Μια μικρή (από τις χιλιάδες που υπάρχουν) ιστορία για το πώς ακριβώς έχει πέσει έξω το ελληνικό κράτος, και μάλιστα αντλημένη από τα πρόσφατα «διαπλεκόμενα» χρονικά, είναι πάντα διδακτική. Κυρίως όταν αναδεικνύει την παροιμιώδη νεοδημοκρατική αβελτηρία της -«άσπιλης» τότε- φρέσκιας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έναντι του «διεφθαρμένου» ΠΑΣΟΚ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα τής -πάντα καλά ενημερωμένης σε τέτοια θέματα- Ελευθεροτυπίας τη Μεγάλη Πέμπτη, φέρεται από την προανάκριση να προκύπτουν οι κατηγορίες της απιστίας σε βάρος του Δημοσίου και της δωροδοκίας πολιτικών προσώπων και υπηρεσιακών παραγόντων, οι οποίοι παρέλαβαν το μη ολοκληρωμένο σύστημα ασφαλείας.
Ωστόσο, αντί το Ελληνικό Δημόσιο να ζητήσει άμεσα εξηγήσεις από την κοινοπραξία, η SAIC περνά στην επίθεση (!!!), καταθέτοντας αίτηση προσφυγής στη Διαιτησία κατά του Δημοσίου, όπως αυτό εκπροσωπούνταν από τον τότε αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών για θέματα Δημόσιας Τάξης, Χ. Μαρκογιαννάκη. Η προμηθεύτρια του C4Ι διεκδικεί από το Ελληνικό Δημόσιο ποσό «που υπερβαίνει τα 70.246.683 ευρώ, ενώ ζητάει να ακυρωθούν και οι εγγυητικές της, ύψους 18.877.375 ευρώ».
Η SAIC ισχυρίζεται ότι ενώ το Δημόσιο παρέλαβε και αποδέχτηκε το σύστημα, από τον Νοέμβριο του 2008, δεν έχει εκπληρώσει ακόμα τις συμβατικές υποχρεώσεις του απέναντί της, χωρίς αιτιολόγηση, και με αποτέλεσμα να υποστεί ζημίες. Η εταιρεία αναπτύσσει δέκα ουσιώδεις παραβάσεις του Δημοσίου και ισχυρίζεται ότι της μειώθηκε παρανόμως το τίμημα κατά 21,4 εκατ. ευρώ, λόγω μη ουσιωδών αποκλίσεων – παραλείψεων που επικαλείται η επιτροπή παραλαβής στο πρακτικό της.
Η προμηθεύτρια εταιρεία του C4I προχωρεί μάλιστα μέχρι του να εμφανίσει το Δημόσιο κακόπιστο και υπότροπο, αφού προσέφυγε και το 2006 στη Διαιτησία, υπό την απειλή της οποίας οι δύο πλευρές οδηγήθηκαν στην 5η τροποποιητική συμφωνία, επί υπουργίας Βύρωνα Πολύδωρα. Οι συνήγοροι του Δημοσίου αντικρούουν όλα τα επιχειρήματα της SAIC και ζητούν να απορριφθεί η προσφυγή της, καθώς δεν αναφέρει πουθενά ότι εξαπατήθηκε, ενώ δεν έχει προσδιορίσει και τη βλάβη την οποία υπέστη. Κάπως έτσι διασφαλίζονται οι καλές «δουλειές» με το κράτος…
Μαρία Ζαρίφη