Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στον προθάλαμο της στενής δημοσιονομικής επιτήρησης, αφού το Ecofin διαπίστωσε ότι απέτυχε να συμμορφωθεί στις συστάσεις του περασμένου Απριλίου για τη λήψη μέτρων διόρθωσης του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματός της. Η υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς αυστηρής επιτήρησης προμηνύει από το Φεβρουάριο τη σκληρή επιτήρηση και τη λήψη και νέων σκληρών μέτρων, αφού το Ecofin μπορεί να καλέσει το κράτος-μέλος να λάβει εντός συγκεκριμένης προθεσμίας πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα που κρίνει αναγκαία για τη μείωση του ελλείμματος και τα οποία εισηγείται η Κομισιόν.
«Είμαι ιδιαίτερα ευχαριστημένος» -ανέφερε ο Γ. Παπακωσταντίνου- «από τις δημόσιες δηλώσεις των κ.κ. Γιούνκερ και Αλμούνια, διότι δείχνουν πως υπάρχει κατανόηση, ότι γίνονται θετικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς και από τη ρητή διαβεβαίωσή τους ως προς την ανυπαρξία οποιουδήποτε κινδύνου, όσον αφορά τα σενάρια που έχουν διακινηθεί τις τελευταίες ημέρες για χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας». Μεταξύ άλλων, ο Γ. Παςπακωνσταντίνου, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι η Κομισιόν ή ο κ. Γιούνκερ απαίτησαν να παγώσουν οι μισθοί στον δημόσιο τομέα σε όσους κερδίζουν πάνω από 2.000 ευρώ. «Διαψεύδω απολύτως ότι η Κομισιόν ζήτησε να μη δοθούν αυξήσεις σε εισοδήματα δημοσίων υπαλλήλων ανώτερα των 2.000 ευρώ».
Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης στο σημείο αυτό θα αποτυπωθεί στο σχέδιο νόμου που θα πάει τον νέο χρόνο στη Βουλή.
Ως προς τους κινδύνους από την αγορά ελληνικών ομολόγωνο Έλληνας ΥΠΟΙΚ δήλωσε: «Τα ομόλογα του ελληνικού κράτους είναι μια σίγουρη τοποθέτηση. Ο όποιος κίνδυνος των ομολόγων αντικατοπτρίζεται απολύτως στην επισφάλεια κινδύνου που δυστυχώς πληρώνουμε». Ο κ. Γιούνκερ, στην τελευταία επιστολή του, επεσήμανε τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και ζήτησε από την κυβέρνηση να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, να υπάρξει επιστροφή στην αξιοπιστία των στατιστικών στοιχείων και αλλαγές, όπως, για παράδειγμα, στη φορολογική πολιτική, στην πολιτική τη σχετική με τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, στην πολιτική για την ανταγωνιστικότητα και σ’ εκείνη για το ασφαλιστικό σύστημα. Πάγιες, δηλαδή, θέσεις της Κοινότητας και τίποτε παραπάνω, σχολίασε ο κ. Παπακωσταντίνου.
Ως προς το χρονοδιάγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ο Γιώργος Παπακωσταντίνου διέψευσε ότι αυτό θα έχει διάρκεια 2,5 ετών. Η περίοδος προσαρμογής θα είναι αυτή που θ’ αποφασισθεί με βάση το Πρόγραμμα Σταθερότητας. Εξήγησε, όμως, ότι, ως γενική κατεύθυνση, αν δει κανείς ποιες είναι οι αποφάσεις και για τις άλλες χώρες, αυτό που ζητείται από τη χώρα μας είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που ζητείται από χώρες που έχουν περίπου το ίδιο έλλειμμα, όπως η Ιρλανδία. Κι αυτό είναι μια μείωση κατά 2% του ελλείμματος σε διαρθρωτική βάση κάθε χρόνο.