Λίγο πριν ανέβουν στην σκηνή του Μεγάρου Δουκίσσης Πλακεντίας για μια και μοναδική παράσταση, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και ο Παναγιώτης Μάργαρης αποκαλύπτονται στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ.
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης
Γνωρίστηκαν το 2011 στην πανευρωπαϊκή περιοδεία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Εκείνη την χρονιά ο καταξιωμένος συνθέτης προσκάλεσε τον διεθνούς φήμης βιρτουόζο της κιθάρας Παναγιώτη Μάργαρη να συμμετάσχει στις συναυλίες του. Το καταπληκτικό μουσικό αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας δημιούργησε μια διαχρονική καλλιτεχνική (αλλά και φιλική) σχέση που κρατάει μέχρι σήμερα. Λίγο πριν ακούσουμε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της συνεργασίας, οι δυο καλλιτέχνες μιλάνε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για τα πράγματα που τους ενώνουν αλλά και όσα τους χαλάνε στο σημερινό θολό τοπίο της δισκογραφίας και της μουσικής βιομηχανίας.
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας: «Όλα τα όνειρα κατέρρευσαν στον βωμό του χρήματος»
Όλη του η ζωή περιστρέφεται γύρω από τη μουσική. Από τους θρυλικούς «Τερμίτες» μέχρι τους δεκάδες δίσκους και τα αμέτρητα live που μας έχει χαρίσει. Το έτερον ήμισυ της παράστασης «Ρεσιτάλ για 2» που θα απολαύσουμε στο Μέγαρο Δουκίσσης Πλακεντίας αποκαλύπτεται στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ.
Ο Παναγιώτης Μάργαρης μιλάει με τα καλύτερα λόγια για εσάς. Εσείς τι θα λέγατε για εκείνον;
Τα ίδια και… χειρότερα. Ο Παναγιώτης είναι μεγάλος μουσικός, ένας σπουδαίος κιθαριστής, ένας ευαίσθητος άνθρωπος με πολύ χιούμορ και κυρίως ένας αγαπημένος μου φίλος. Είναι ευλογία να παίζω μαζί του.
Η καινούργια σας δισκογραφική δουλειά τιτλοφορείται «Άλλαξαν πολλά». Τι έχει αλλάξει στη δισκογραφία από τότε που ξεκινήσατε μέχρι σήμερα;
Δεν έχει μείνει και τίποτα ίδιο. Αν είσαι τραγουδιστής, ο μόνος λόγος για να βγάλεις δίσκο σήμερα είναι για να δηλώσεις την παρουσία σου ώστε τα τραγούδια σου να είναι κάπου καταγγεγραμένα. Και φυσικά οι δίσκοι δεν πουλάνε. Και πως να πουλήσουν από τη στιγμή που δεν υπάρχουν δισκάδικα; Όταν αγοράζαμε βινύλιο παλιότερα, ανυπομονούσαμε να το πάρουμε στα χέρια μας, να το μυρίσουμε, να διαβάσουμε τους στίχους. Σήμερα παντού ακούς τη φράση «έκανα έναν ψηφιακό δίσκο». Τι μπούρδες είναι αυτές… Άσε που ο ήχος στο κομπιούτερ είναι τρισάθλιος.
Ένας επιτυχημένος τραγουδοποιός όπως εσείς θα μπορούσε να κάνει ένα off. Εσείς, αντίθετα, επί 30 χρόνια χειμώνα – καλοκαίρι βγάζετε δίσκους και κάνετε live. Ποιά ανάγκη σάς οδηγεί σ’ αυτήν την επιλογή;
Είναι μεγάλη αναγκαιότητα για μένα τα live. Όχι οικονομική -θα μπορούσα να δουλεύω μόνο τον χειμώνα σε κάποιο μεγάλο μαγαζί και το καλοκαίρι να κάθομαι- αλλά ανάγκη επικοινωνίας με τον κόσμο.
