιο, είναι ότι πρέπει να σκεφτεί. Να σκεφτεί πού οδηγεί αυτή η κατάσταση. Ο βράχος μπορεί να είναι αμετακίνητος, αλλά, όταν ξεσπάς με βία πάνω του, σταδιακά θρυμματίζεται. Λαξεύεται σαν γλυπτό. Ο βράχος μπορεί να μετατραπεί σε βρόγχο, αν τον αφήσεις. Πόση βία μπορεί να αντέξει; Εξαρτάται από τη θέλησή του να αντέξει. Αν είναι μεγάλη, μπορεί η ίδια η βία να σπάσει πάνω του. Ας είναι αυτή η νίκη της κοινωνίας.