Επιμέλεια: Άγγελος Πολύδωρος
Tην 1 Οκτωβρίου 2022 πέθανε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες τραγουδιστές του λαϊκού τραγουδιού με σημαντικό έργο. Ο Σταμάτης Κόκοτας, ο οποίος νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Ασκληπιείο της Βούλας, κατέληξε έπειτα από ραγδαία επιδείνωση της υγείας του ύστερα από τέσσερα χρόνια που έδινε μάχη με τον καρκίνο.
Είχε γεννηθεί στην Αθήνα (στου Ζωγράφου, όπου αργότερα θα εκλεγόταν δημοτικός σύμβουλος) στις 23 Μαρτίου 1937 από πατέρα γιατρό και μητέρα υπάλληλο τραπέζης. Το σχολείο δεν του άρεσε ιδιαίτερα, γι’ αυτό και μόλις πήρε στα χέρια του δώρο μια κιθάρα από τη μητέρα του, σε ηλικία 14 ετών, κατάλαβε με τι ήθελε να ασχοληθεί. Στη δεκαετία του ’60 πήγε στην εκπομπή του Γιώργου Οικονομίδη «Χαρούμενα Ταλέντα» μαζί με δύο φίλους του και παρουσίασαν το τρίο Μπραζίλ. Ο πατέρας του όμως τον έστειλε στο Παρίσι για να ακολουθήσει τα χνάρια του στην ιατρική επιστήμη.
Στη Γαλλία, ο Σταμάτης Κόκοτας ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στο τραγούδι. Εμφανιζόταν σε νυχτερινά κέντρα και όπως δήλωνε σε συνεντεύξεις του, έκανε και πολλή τηλεόραση, ενώ είχε τραγουδήσει δίπλα σε διάσημους τραγουδιστές όπως ο Σαρλ Αζναβούρ και ο Ζιλμπέρ Μπεκό, καθώς και στην Ιταλία όπου εμφανίστηκε με τον Τζιάνι Μοράντι· εκεί στο εξωτερικό τον ανακάλυψε ο Σταύρος Ξαρχάκος. «Έλειψα οκτώ χρόνια. Η δουλειά πήγαινε πολύ καλά, ήμουν πανευτυχής, ήθελα να μείνω», είχε αποκαλύψει σε τηλεοπτική εκπομπή.
Είχε σημαντική δισκογραφική παρουσία κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970, οπότε και συνεργάστηκε με ορισμένους από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες της εποχής, όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ο Γιάννης Σπανός, ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Αντώνης Κατινάρης, ο Χάρης Λυμπερόπουλος, ο Βαγγέλης Πιτσιλαδής, ο Λυκούργος Μαρκέας, ο Ανδρέας Καραγιαννόπουλος κ.ά.
Οι φαβορίτες που έμειναν κλασικές
Λόγω της ξεχωριστής φωνής του, αλλά και της ιδιαίτερης εμφάνισής του (οι διάσημες φαβορίτες του, κάλυπταν σχεδόν ολόκληρο το πρόσωπό του και εταιρίες με ξυραφάκια τον πλησίαζαν και του πρόσφεραν τεράστια ποσά για ξυριστεί με τα προϊόντα τους), ο Σταμάτης Κόκοτας τη δεκαετία του ’70 ανακηρύχθηκε μεγάλος σταρ με πωλήσεις δίσκων που έφταναν τις 100.000 κάθε φορά που έβγαζε μια επιτυχία. Η μετέπειτα πορεία του είναι γνωστή και κάποια από τα τραγούδια μπορούν να χαρακτηριστούν «κλασικά», όπως τα «Ένα μεσημέρι στης Ακρόπολης τα μέρη», «Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά», «Δεν το μπορείς», «Με τι καρδιά να σε αποχαιρετήσω», «Τελευταία αγάπη», «Κάποιο καλοκαίρι», «Χρώματα»,
«Ένα χαμόγελο», «Χαλάλι σου ζωή» και πολλά άλλα, ενώ τα τραγούδια «Όνειρο απατηλό» των του Απόστολου Καλδάρα και της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και «Γιέ μου» των Απόστολου Καλδάρα και Λευτέρη Παπαδόπουλου αποτέλεσαν δύο από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του.
Στον κινηματογράφο δεν έκανε εμφανίσεις, όπως πολλοί συνάδελφοί του. Πολύ καιρό πριν γίνει γνωστός, το 1966 ο νεαρός Σταμάτης εμφανίζεται να παίζει μπουζούκι στην ορχήστρα στην ταινία «Διπλοπενιές» του Γιώργου Σκαλενάκη, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ενώ το 1968 εμφανιζόταν και στο νυκτερινό οδοιπορικό μεγάλου μήκους του Αριστείδη Καρύδη Fuchs «Η Αθήνα μετά τα μεσάνυχτα» μαζί με άλλους καλλιτέχνες.
Ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν δηλωμένος οπαδός του Παναθηναϊκού και υπήρξε λάτρης του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Συμμετείχε σε πολλούς αγώνες ταχύτητας στη Ρόδο, στην Κέρκυρα, στο Τατόι και στη Νέα Σμύρνη. Με αφορμή την αγάπη του αυτή, έφερε στην Ελλάδα την πρώτη Τζάγκουαρ που (σύμφωνα με τον αστικό μύθο) του κόστισε τότε ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες δραχμές και στη συνέχεια έγινε συλλέκτης αυτοκινήτων και έργων τέχνης. Η μεγάλη του αδυναμία ήταν οι αντίκες. Μάλιστα, μια περίφημη Lamborghini που είχε, φέρεται να ήταν δώρο του Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος ήταν φανατικός θαυμαστής του.
Ο Σταμάτης Κόκοτας είχε παντρευτεί δύο φορές. Από τον πρώτο του γάμο απόκτησε δύο παιδιά, τον δημοφιλή τραγουδιστή Δημήτρη και την Έλλη, ενώ με τη δεύτερη σύζυγό του απέκτησε άλλη μια κόρη, τη Μαριάννα.