Στους δρόμους της πόλης
απλώθηκε ένας πρωτάκουστος θόρυβος
και μαζί του ένας μύθος.
Ο Διόνυσος ήταν και πάλι ανάμεσά μας.
Αυτός που ξέχασαν ακόμα και οι Αρχαίοι
μα που κατέγραψαν οι μυκηναϊκές πινακίδες
ήρθε ν’ ανοίξει τις μνήμες
και να πληγώσει την υποκρισία της κοινωνίας.
Η καθημερινότητα της λήθης
δεν μπόρεσε να του αντισταθεί.
Η δύναμη του χορού του σήκωσε και πάλι τον ήλιο
πάνω από τον ελληνισμό
και φόβισε τους ραγιάδες της σελήνης.
Η πόλη θέλησε να κοιμηθεί
για να ξεχάσει το όνειρο μα το όραμα παρέμεινε.
Ν. ΛΥΓΕΡΟΣ
Η αξία της παράδοσης βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν είναι μια απλή αναπαράσταση των παλαιότερων, αλλά ενσωματώνει μέσα της συνεχώς νέα στοιχεία, διά μέσου των αιώνων. Δεν είναι ορθό λοιπόν να την αντιμετωπίζουμε ως ένα στατικό στοιχείο, όπως οι φανατικοί της λήθης, αλλά ως ένα δυναμικό στοιχείο, ως διδαχή της ιστορίας, γιατί η αναπαραγωγή της αντανακλά τις διάφορες ιστορικές φάσεις του ελληνισμού. Με άλλα λόγια μέσω της παράδοσης αναδεικνύεται η ιστορία μας και αυτοί που συμμετέχουν στην αναπαραγωγή της, ζουν την ιστορία.
Διαβάζοντας νέα κείμενα, θα λέγαμε ότι οι κοινωνίες ξεκόβονται από τις ρίζες τους. Όμως υπάρχουν άλλα, όπως εκείνα του Κώστα Βάρναλη, που μας δείχνουν ότι τα έθιμα του λαού παραμένουν τα σύμβολα της θρησκείας και της αρχαίας μυθολογίας. Αν θέλαμε να επιλέξουμε ένα συγκεκριμένο έθιμο, θα επιλέγαμε τους Μωμόγερους, όπου βλέπουμε το ποντιακό στοιχείο του ελληνισμού.
Μέσα από την αναπαραγωγή του εθίμου των Μωμόγερων, με τα αρχέγονα διονυσιακά στοιχεία που γονιμοποιήθηκε στην περιοχή του Πόντου, αναδεικνύεται όλη η ιστορία του ελληνισμού. Εκτός από το καθαρά θεατρικό στοιχείο με την αρπαγή της νύφης, υπάρχει το περιπαικτικό στοιχείο με τις βωμολοχίες, τη γριά και τον γέρο, το σατιρικό περιεχόμενο των στίχων, όπου εκτίθενται τα ελαττώματα εκείνων από τους οποίους περνάει η πομπή, που παραπέμπουν απευθείας στον Διόνυσο. Το ψυχαγωγικό στοιχείο είναι κυρίαρχο, γιατί μέσω αυτού ο θεατής παραπέμπεται στον χώρο του ιστορικού Πόντου, όπου μέσω αυτού επιδιώκεται η δημιουργία κλίματος χαράς, ευθυμίας, ευφορίας, για να εκτονωθεί η πίεση από τον καθημερινό αγώνα επιβίωσης των Ελλήνων του ιστορικού Πόντου, που σε πολλές περιπτώσεις δίνονταν μέσα από οριακές συνθήκες. Έτσι, επέρχονταν ένα είδος κάθαρσης, ανανεώνονταν οι δυνάμεις τους, για να συνεχιστεί από αύριο εκ νέου ο αγώνας επιβίωσης. Αυτό ερμηνεύει το γεγονός ότι οι Έλληνες του Πόντου επιδίωκαν να μεγιστοποιούν τις ευκαιρίες διασκέδασης, γι’ αυτό άλλωστε κάθε χωριό και οικισμός είχε κάθε χρόνο περισσότερες πανηγύρεις της μιας.
Το έθιμο υπενθυμίζει την πανάρχαια προέλευση και τους συμβολισμούς του. Έτσι, οι χορευτές που είναι δώδεκα, συμβολίζουν αρχαίους Έλληνες πολεμιστές και οι κινήσεις τους έχουν πολεμικό χρώμα. Σύμφωνα με κάποια άποψη οι δώδεκα χορευτές αντιστοιχούν στους δώδεκα μήνες του χρόνου, ενώ κατά μία άλλη στον δωδεκαμελή αρχαίο ελληνικό χορό, ενώ ο αρχηγός στον κορυφαίο του χορού. Οι συλλογικές αναπαραστάσεις των Ελλήνων, όμως, δείχνουν ότι ο δωδεκαμελής αρχαίος ελληνικός χορός αντιστοιχεί στους δώδεκα Θεούς του Ολύμπου. Στη συνέχεια αυτοί μετεξελίσσονται στους δώδεκα Αποστόλους του χριστιανισμού, ενώ αργότερα σε άλλα δόγματα αντιστοιχούν στους δώδεκα Δερβίσηδες του Αλεβισμού. Γεγονός που αποδεικνύει ότι τίποτε δεν χάνεται από το συλλογικό υποσυνείδητο και στο πέρασμα των αιώνων εκφράζεται αναπαραγόμενο μέσω της παράδοσης.
Οι ρίζες του δρώμενου ανιχνεύονται πολύ βαθιά στους αιώνες, πριν από την αρχαϊκή περίοδο. Μέσω των αιώνων προσλαμβάνει νέα στοιχεία, που το εμπλουτίζουν. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της τουρκοκρατίας, όπου προστίθενται νέα σατιρικά στοιχεία, μέσω των οποίων χλευάζονται η αυθαιρεσία και η βίαιη καταπίεση των τουρκικών αρχών, γεγονός που από μόνο του καταρρίπτει τον μύθο του φιλελεύθερου οθωμανικού καθεστώτος που προσπαθούν να κατασκευάσουν οι φανατικοί της λήθης μέσω εγχειριδίων, όπως αυτό της ΣΤ’ Δημοτικού που εκδόθηκε φέτος.
Θεωρούμε τον εαυτό μας τυχερό που παρακολούθησε το δρώμενο, το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου, στους πεζόδρομους του Αμαρουσίου. Αξίζουν συγχαρητήρια στη δημοτική αρχή που προχώρησε σ’ αυτή την πρωτοβουλία, μη ακολουθώντας τις πρακτικές άλλων, που ξοδεύουν τεράστια ποσά για να στήσουν φιέστες που παραπέμπουν σε αλλότρια πρότυπα. Έπαινος αξίζει δε και στον Κώστα Αλεξανδρίδη, τον πρόεδρο του σωματείου «Μωμόγεροι», έναν εργάτη της παράδοσης, που με το πάθος και τη δύναμη που τον χαρακτηρίζουν, αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του στην έρευνα, τη μελέτη και την αναπαραγωγή της παράδοσης.
Θανάσης Δημοσχάκης