Αυτό που μου κάνει εντύπωση κάθε φορά που πηγαίνω σε συναυλία σας είναι ότι βλέπω νέα παιδιά να γνωρίζουν τα τραγούδια που κάνατε με τους «Τερμίτες» πριν από 30 χρόνια. Είναι η δύναμη του διαδικτύου τόσο μεγάλη;
Γνωρίζουν τα τραγούδια από το ίντερνετ γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τα ακούσουν. Για μένα το διαδίκτυο είναι χρήσιμο μόνο όταν θέλω να ψάξω κάτι συγκεκριμένο. Ούτε θα κατεβάσω τραγούδια, ούτε χειρίζομαι καμία από τις σελίδες που έχουν δημιουργηθεί για μένα στα social media , ούτε μπορώ να απαντάω σε 500 άτομα την ημέρα που μου στέλνουν μήνυμα και δεν το κάνω από σνομπισμό. Το ίντερνετ είναι η απόλυτη μοναξιά.
Με ποια φιλοδοξία δημιουργήσατε τους «Τερμίτες»;
Ήμασταν πιτσιρικάδες και θέλαμε να κάνουμε ένα συγκρότημα για να βρισκόμαστε σε ένα καμαράκι και να παράγουμε μουσική. Να δημιουργούμε τραγούδια και μετά να τα καταγράφουμε με όποιο τρόπο διαθέτουμε (μπομπίνες, κασέτες) όπως ακριβώς τα ακούγαμε στο ραδιόφωνο. Με ολοκληρωμένο ήχο, με μπάσο, με τύμπανα… Αυτή ήταν η πρώτη μας φιλοδοξία και αργότερα ήρθε η ανάγκη της επαφής με τον κόσμο.
Η συναυλία στο Καλλιμάρμαρο τον Ιούλιο του 2012 στο πλαίσιο της προώθησης του δίσκου «Οι Άγγελοι Ζουν Ακόμη Στη Μεσόγειο» έχει καταγραφεί ως μια από τις καλύτερες συναυλίες Ελλήνων καλλιτεχνών. Μετά απ’ αυτήν την εμπειρία νιώσατε ότι «αδειάσατε»; Ότι δεν έχετε κάτι άλο να δώσετε;
Δεν σου κρύβω ότι κάποια στιγμή σκέφτηκα «τώρα τα έκανα όλα· δεν έχει μείνει και τίποτα άλλο». Ήταν ένας πολύ δυνατός δίσκος που κυκλοφόρησε στο εξωτερικό και έσκισε. Αυτή η δουλειά από τη μια με ανέβασε ψυχολογικά και από την άλλη μου πήρε μεγάλα αποθέματα ενέργειας . Για να κάνω τον επόμενο δίσκο πέρασαν δυο χρόνια όταν συνεργάστηκα με τον Μάνο Ελευθερίου σε τραγούδια πιο «δύσκολα».
