Γράφει ο Δημήτρης Μασούρης: Επίτιμος σχολικός σύμβουλος φιλόλογων
«Κι οι Μαρουσιώτες φάνηκαν
στον κάμπο της Φλιέγας πέρα
να πολεμάνε την Τουρκιά, αφάγωτη ακρίδα»
(Δημοτικό τραγούδι)
Το πελοποννησιακό μήνυμα της επανάστασης των Ελλήνων του 1821 δόθηκε από τον Μελέτη Χατζηβασιλείου, οπλαρχηγό της Χασιάς σε μια Μαρουσιώτισσα, που δούλευε στα αμπέλια στις Αδάμες γραμμένο πάνω σε κετσέ (πίλημα από φέσι) σύμφωνα με τις διηγήσεις των γεροντότερων Μαρουσιωτών.
Η Μαρουσιώτισσα μόλις πήρε το μήνυμα μάζεψε μερικές λευκές αγριοβιολέτες -ζύγωνε και το Πάσχα- το κάλυψε με αυτές και έφυγε αμέσως για το Μαρούσι να το παραδώσει στον Παπασυμεών, που λειτουργούσε εκείνη την ώρα στην Παναγία.
Αυτός παραμέρισε τα λουλούδια. Είδε τον κετσέ με τα γράμματα που είχαν σημειωθεί και ειδοποίησε αμέσως τον Αναστάση Λέκκα. Αυτός αργότερα ήταν ο ήρωας, που είχε οδηγήσει τους διακόσιους Αμαρουσιώτες με τον Γαβριήλ Αναστασίου, τον ηγούμενο του Βρανά στον ελαιώνα των Σωχωρίων, όπου σε αψιμαχία νίκησαν τους Τούρκους. Ο Αναστάσης λοιπόν μόλις πήρε το μήνυμα κάλεσε αμέσως τους δικούς του ένοπλους άντρες και μαζί με τον Μελέτη Χατζηβασιλείου και τον Μήτρο Σκευά ξεκίνησαν για το Ούλμπερι, όπου με τους Χασιώτες και τους Κιουρκατιώτες έδωσαν την πρώτη μάχη της επανάστασης στην Αττική, αντιμετωπίζοντας τον Ομέρ Πασά της Εύβοιας που είχε φτάσει εκεί για να ενισχύσει την άμυνα των Τούρκων στην Ακρόπολη της Αθήνας. Τα χωριά της Αττικής είχαν ξεσηκωθεί!
Αλλά εν τω μεταξύ στο Μενίδι υπήρχε μεγάλος πατριωτικός ενθουσιασμός. Είχαν συγκεντρωθεί εκεί και άλλα επαναστατικά σώματα από τον Μεσογείτη Γιάννη Ντάβαρη, άλλους Αθηναίους, το Νίκο Σαρρή και τον Συμεών Ζαχαρίτσα.
Αυτοί όλοι είχαν συμφωνήσει η αρχηγία του επαναστατικού αγώνα να δοθεί στον Μελέτη Χατζηβασιλείου και με τη συγκατάθεση του Μητροπολίτη Αθηνών Διονυσίου, να κατευθύνονται στον απελευθερωτικό αγώνα από τον Λειβαδίτη Φιλικό Δήμο Αντωνίου. Οι επαναστάτες αυτοί έδρασαν αιφνιδιαστικά τη νύχτα της 25ης προς 26 του Απριλίου και επιτέθηκαν εναντίον των Τούρκων, που είχαν κλειστεί στο κάστρο της Ακρόπολης.
Ο επισιτισμός του επαναστατικού σώματος θα γινόταν από το Μοναστήρι της Πεντέλης. Ηγούμενος τότε ήταν ο Μαρουσιώτης Κύριλλος Δέγγλερης. Αυτός θα εφρόντιζε να ετοιμάζει ημερησίως ατομικές μερίδες ψωμιού για τους επαναστάτες, τα λεγόμενα «καλογεράκια» και τα μπαρουτόβολα.
