Πολύς λόγος γίνεται για την ανάγκη αυτογνωσίας την οποία πρέπει να καλλιεργήσουμε ως λαός, να επανακτήσουμε τη χαμένη αρετή που θα συμβάλλει στην αναβάθμιση του πολιτικού και πολιτιστικού επιπέδου. Μιλάμε διαρκώς για το μεγαλείο του κλασικού πολιτισμού της Ελλάδας, αλλά δεν παίρνουμε υπόψη τη μεγάλη χρονική απόσταση από το τότε, και το σήμερα. Ο πολιτισμός, όπως και η ίδια η ζωή, είναι «ζωντανοί οργανισμοί» και πρέπει να ανανεώνονται, να εμπλουτίζονται και να συντηρούνται. Δεν γίνεται κοινωνικά αποδεκτό να επαίρεσαι για τον πολιτισμό των προγόνων σου, χωρίς ο ίδιος να μπορείς να το αποδείξεις αυτό σήμερα.
Γράφει ο κοινωνιολόγος Γιώργος Σταυράκης
Μέσα από αυτή τη λογική θα κάνουμε μια σύντομη θεώρηση της σημερινής ελληνικής κοινωνίας και τις πολύ βαθιές μεταλλάξεις που επήλθαν τα τελευταία 70-80 χρόνια. Η κοινωνία μας -κακά τα ψέματα- τις τελευταίες αυτές δεκαετίες πέρασε διά πυρός και σιδήρου, αλλά χάρις σε κάποιο ακαθόριστο DNA άντεξε και αντιστάθηκε στα χειρότερα. Όχι όμως σε όλα. Η μυλόπετρα της Ιστορίας όλα τα αλέθει, όλα τα αλλάζει. Σήμερα τα δύο τρίτα (2/3) του πληθυσμού, ίσως και περισσότερο, μετακινήθηκε σε δυο τρία αστικά κέντρα και άρα, εκ πρώτης όψεως (prima vista) θα έλεγε κανένας πως εμείς οι Έλληνες απολαμβάνουμε αστικό πολιτισμό.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι άλλη. Ενώ έχουμε περί τα πέντε εκατομμύρια νεοαστούς στην Αθήνα, οι κανόνες που ρυθμίζουν τη λειτουργία μιας αστικής κοινωνίας αγνοούνται από τα μέλη της. Λείπει η αστική ηθική, οι αστικοί κανόνες συμπεριφοράς προς τον συμπολίτη. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και τον παρανοϊκό Εμφύλιο, εμείς οι Έλληνες συρρεύσαμε κατά εκατομμύρια στα αστικά κέντρα της χώρας εντελώς απαράσκευοι και άσχετοι με τους κοινωνικούς κανόνες μιας αστικής κοινωνίας. Η μετάβαση υπήρξε τόσο ραγδαία που μας μετάλλαξε- λίγο πολύ- σε ένα νέο ανθρωπότοπο με χαρακτηριστικά έντονου ανταγωνισμού, ξενοφοβίας και κοινωνικής αλλοτρίωσης. Αυτό δεν συνέβη σε πόλεις της Δυτικής Ευρώπης, διότι σε αυτές η αστική κουλτούρα είχε (έχει) πίσω της διάστημα αιώνων.
Στη δική μας περίπτωση η μετάβαση συντελέστηκε μέσα σε λίγες δεκαετίες. Ως συνέπεια επέφερε μετάλλαξη συμπεριφοράς με νοοτροπία θράσους και, όχι σπάνια, επιθετική, δηλαδή συμπεριφορά αντικοινωνικού χαρακτήρα. Καλό παράδειγμα είναι η περιχαράκωση στο εγώ, και η βαρβαρική οδική ανευθυνότητα με τριπλάσια τροχαία του μέσου όρου (Μ.Ο.) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ταξική ανακατάταξη, όπως την ορίζει ο Μαξ Βέμπερ, έγινε αυθαίρετη, ο καθένας μετά την «αστικοποίησή του» τοποθετεί τον εαυτό του ταξικά εκεί που νομίζει. Ο Γιάννης Τσαρούχης είπε κάποτε το εξής: «Στην Ελλάδα επαγγελματικά είσαι ό, τι δηλώσεις!..» Έτσι σταδιακά χάθηκε η πυραμίδα της κοινωνικής ιεραρχίας και επήλθε μια μορφή ισοπέδωσης προς τα κάτω. Η μεσαία τάξη, που είναι η ραχοκοκαλιά μιας κοινωνίας, αυτό που λέμε κοινωνική διαστρωμάτωση (social stratification) σε πολύ μεγάλο βαθμό, έπαψε λειτουργικά να υπάρχει. Για όλους έμεινε το όνειρο για μια θέση στο Δημόσιο.
Θέλουμε, απαιτούμε μάλλον, να μας στηρίζει παντού και πάντοτε το κράτος, ενώ το κράτος είμαστε ο καθένας από εμάς. Ο Λίνκολν στις ΗΠΑ σε προεκλογική του ομιλία ρωτήθηκε από το πλήθος τι άλλο θα κάνει αν εκλεγεί πρόεδρος. Εκείνος αντέστρεψε το ερώτημα λέγοντας, λίγη αξία έχει τι θα κάνω εγώ, σημασία μεγάλη έχει τι θα κάνετε εσείς για την Αμερική. Τα σημερινά προβλήματα της Ελλάδας είναι πρωτίστως πολιτιστικά.
Οι όποιες πολιτιστικές αξίες υπήρχαν, εγκαταλείφθηκαν και τη θέση τους πήρε η απληστία και ο ψευδο- μοντερνισμός, του θέλω να μοιάσω. Η ικανοποίηση του κατώτερου ένστικτου σε βάρος της πνευματικής καλλιέργειας έγινε περίπου αυτοσκοπός σχεδόν στο σύνολο της κοινωνίας. Ο καθηγητής Χαρίδημος Τσούκας γράφει πως τα τελευταία τριάντα χρόνια στην Ελλάδα κατασκευάσθηκε ένας ναρκισσιστικός ανθρωπότοπος κύρια γνωρίσματα του οποίου είναι η ιδιοτέλεια και η περιφρόνηση των κοινωνικών κανόνων.