Δεν φοβηθήκατε ότι το «δύσκολο» δεν είναι εμπορικό;
Αυτά τα τραγούδια ήθελα να πω και αυτά είπα. Είμαι της λογικής οτι δεν μπορώ να κυνηγάω το σουξέ. Και ότι είναι να γίνει, ας γίνει…
Ποιά είναι η γνώμη σας για τα reality-talent shows στα οποία καταφεύγουν πολλά νέα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με το τραγούδι;
Καταρχήν, σε εντελώς πρακτικό επίπεδο δεν μπορούν όλοι οι Έλληνες να γίνουν τραγουδιστές. Το φοβερό είναι ότι τα περισσότερα απ’ αυτά τα παιδιά έχουν καλές φωνές. Κάπου στην πορεία, όμως, χαλάει η μανέστρα. Πώς θα απορροφηθούν όλα αυτά τα παιδιά; Ποιός θα τα ακούσει;
Σας έχει γίνει πρόταση να συμμετέχετε ως κριτής σε κάποιο απ’ αυτά τα show;
Ουκ ολίγες φορές! Έχω πολλές ενστάσεις ως προς αυτά τα προγράμματα. Η κυριότερη είναι ότι δεν μου αρέσει η έννοια του διαγωνίζεσθαι μέσω τηλεόρασης. Μου θυμίζει σφαγείο… Βλέπω τα παιδιά που περιμένουν να ανακοινωθεί ποιός θα μείνει και ποιός θα φύγει και σπάει το φυλλοκάρδι τους. Αυτό είναι αρένα, μονομαχία κανονική. Έχουν περάσει εκατοντάδες τραγουδιστές από αυτά και έχουν μείνει μόνο 10. Και πολλούς λέω. «Φύγε εσύ, έλα εσύ» όπως έλεγε και ο Μπονάτσος…
Η κόρη σας Μαρία – Κλάρα είναι 23 χρονών και ασχολείται με τη σκηνοθεσία. Έχετε ομοιότητες όσον αφορά τον τρόπο σκέψης;
Λόγω DNA είναι λογικό να έχουμε κοινά. Σήμερα είναι στην Αγγλία και ολοκληρώνει τις σπουδές της. Το θετικό είναι ότι ασχολείται με πράγματα που της αρέσουν.
Δεν έχετε κρύψει ότι ανήκετε στην κατηγορία των πολιτών που απογοητεύτηκαν έντονα από τη σημερινή κυβέρνηση. Τι είναι αυτό που σας πείραξε πιο πολύ;
Αυτό που πείραξε όλους. Η ιστορία με το δημοψήφισμα η οποία είχε τα γνωστά επακόλουθα. Θα μου πεις «τι θα γινόταν αν είχαμε βγει από το ευρώ ή από την ΕΟΚ παλιότερα»; Αυτά θα τα δείξει η ιστορία. Αλλά αυτό το «κάνω το ‘’ναι’’ ‘’όχι’’ και προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου ότι ορθώς έκανα» είναι κάπως…Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Πιστέψαμε σε πέντε πράγματα και όλα κατέρρευσαν. Όπως πιστέψαμε όταν ήμασταν πιτσιρικάδες στον σοσιαλισμό ή πιο παλιά στα «παιδιά των λουλουδιών». Όλα τα όνειρά μας κατέρρευσαν στον βωμό του χρήματος. Το μόνο που επικρατεί είναι τα φράγκα και οι πολυεθνικές. Και σκέφτεσαι «αυτή είναι η ζωή ρε γαμώτο; Αυτή είναι η αλήθεια»; Ακόμα και η μουσική σήμερα έχει χαλάσει. Εγώ ακόμα ακούω μουσική των 70’ s και των 80’ s και παλιά ελληνικά τραγούδια. Λοΐζος, Νταλάρας, Μητροπάνος, Πάριος, Αλεξίου… Τι να ακούσω; Τις σημερινές αηδίες;
Είστε αισιόδοξος για το μέλλον;
Καθόλου. Γενικά, είμαι ένας απαισιόδοξος άνθρωπος. Αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Αν δεν θέλει κάποιος να την δει κατάματα, μπορεί να κάτσει στο ίντερνετ να με βρίζει επειδή λέω την άποψή μου. Δεν έχω κανένα πρόβλημα.
Παναγιώτης Μάργαρης: «Νιώθω τυχερός που κάνω αυτό που λατρεύω»
Αν και του έχουν επιδαψιλεύσει -και όχι άδικα- τον τίτλο του «μάγου της κιθάρας», εκείνος επιμένει να κρατάει χαμηλούς τόνους και να επιλέγει να μιλάει μόνο μέσω της δουλειάς του. Λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του νέου του δίσκου με τίτλο «Ο Παναγιώτης Μάργαρης ερμηνεύει Μίκη Θεοδωράκη» και λίγα 24ωρα πριν ανέβει στη σκηνή του Μεγάρου Δουκίσσης Πλακεντίας, ο κορυφαίος κιθαρίστας της χώρας, μίλησε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ.
