Ένα άλλο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό που εντοπίζεται στα έργα του καλλιτέχνη είναι η αψεγάδιαστη τεχνική τους, αποτέλεσμα αυστηρού ελέγχου που επιτηρεί τη συλλειτουργία συναισθήματος και λογισμού.
Οποιες κι αν είναι οι μορφοποιητικές διαδικασίες, από όποιο κίνημα οδηγήθηκε να εκταμιεύσει εκλεκτικές συγγένειες , τα ζωγραφικά έργα του Blauth –λάδια και υδατογραφίες- παρουσιάζονται άρτια και ολοκληρωμένα, χωρίς την, έστω και θεμιτή, απόπειρα πειραματισμού. Μαρτυρούν ότι έχει προηγηθεί μια τεράστια προετοιμασία προβληματισμού και έρευνας που υποστηρίζει θεαματικά τις δεξιότητες του καλλιτέχνη. Παρ΄ όλα αυτά η τελειότητα της δουλειάς του δεν συρρικνώνει τον αισθαντικό χαρακτήρα της, η αυτογνωσία του δημιουργού και οι υψηλές προσδοκίες του δεν αποστειρώνουν το έργο από το συγκινησιακό του φορτίο.
Από τα πρώτα του έργα έως σήμερα, είναι πρόδηλο ότι ο ζωγράφος επιδιώκει να κατακτήσει τον θεατή, να τον καταστήσει συνένοχό του. Η μπρεχτική αποστασιοποίηση που ακολούθησαν οι καλλιτέχνες του ΄60 (Pop Art, Nouveau Realisme, Φωτορεαλισμός) δεν ανήκει στις προθέσεις του. Αν και σύγχρονος εικαστικός, εμφορείται από έναν σπάνιο ρομαντισμό, που επιφορτίζει την τέχνη με υψηλούς στόχους, τη νομοτέλεια του κάλλους και ενός ήθους αφειδώλευτου, με τον κώδικα της αυτοέκφρασης, αλλά παράλληλα της αισθητικής κοινοκτημοσύνης.
Ο Hermann Blauth απαιτεί, όπως και το ανομολόγητα ευρύτερο κοινό των αποδεκτών, η τέχνη να προσπορίζεται τον ρόλο της αναγωγής και της πνευματικής ανάτασης, της κινητοποίησης και του αναστοχασμού μιας φαινομενικά ή και πραγματικά , αλλοίμονο, παγωμένης, δυσοίωνης πραγματικότητας. Ως εκ τούτου είναι ευδιάκριτος ο ανθρωποκεντρικός πυρήνας του έργου του. Ο άνθρωπος, ως μέτρον πάντων, μπορεί να είναι «Ο κύριος με τα χρώματα», ο ζωοδότης και ζωοδόχος για κάποιον άλλο –«Σοφία, ο Ηλιος μου»- ο ανάλγητος καταστροφέας της φύσης –«Κριτική προσέγγιση ενός κόσμου που χάνεται»- ο ανυπεράσπιστος που θρηνεί γι΄αυτές τις ανεγκέφαλες βιαιοπραγίες –«Τα δάκρυα των πραγμάτων»- ή ο πολύτροπος περιπλανώμενος Οδυσσέας που μεταρσιώνει τις οπτικές εμπειρίες του και την ψυχική ευφορία του σε κοσμογονικές συνθέσεις χρωμάτων διυλισμένων από φως –«Ταξιδεύοντας». Ένα φως, περισσότερο πνευματικό πλέον παρά φυσικό, απόκτημα μιας επίπονης, όσο και ευτυχισμένης , ταυτόχρονα, ζωής.
Μιλώντας για φως, είναι αλήθεια, ότι η Ελλάδα, η δεύτερη πατρίδα του καλλιτέχνη, τα χρόνια του ΄60, όταν πρωτοεγκαταστάθηκε εδώ, υπήρξε η μούσα με το αναλλοτρίωτο φυσικό τοπίο, την υποβολή του αρχαίου παρελθόντος της, αλλά και της κοινωνικοπολιτικές της, τότε, περιπέτειες.
Ο Blauth την περιηγήθηκε, γοητευμένος, με τον μόνιμο έρωτα της αποτύπωσης των τοπίων της, εκμαιεύοντας το φως και τη γοητεία του άφθαρτου. Όπως ο ίδιος υπογραμμίζει, η Ελλάδα τον «άνοιξε». Προσέφερε γενναιόδωρα τα μέσα μιας χαρίεσσας οπτικής των πραγμάτων, απαλύνοντας τα εγγενή θεμέλια μιας εσωστρεφούς κοσμοθεώρησης.
Υπό το βάρος αυτών των επιρροών το έργο ενός μοντέρνου Γερμανού περιηγητή θα μπορούσε να προβάλλει το γραφικό εξωτερικό περίβλημα, την ανεμελιά του «εξωτισμού» της εικόνας για έναν Βόρειο που δεν προτίθεται να καταδυθεί στο βάθος των πραγμάτων. Όπως η σχέση του Blauth με τον χώρο δεν αρκέσθηκε στην ειδυλλιακότητα και την αρχαιολαγνεία.
Μόνιμος κάτοικος πλέον της Ελλάδας, αισθάνθηκε την ανάγκη να μεταστοιχειώσει στην τέχνη του τα ερείπια που απέμεναν από τη θυσία της ομορφιάς, στον βωμό της στυγνής «αξιοποίησης» του φυσικού περιβάλλοντος.
Προέκυψαν έργα υψηλής κριτικής δύναμης , ενταγμένα στην αδιάσπαστη αισθητική περιφρούρηση του ζωγράφου, χωρίς Κασσανδρικούς θρήνους και γενικευμένους συναισθηματισμούς.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί το ενδογενές τραύμα των συλλογικών ενοχών της Γερμανίας για τις θηριωδίες των Ναζί εναντίον της ανθρωπότητας, κατά την διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως δηλώνει ο σχεδόν συνομήλικος του Blauth, Anselm Kiefer (γεννήθηκε το 1945) Δεν είμαι ένοχος , αλλά ούτε και αθώος. Και ενώ ο Kiefer με τα συμβολικά, απειλητικά και γκρίζα τοπία του αποπειράθηκε να διαχειρισθεί το «άγος» της χώρας του, ο Blauth άλλαξε πατρίδα και μετουσίωσε το εθνικό του τραύμα σε ζωγραφική, που έχει έρεισμα σε άλλα, περισσότερο οικουμενικά και σύγχρονα «άγη», όπως αυτό της κατασπατάλησης της φύσης, της παράδοσης και της ιδιαίτερης πολιτισμικής ταυτότητας των λαών.
Η μικρή αναδρομή με 23 έργα από τη μακρόχρονη θητεία του Hermann Blauth στο χώρο του Heimatmuseum im Voehlinschloss Illertissen δεν είναι παρά μια αποσπασματική αναφορά που ελάχιστα αποτυπώνει το μέγεθος της προσφοράς του.
Ο ζωγράφος επέλεξε, ο ίδιος, τα έργα που θα σηματοδοτήσουν ορισμένους σταθμούς της δουλειάς του, δίνοντας έμφαση σε μια πιο πυκνή παρουσίαση του μεγάλου θεματικού κύκλου «Ταξιδεύοντας» (2002 – 2009).