Επί έξι μήνες η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τρέχει με καθυστέρηση πίσω από τις εξελίξεις. Πολύτιμος χρόνος χάθηκε έως ότου η κυβέρνηση αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης και πάρει τα αναγκαία μέτρα, με τις μπλόφες για το ΔΝΤ, με τη δυσφήμηση της χώρας στο εξωτερικό, με την πολυλογία και τις δηλώσεις περί Τιτανικού.
Του Γιάννη Παπαθανασίου,
πρώην υπουργού Οικονοµικών, βουλευτή Β’ Αθήνας της Νέας Δηµοκρατίας
Ετσι μας οδήγησε στο ΔΝΤ και έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, ό,τι δεν μπόρεσε να κάνει μόνη της η κυβέρνηση, θα το κάνει τώρα, σύμφωνα με τις εντολές του ΔΝΤ και των εταίρων μας. Οσες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις δεν μπόρεσε να κάνει η Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια, θα υποχρεωθεί να τις υλοποιήσει τώρα, σ’ ένα ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο και με τον πιο ακραίο και βίαιο τρόπο. Αλλες πολιτικές δεν αποτελούν πλέον επιλογή. Η Ελλάδα μπαίνει στην εποχή της σκληρής και απότομης προσαρμογής.
Η κοινωνική συνοχή και η σταθερότητα του πολιτικού συστήματος θα δοκιμασθεί. Και για την οικονομική κατάσταση της χώρας ευθύνες έχει όλος ο πολιτικός κόσμος. Διότι ενώ μιλούσαμε για μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις, στην πράξη έγιναν λίγα. Συμβιβαστήκαμε, σιωπήσαμε, υποταχθήκαμε στο «πολιτικό κόστος», δεν ορθώσαμε το ανάστημά μας όταν έπρεπε. Πρέπει όμως να θυμίσω ότι όσες φορές η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δοκίμασε να πάρει τέτοιου είδους μέτρα (στην Παιδεία, στο ασφαλιστικό, στις ΔΕΚΟ, στις αποκρατικοποιήσεις), συνάντησε πάντοτε τη λυσσαλέα αντίδραση του ΠΑΣΟΚ, και όχι μόνο.
Δυστυχώς, η συζήτηση εξαντλείται στα σκληρά μέτρα.
Η Νέα Δημοκρατία έχει τονίσει ότι χρειάζονται μέτρα τα οποία θα δώσουν αναπτυξιακή ώθηση και θα βελτιώσουν την ψυχολογία της αγοράς. Χρειάζονται θεσμικές και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, που θα απελευθερώσουν τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου. Αλλά ούτε αυτές αρκούν γιατί έχουν μακρό χρονικό ορίζοντα ωρίμανσης. Για να έχουμε άμεσα αποτελέσματα απαιτούνται και συγκεκριμένα μεγάλα έργα τοπικής ή περιφερειακής εμβέλειας, χωρίς δημοσιονομικό κόστος, που κυρίως μπορούν να αλλάξουν το κλίμα στην αγορά και παράλληλα να δημιουργήσουν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Απέναντι σε αυτήν την επιτακτική ανάγκη, καταθέτω μερικές συγκεκριμένες προτάσεις:
Πρώτον, να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις. Στη γραφειοκρατία και τη διαφθορά προστέθηκε τώρα και η αύξηση του φορολογικού συντελεστή, που αποθαρρύνει τους επενδυτές. Ενα ισχυρό κίνητρο θα ήταν να είναι αφορολόγητα τα κέρδη για ένα χρονικό διάστημα, π.χ. 10 χρόνια, για μεγάλες επενδύσεις πάνω από κάποιο όριο, που γίνονται με εισαγωγή κεφαλαίων σε τομείς που έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και μπορεί να υπάρξει υψηλή προστιθέμενη αξία.
Δεύτερον, να προχωρήσουμε στην αναβάθμιση τεσσάρων μεγάλων αεροδρομίων της χώρας σε Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Ρόδο και Κέρκυρα, με συμμετοχή ιδιωτών, σύμφωνα με το πρότυπο του «Ελευθέριος Βενιζέλος». Και να επεκτείνουμε αυτή τη μεθοδολογία για την κατασκευή μαρινών, αλλά και για να αναβαθμίσουμε τα λιμάνια της χώρας.
Τρίτον, να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε άμεσα 1-2 έργα μεγάλης εμβέλειας για τουρισμό υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στο πνεύμα αυτό πιστεύω ότι θα ήταν εξαιρετικά θετικό να εκμεταλλευθούμε το brand name της Ολυμπίας. Να προχωρήσουμε σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα στην κατασκευή πολύ μεγάλου συνεδριακού κέντρου στην Αρχαία Ολυμπία, μεγέθους που δεν διαθέτει η χώρα μας, με προδιαγραφές για φιλοξενία χιλιάδων συνέδρων και συνοδών (π.χ. από το χώρο της Ιατρικής). Στην περιοχή υπάρχουν αεροδρόμια (Ανδραβίδα, Αραξος, Καλαμάτα) αλλά και λιμάνι (Κατάκολο) με υποδομές για εξυπηρέτηση μεγάλων πλοίων και κρουαζιερόπλοιων.
Υπάρχουν ήδη μεγάλα ξενοδοχεία πολυτελείας, καθώς και σοβαρές, νέες τουριστικές επενδύσεις σε εξέλιξη. Υπάρχουν επίσης περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος, όπως παραλίες, ιαματικές πηγές, ορεινές περιοχές, αρχαιολογικοί χώροι. Η μετακίνηση σε Κεφαλονιά και Ζάκυνθο είναι εύκολη, ενώ αν προχωρήσει η σύνδεση της Ολυμπίας με τον άξονα Κορίνθου – Τριπόλεως μέσω Λαγκαδίων, έργο που αποτελεί πάγιο αίτημα πολλών ετών, θα υπάρξει εύκολη πρόσβαση στην ορεινή Αρκαδία, την Επίδαυρο, τη Νεμέα, τις Μυκήνες, το Ναύπλιο κ.λπ.