Τι θα ακούσουμε στη συναυλία της Πεντέλης;
Όπως λέει και ο τίτλος, πρόκειται για ένα «ρεσιτάλ για 2». Στο πρώτο μέρος θα παίξουμε μια επιλογή τραγουδιών μεγάλων Ελλήνων συνθετών – κυρίως του Χατζιδάκη. Στο δεύτερο μέρος θα πρωταγωνιστούν όλα τα γνωστά κομμάτια που έχει ερμηνεύσει ο Λαυρέντης με την προσθήκη ενός μπάσου και ενός κρουστού. Ενδιάμεσα, θα παίζω τραγούδια για σόλο κιθάρα.
Έχετε ξαναπαίξει στον συγκεκριμένο χώρο;
Τα τελευταία δέκα χρόνια μένω στην Πεντέλη. Είναι μια περιοχή που έχω αγαπήσει και γι’ αυτό αυτή η συναυλία είναι ιδιαίτερης σημασίας για μένα. Έχω παίξει άλλες δυο φορές στον υπέροχο αυτόν χώρο. Πριν από 18 χρόνια με τον Νότη Μαυρουδή και άλλη μια φορά πέρυσι σε μια προσωπική συναυλία – μάλιστα αν και έβρεξε λίγο πριν ξεκινήσει και τα πράγματα ήταν «κάπως» με τον ήχο και την υγρασία, τελικά εξελίχθηκε σε μια όμορφη βραδιά.
Πώς γνωριστήκατε με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα;
Το 2003 συμμετείχε στην τρίτη συνέχεια του «Café de l’ art» – συνολικά με τον Νότη Μαυρουδή κυκλοφορήσαμε έξι cd. To cd ήταν αφιερωμένο στον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη και ο Λαυρέντης ερμήνευσε τον «εφιάλτη της Περσεφόνης». Στη συνέχεια χαθήκαμε για κάποια χρόνια μέχρι που το 2011 κάναμε μαζί περιοδεία στο εξωτερικό. Αυτό το καλοκαίρι είχα την τύχη να κάνουμε ξανά μαζί περιοδεία παίζοντας σε υπέροχους χώρους, όπως το θέατρο «Απόλλωνας» στη Σύρο -μια μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου- και το Μέγαρο Δουκίσσης Πλακεντίας , ενώ τον χειμώνα θα περιοδεύουμε πάλι ανά την Ελλάδα. Η χημεία μας ταίριαξε απόλυτα, κολλήσαμε και γίναμε φίλοι. Τον Λαυρέντη τον αγαπώ πολύ και τον συμπεριλαμβάνω στους 2-3 κολλητούς μου φίλους. Τον θεωρώ, δε, τον σπουδαιότερο τραγουδοποιό της γενιάς του.
Ως χαρακτήρες τι κοινά στοιχεία έχετε;
Ταιριάζουμε σχεδόν στα πάντα και έχουμε τα ίδια χόμπι. Είμαι κι εγώ Παναθηναϊκός, μου αρέσει να παρακολουθώ τένις και σνούκερ και όπως ο Λαυρέντης έτσι κι εγώ συνηθίζω να καπνίζω ένα πούρο κάθε βράδυ μετά το φαγητό. Μικρές κοινές λεπτομέρειες που νοστιμίζουν τη ζωή.