Στην πολιορκία τραυματίστηκαν και πέθαναν πολλοί Αμαρουσιώτες -αθμονείς με το αρχαίο όνομα της καταγωγής τους-, αλλά και από την οικογένεια Λέκκα ο Θανάσης μαζί με τον Δήμο Αντωνίου, που ήταν σημαντικά στελέχη του επαναστατικού αγώνα και σπουδαίοι καθοδηγητές.
Για ενίσχυση όμως είχε φτάσει στην Αθήνα από το Μαρούσι εφοδιοπομπή σύμφωνα με τον Μακρυγιάννη «και ο γέρος Μήτρος Λίτζας με τους χωριανούς του και όλα τους τα βόδια και σκουτιά των σπιτιών τους κι έντυναν και έθρεψαν τους συμπολίτες τους τους δυστυχισμένους Αθηναίους, όπου συναγωνίζονταν εξ αρχής εις τα δεινά της πατρίδος. Και τότε ως αδελφοί μέραζαν το ιδικόν τους». (Μακρυγιάννη Ι Απομνημονεύματα σελ. 227).
Οι Τούρκοι όμως κατάφεραν να επικοινωνήσουν με τον Ομέρ Βρυώνη, που είχε στρατοπεδεύσει στη Χαλκίδα. Εκείνος έφτασε πάνοπλος και διέλυσε την πολιορκία της Ακρόπολης. Οι Έλληνες μπροστά στη συμφορά κατέφυγαν στις πλαγιές της Πάρνηθας (του Οζά). Κι έτσι ναυάγησε η πολιορκία της Ακρόπολης, μ’ αποτέλεσμα να υπάρξουν πολλά θύματα Ελλήνων οπλαρχηγών και στρατιωτών.
Όμως για να παρθεί το κάστρο της Αθήνας και να ελευθερωθεί η Αττική και αργότερα η τουρκοκρατούμενη χώρα μας, χρειάστηκε μεγάλος αγώνας ζωής -θανάτου- και οι Μαρουσιώτες δεν δίστασαν να προσφέρουν την ύπαρξή τους, όταν ζητήθηκε. Οι μαρμάρινες επιτύμβιες πλάκες, που στήθηκαν στις πλατείες Ηρώων και Αγίων Αναργύρων του Αμαρουσίου το επιβεβαιώνουν. Και δεν είναι αυτοί μόνον οι πεσόντες. Και οι Μαρουσιώτισσες γυναίκες μετείχαν στον αγώνα ανάμεσά τους είναι γνωστή και η Ορσαλία Πετρούτσου, η γυναίκα που ανέβηκε στην Ακρόπολη, κρατώντας με το ένα χέρι το παιδί της στην αγκαλιά της και με το άλλο την σπάθα της.
Όμως είναι πρώτοι αυτοί που με προθυμία υπακούοντες στα κελεύσματα των φιλικών ύψωσαν, χορεύοντας τον τσάμικο διψασμένοι για λευτεριά στο προαύλιο της προστάτριας Παναγίας της Μαρουσιώτισσας, την επαναστατική σημαία λευκή με γαλάζιο σταυρό. Έτσι την είχαν υφάνει στον αργαλειό οι Μαρουσιώτισσες, όπως την είχε εκπονήσει, σκίζοντας ένα κομμάτι από το ράσο του και ο Παπαφλέσσας κατά τη μάχη στο Μανιάκι και όπως την είχε δει να κυματίζει κατά την επίσκεψή του στο Μαρούσι και ο Δανός περιηγητής Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, που την περιγράφει στο «οδοιπορικό» του.
Υπόμνημα – Τοποθεσίες:
Αδάμες = αμπέλια των Μαρουσιωτών στους πρόποδες της Πάρνηθας
Φλιέγα = Φλύα, Χαλάνδρι
Σωχώρια (έσω χώρα) = Ν.Α. του Αμαρουσίου, περίπου στο Πολύδροσο
Ούλμπερι = περιοχή μεταξύ Καλάμου και Καπανδριτίου.
Δείτε: Αφιέρωμα της «Α»: 1821-2021: 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση