Η περίοδος που διανύουμε είναι η πιο δύσκολη και ταυτόχρονα καθοριστική στιγμή της μάχης, ενάντια στις συνέπειες της διεθνούς κρίσης. Μιας κρίσης, η οποία εδώ και δύο σχεδόν χρόνια, έχει ανατρέψει όλα τα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα. Μιας κρίσης, που πλήττει με πρωτοφανή ένταση, την κατανάλωση, τις επενδύσεις, την απασχόληση και τη δημοσιονομική θέση των περισσότερων χωρών του πλανήτη.
Tου Γιάννη Παπαθανασίου,
υποψήφιου βουλευτή Β’ Αθήνας της Ν.Δ.,
υπουργού Οικονομίας & Οικονομικών
Το 2009, το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 4%, την ίδια στιγμή που το μέσο έλλειμμα εκτοξεύεται στο 6%. Η ανεργία καλπάζει σε δραματικά επίπεδα, φθάνοντας στην περίπτωση της Ισπανίας, ακόμα και το 17%.
Η χώρα μας, αν και με σχετική καθυστέρηση σε σύγκριση με τους εταίρους της στην Ε.Ε., δέχεται σήμερα τις πιο δυσάρεστες επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης. Οι εισροές από τη ναυτιλία και τον τουρισμό έχουν μειωθεί, ενώ ταυτόχρονα περιορίζονται η ζήτηση, η παραγωγή, οι εξαγωγές, το εμπόριο και η κατασκευαστική δραστηριότητα. Επηρεάζονται τα οικονομικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των μεσαίων κυρίως νοικοκυριών, ενώ ακόμη εντονότερες είναι οι δυσκολίες για τους πολίτες με χαμηλά εισοδήματα. Αναπόφευκτες είναι οι συνέπειες και στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, αφού τα δημόσια έσοδα μειώνονται και ταυτόχρονα απαιτούνται πρόσθετες δαπάνες για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και των οικονομικά ασθενέστερων πολιτών.
Από την πρώτη στιγμή, η Κυβέρνηση εφαρμόζει ένα συγκροτημένο και υπεύθυνο σχέδιο απέναντι στην κρίση, με άμεση προτεραιότητα να περιοριστούν οι επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και να διατηρηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις εργασίας.
Μεταξύ των σημαντικότερων μέτρων είναι το πρόγραμμα για την ενίσχυση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, τα προγράμματα του ΤΕΜΠΜΕ για τη διευκόλυνση της δανειοδότησης των ΜμΕ και το νέο πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων για τη δανειοδότηση επιχειρήσεων, ύψους 2 δισ. ευρώ, οι δράσεις του ΕΣΠΑ, ύψους 1,3 δισ. ευρώ, για την ενίσχυση των ΜμΕ και των ελεύθερων επαγγελματιών, οι παρεμβάσεις για τις τουριστικές και τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι παρεμβάσεις για την οικοδομή και για την αγορά του αυτοκινήτου, αλλά και η επιτάχυνση της επιστροφής των φόρων και των πληρωμών από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, από το οποίο στο πρώτο εξάμηνο του έτους έχει καταβληθεί ήδη το 70% σχεδόν των συνολικών πόρων. Και βέβαια, δεν σταματάμε να ενισχύουμε την πραγματική οικονομία και τις επιχειρήσεις, με πρωτοβουλίες όπως η αποσύνδεση της δήλωσης του ΦΠΑ από την πληρωμή του αντίστοιχου ποσού, το οποίο θα μπορεί πλέον να εξοφλείται σε διάστημα δύο μηνών.
Οι δράσεις που έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα, έχουν λειτουργήσει ως ασπίδα απέναντι στις χειρότερες συνέπειες της κρίσης. Κι αυτό φαίνεται από τις αντοχές που εμφανίζει μέχρι σήμερα η χώρα μας, τόσο στο ρυθμό ανάπτυξης, όσο και στη συγκράτηση της ανεργίας, κάτω από το μέσο όρο της Ε.Ε. Όμως, τα δύσκολα είναι ακόμη μπροστά μας. Τα επόμενα δύο χρόνια, θα θέσουν σε δοκιμασία τις αντοχές της οικονομίας μας. Θα κρίνουν αν θα μπορέσει να επιστρέψει σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης, ή αν θα παραμείνει παγιδευμένη στη στασιμότητα.
Σήμερα, λοιπόν είναι η ώρα να πάρουμε άμεσες και τολμηρές αποφάσεις, για να αντιμετωπίσουμε τις χρόνιες παθογένειες που έφερε στην επιφάνεια η κρίση και που έπρεπε να έχουν αντιμετωπιστεί εδώ και δύο δεκαετίες. Όλες οι κυβερνήσεις, ακόμα και η σημερινή σε ένα βαθμό, έχουν ευθύνες για τις απειλές που αντιμετωπίζει σήμερα η οικονομία μας.
Το ζήτημα όμως είναι αν μαθαίνουμε από τα λάθη μας και αν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με ρεαλισμό και θάρρος. Αν θέλουμε να βγούμε από την κρίση, χωρίς ανεπανόρθωτες απώλειες για την ανάπτυξη της χώρας, έχουμε μπροστά μας τρεις μεγάλες προκλήσεις: η πρώτη είναι το νοικοκύρεμα και ο έλεγχος των κρατικών δαπανών, με ακόμη πιο αποφασιστικές αλλαγές και μέτρα.