Πότε μπήκε στη ζωή σας η κιθάρα;
Μετά από την προτροπή των γονιών μου να μάθω ένα μουσικό όργανο, σε ηλικία 13 ετών ξεκίνησα μαθήματα σε ένα ωδείο στην Νέα Σμύρνη. Η διευθύντρια του ωδείου μού έδωσε δυο επιλογές: ή κλασικό πιάνο ή κλασική κιθάρα. Μάλιστα, με προέτρεψε να επιλέξω την κιθάρα επειδή είναι ένα όργανο που μεταφέρεται πιο εύκολα. Σήμερα νιώθω τόσο τυχερός που μέσα από μια σύμπτωση ουσιαστικά κάνω αυτό που λατρεύω.
Ποιοι είναι για εσάς οι κορυφαίοι κιθαρίστες στην ιστορία;
Στο χώρο της κλασικής κιθάρας θα επέλεγα τον Άγγλο κιθαρίστα John Williams και στον χώρο της flamenco κιθάρας, φυσικά τον Paco de Lucia. Είναι δυο άνθρωποι που με επηρέασαν βαθιά.
Δισκογραφικά τι ετοιμάζετε;
Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε το νέο μου cd με τίτλο «Ο Παναγιώτης Μάργαρης ερμηνεύει Μίκη Θεοδωράκη». Το σημαντικό είναι ότι έγινε με τη συμμετοχή του μεγάλου μας συνθέτη. Πήγα σπίτι του αρκετές φορές, άκουσε τα κομμάτια πριν τα ηχογραφήσω αλλά και μετά και γενικά μου έδωσε τα φώτα του. Αυτό το υλικό θα το παρουσιάζω από αρχές Νοεμβρίου και για 12 εβδομάδες κάθε Παρασκευή στον Ιανό.
Τι κρατάτε απ’ όσα σας είπε;
Τον Μίκη Θεοδωράκη τον θεωρώ τον σπουδαιότερο εν ζωή Έλληνα. Αυτό που κρατάω απ’ όσα μου είπε είναι πως ότι δυσάρεστο και αν συμβαίνει στη ζωή ενός μουσικού, εκείνος οφείλει να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο που θα λειτουργούσε εάν ήταν ευτυχισμένος. Να μη σταματάει την πορεία του, αλλά μέσα από τις δυσκολίες να συνεχίζει και κάποια στιγμή θα δικαιωθεί.
Ο τίτλος «ο μάγος της κιθάρας» που σας έχουν αποδώσει πως σας ακούγεται;
Με κολακεύει, αλλά σίγουρα δεν με εφησυχάζει. Εκ φύσεως πάντα νιώθω ότι είμαι στην αρχή της πορείας μου. Ότι κάθε φορά μηδενίζω και ξεκινάω από την αρχή, παρότι επαγγελματικά μετρώ πια 22 χρόνια.
Μπορεί να επιβιώσει ένας κιθαρίστας στην Ελλάδα του 2017;
Δεν είναι καθόλου εύκολο. Ίσως προσωπικά να είμαι τυχερός σ’ αυτό το κομμάτι γιατί επέλεξα από μικρός να μη μπλέξω με ορχήστρες. Είχα την ανάγκη να κάνω δικά μου πράγματα, κάτι που είχε πολλές δυσκολίες, αλλά εν τέλει με δικαίωσε. Σήμερα ο κλάδος μας περνάει δύσκολες στιγμές. Υπάρχουν πολλοί μουσικοί και οι αμοιβές έχουν πέσει πάρα πολύ. Οι πρώτης κλάσης μουσικοί π.χ. εκεί που έπαιρναν 300 ευρώ την βραδιά, σήμερα μπορεί να παίρνουν 80 ευρώ. Ένα έξτρα εισόδημα μπορεί να προέλθει από μαθήματα. Προσωπικά, διδάσκω κιθάρα σε ένα ωδείο στα Βριλήσσια και έχω μια τάξη από 20 μαθητές. Είναι κάτι που με φέρνει σε επαφή με νέους ανθρώπους και με ανανεώνει.
Τι είναι για εσάς η μουσική;
Τα πάντα. Είναι αγάπη, τρυφερότητα, πάθος… Είναι όλη μου η ζωή.