Γράφει ο Αναστάσιος Αγγ. Στέφος
δ.φ. Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος, αντιπρόεδρος του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Μουσείου Γ. Δροσίνη»
Jean Moréas, του οποίου ομώνυμη οδός (Ζαν Μορεάς) υπάρχει στην Αθήνα, στη συνοικία του Κουκακίου, είναι φιλολογικό ψευδώνυμο του Ελληνογάλλου ποιητή και λογοτέχνη Ιωάννη Παπαδιαμαντοπούλου (1856-1910), που κατέχει σημαντική θέση στον πνευματικό χώρο της εποχής του.
Γόνος ηρωικών προγόνων – ο ένας παπούς του σκοτώθηκε στην Έξοδο του Μεσολογγίου (1826) και ο άλλος ήταν ναύαρχος του Εικοσιένα (Εμ. Τομπάζης) – γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, γιος του ανώτερου δικαστικού Αδαμάντιου, στην περιοχή της Πλάκας, και σπούδασε Νομικά στο Μόναχο. Από το 1879 εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι, αφοσιωθείς στα γαλλικά γράμματα, όπου προσέλαβε και το ψευδώνυμο Moréas, μακρινή ανάμνηση του Μοριά (La Morée).
Στο Παρίσι έγινε πολύ δημοφιλής, συνδέθηκε με διακεκριμένους Γάλλους λογοτέχνες (Mallarmé, Verlain, Baudelaire, κ.ά.) και έγινε ένας από τους ιδρυτές της Σχολής των Συμβολιστών, εισήγαγε τον όρο Συμβολισμός, δημοσίευσε το Μανιφέστο του Συμβολισμού και εξέδωσε το περιοδικό Συμβολιστής (Symboliste). Αργότερα δημιούργησε δική του λογοτεχνική σχολή τη Ρωμανική (École Romane), επαναφέροντας τις κλασικές τάσεις στη γαλλική λογοτεχνία. Από το ποιητικό του έργο μόνο μια συλλογή είναι γραμμένη στην ελληνική γλώσσα, Τρυγόνες και Έχιδναι, 1878, ενώ το υπόλοιπο (ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα, αισθητικά και λογοτεχνικά δοκίμια, τραγωδία Ιφιγένεια, κ.ά.) είναι γραμμένο στη γαλλική γλώσσα, που τη θεωρούσε ως τη μόνο τέλεια γλώσσα. Από την ποίησή του διακρίνονται: Les Syrtes (Σύρτεις, 1884), όπου αναπολεί την Ελλάδα και την Αττική, Les cantilenes (Μελαγχολικές μελωδίες, 1886), Le pelèrin passioné (Ο περιπαθής προσκυνητής, 1890), Poèmes et Sylves (Ποιήματα και δάση, 1896) και, Les Stances (Στροφές, 1897), το κορύφωμα της ποιητικής του δημιουργίας, η ψυχή της αιωνίας Ελλάδας μετουσιωμένη σε νέα μορφή.
Μεγάλο μέρος του ποιητικού κυρίως έργου του μεταφράστηκε στα ελληνικά από πολλούς νεοέλληνες ποιητές: Μιλτ. Μαλακάση, Τέλλο Άγρα, Σωτ. Σκίπη, Κωστή Παλαμά, Αργ. Εφταλιώτη, Κ. Καρυωτάκη, Κλ. Παράσχο, Μυρτιώτισσα, κ.ά., ασκώντας, έτσι, μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση της νεοελληνικής ποίησης στη γενιά της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα ώς τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο.
Ο Μορεάς απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα και ήταν υποψήφιος της Γαλλικής Ακαδημίας των Αθανάτων.
Πέθανε, από καρδιακό νόσημα, στην κλινική Sain Mandé και η σορός του αποτεφρώθηκε, σύμφωνα με επιθυμία του, στο νεκροταφείο Père Lachaise, όπου βρίσκεται ο φτωχικός του τάφος.
Επιφανείς Γάλλοι λογοτέχνες επήνεσαν το έργο του (Paul Valéry, Maurice Barrès, André Gide, P. Chantraine, M. Meunier, André Mirambel, κ.ά.), γιατί χάρισε στη γαλλική γλώσσα την ελληνικότητα, την αίσθηση του μέτρου και αρτιότητα, και την παράδοση της τέχνης που άνθισε στην Αττικής τον 5ο π.Χ. αιώνα. Παράλληλα, τα «Νεοελληνικά Γράμματα» εξέδωσαν ένα ωραιότατο αφιέρωμα στη μνήμη του (1940), με άρθρα αξιόλογα, ιδιαίτερα του μεγάλου φίλου της Ελλάδας, Οκτάβιου Μερλιέ, εγκωμιάζοντας τον ποιητή, «που γεννήθηκε Έλληνας και πέθανε Γάλλος».