Σχεδόν 20 μέρες συμπληρώθηκαν από τότε που η κυβέρνηση Τσίπρα ανέλαβε τις τύχες της χώρας και η διαπραγμάτευση με τους δανειστές έχει περάσει από διάφορα στάδια. Αυτό που έχει συμβεί είναι αυτό που λαϊκά ονομάζεται «από την κόλαση, στον παράδεισο» και τούμπαλιν.
Το Eurogroup της Δευτέρας θα κρίνει -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- την (οριστική) συμφωνία με τους εταίρους, για την οποία ως την τελευταία στιγμή και οι δύο πλευρές θα ζυγίζουν τις λεπτομέρειες και κυρίως την επικοινωνιακή του διαχείριση. Διότι όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι η μεγαλύτερη μάχη δίνεται για τους τύπους: αν θα είναι «τεχνική παράταση» (όπως θέλουν οι Ευρωπαίοι) ή «συμφωνία-γέφυρα» (όπως επιδιώκει η κυβέρνηση) και με ποιο τρόπο θα συνεχιστεί η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας.
Από την άλλη πλευρά, εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και το περιεχόμενο, σε ό,τι αφορά τα μέτρα που θα ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση. Ασφαλώς και δεν μπορεί να συμφωνήσει σε μέτρα που περιλάμβανε το Μνημόνιο και η προηγούμενη αξιολόγηση, ωστόσο ελάχιστα μπορεί να κινηθεί εκτός του γενικού πλαισίου της διαπραγμάτευσης. Γι’ αυτό και ήδη επικρατούν δεύτερες σκέψεις π.χ. για τις ιδιωτικοποιήσεις – τις οποίες έσπευσαν να ακυρώσουν ορισμένοι υπουργοί, με το που ανέλαβαν τα καθήκοντά τους.
Συνιστά, όμως, αυτό «κωλοτούμπα» του Αλέξη Τσίπρα, όπως σχολιάζουν ακόμη και ξένα Μέσα Ενημέρωσης; Ή μήπως στροφή στο ρεαλισμό; Ασφαλώς ο πρωθυπουργός ήξερε από την πρώτη στιγμή τις ευθύνες που αναλάμβανε και ήξερε επίσης ότι δεν μπορεί να κάνει δέσμευση όλες τις προεκλογικές του υποσχέσεις. Τούτο φάνηκε και στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, όπου προχώρησε σε αρκετές «εκπτώσεις», αλλά υπόσχεται ότι σε θέματα καθαρά εσωτερικής αρμοδιότητας, θα καταφέρει να περάσει τις δικές του προτάσεις.
Με βάση το γενικότερο κλίμα που υπάρχει στην κοινωνία, αυτό είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα για τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν καταφέρει, δηλαδή, να αλλάξει την καθημερινότητα και τη ζωή των πολιτών προς το καλύτερο, ελάχιστα θα ενδιαφέρει εάν η συμφωνία με τους εταίρους θα λέγεται Μνημόνιο ή «συμφωνία-γέφυρα». Και λίγοι θα θυμούνται τότε ότι… ξέχασε την προεκλογική του υπόσχεση ότι θα σκίσει το Μνημόνιο ή ότι θα καταργήσει τους εφαρμοστικούς του νόμους με ένα νόμο και ένα άρθρο – πράγμα το οποίο θα έπρεπε ήδη να έχει κάνει, αν το εννοούσε.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι έχει μια μεγάλη ευκαιρία να κερδίσει την καθολική αποδοχή των πολιτών και να διαψεύσει τα σενάρια «αριστερής παρένθεσης» και την καταστροφολογία – στα οποία επιμένουν κάποιοι, ιδίως κρίνοντας από την επιθετική ομιλία Σαμαρά στη Βουλή, στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης.