Το θέαμα εδώ είναι καταπληκτικό και αξίζει κανείς να το απολαύσει. Ένα τεράστιο χωνί ολόγυρα με ελαφρόπετρα ασπρόγκριζα, που έχει στη μέση του ένα άνοιγμα, όπως γίνεται συνήθως, όταν μεταφέρεις από ένα δοχείο σε άλλο με χωνί ζάχαρη. Εδώ, εννοώ μέσα στον κρατήρα, δεν είναι εύκολο να κατεβείς, γιατί υπάρχει μεγάλη κατωφέρεια. Αλλά μπορείς κυκλικά να κατεβαίνεις μέχρι εκεί, που μπορείς στη χοάνη, κάνοντας μεγάλους γύρους, γιατί βγαίνουν σε κάθε πάτημά σου ζεστές αναθυμιάσεις θειαφιού με ατμούς. Τότε θυμάσαι:
Ο Εμπεδοκλής, ο φιλόσοφος από τον Ακράγαντα της Σικελίας, ο ερευνητής των φυσικών φαινομένων, την ώρα που επισκεφτόταν το ηφαίστειο της Αίτνας, εκείνο ξύπνησε και αυτός εξαφανίστηκε το 434 π.Χ. μέσα σ’ αυτό. Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος, ρωμαίος στρατιωτικός και συγγραφέας επιστημονικής εγκυκλοπαίδειας και της ιστορίας της Φύσης –Φυσική Ιστορία– υπήρξε θύμα της περιέργειάς του στην έκρηξη του Βεζουβίου το 79 μ.Χ. Είχε πάει εκεί για να σπουδάσει το φυσικό φαινόμενο.
Και σκέφτεσαι την ηρωίδα του Παπαδιαμάντη, τη θεία Μαλαμώ, όταν έλεγε πως «τώρα οι άνθρωποι γινήκαν απόκοτοι».
Παντού ξηρασία. Ζέστη ανυπόφορη, ατμόσφαιρα αποπνικτική. Κατάκοποι γυρίσαμε στην ακτή και μπήκαμε στο ταχύπλοο σκάφος μας την «Αφροδίτη». Απομακρυνθήκαμε, κά-
νοντας τον περίπλου και αγκυροβολήσαμε σε ένα υπήνεμο μυχό. Εκεί βρήκαμε και δύο άλλα καΐκια με ξένους τουρίστες, που κολυμπούσαν. Το νερό εδώ είναι ζεστό και υπάρχει πολλή λάσπη. Κολυμπούσαν μέσα στη λάσπη και είχαν μεταβληθεί σε αρχαία πήλινα ειδώλια. Ρωτήσαμε να μάθουμε για την επιθυμία όλων να κολυμπήσουν εκεί. Μας απάντησαν πως είναι ιαματικά λουτρά ζεστά από το ηφαίστειο. Μια γεωργιανή μαγείρισσα του καΐκιού μας, που είχαμε φιλική συζήτηση μαζί της, μας συμβούλεψε να μην επιχειρήσουμε να μπούμε στο νερό. Την ακούσαμε πρόθυμα.
Με κατεύθυνση τη Θηρασιά, ξεκινήσαμε μετά το μπάνιο των ξένων, όπου φθάνοντας ρίξαμε άγκυρα. Σχεδόν ο ήλιος έγερνε προς τη δύση. Ήταν η ώρα του φαγητού και η «Αφροδίτη» ήταν εξοπλισμένη με τα απαραίτητα της ώρας νόστιμα εδέσματα, που είχε ετοιμάσει η καλή γεωργιανή μαγείρισσα. Η τραπεζαρία γέμισε από τους τουρίστες. Στο πιάνο κατά τη διάρκεια του δείπνου ένας Ελληνοσλοβάκος πιανίστας απέδιδε εύθυμη μουσική από μνήμες με τραγούδια και σερενάτες διάσημων συνθετών: Περγκολέζε, Γκλουκ, Σούμπερτ, Σούμαν, Χατζηδάκη και Θεοδωράκη.
Τώρα η πλώρη της Αφροδίτης ξανοιγόταν προς το άνοιγμα της Καλντέρας με κατεύθυνση το στενό ανάμεσα στη Θηρασιά και την Οία. Ήταν η ώρα του ηλιοβασιλέματος. Πολλά καΐκια είχαν πλευρίσει εδώ. Οι γλάροι πήγαιναν να φωλιάσουν στα απόκρημνα βράχια της Οίας. Ο ήλιος έγερνε στη δύση του. Θα βλέπαμε το ηλιοβασίλεμα από τη θάλασσα. Και ήταν ένας ήλιος φλογάτος, που έριχνε τις ακτίνες του πάνω στο κύμα, σχηματίζοντας ένα δρόμο χρυσαφένιο, που σε καλούσε να τον περπατήσεις. Μαγεία σε όνειρο πάνω στο κύμα! Δρόμος πραγματοποιήσεων μα μάταιων προσδοκιών θριάμβου. Και ο Ελληνοσλοβάκος πιανίστας έπαιζε στο πιάνο τούτη την ώρα βαρκαρόλες του Ροσσίνι και δικών μας συνθετών, Λαμπελέτ, Λαυράγκα, Ριτσιάρδη, Ξαρχάκου. Είχαμε μείνει όλοι έκθαμβοι μπρος στο καταπληκτικό θέαμα και το παράλληλο μουσικό άκουσμα. Σιγή απέραντη επικρατούσε. Όλοι είχαμε γίνει ένα μάτι να βλέπουμε και ένα αυτί να ακούμε. Το θαύμα αυτό του ηλιοβασιλέματος χειροκρότησα πρώτος. Και όλοι οι άλλοι ξένοι ύστερα. Και με συνέχαιραν.
Ακολούθησε χορός πάνω στην «Αφροδίτη». Η ευλύγιστη ξεναγός πρωτοστάτησε. Οι μηχανές του ταχύπλοου καϊκιού, που έμοιαζε με αντίγραφο γαλέρας του Βενετού Μάρκου Σανούδου, που ίδρυσε το Δουκάτο του Αιγαίου (1207 μ.Χ.) σήμαναν την ώρα της επιστροφής. Περάσαμε από το παλιό λιμάνι της Σαντορίνης (Σάντα Ειρήνη=Αγία Ειρήνη=Σαντορίνη), όπου στο τελεφερίκ αφήσαμε μερικούς ξένους και πλέοντας σχεδόν κοντά στο ναυάγιο του «Διαμαντιού της θάλασσας» επιστρέψαμε στο λιμάνι του Αθηνιού, απ’ όπου είχαμε ξεκινήσει.
Ο ωραίος περίπατος στην Καλντέρα είχε τελειώσει και η επίσκεψη στον κρατήρα της Σαντορίνης ήταν μία ωραία ανάμνηση!