ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Το πρόσωπο του Δημήτρη Καπετανάκου δεν είναι απ΄ αυτά που ξεχνάς εύκολα. Όχι μόνο γιατί πρωταγωνιστεί στην αρτιότερη καλλιτεχνικά τηλεοπτική δουλειά της τελευταίας δεκαετίας ( το αριστουργηματικό «Έτερος Εγώ» του Σωτήρη Τσαφούλια) αλλά γιατί έχει τον τρόπο με τους λούμπεν- περιθωριακούς χαρακτήρες που συνήθως υποδύεται να μαγνητίζει τον θεατή «άμα τη εμφανίσει».
Ο γνωστός ηθοποιός μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την- λανθασμένη κατά την γνώμη του- διαχείριση της υγειονομικής κρίσης σε σχέση με τον Πολιτισμό από πλευράς Πολιτείας, θυμάται τις δύσκολες στιγμές του επαγγέλματος του αλλά και τις συνεργασίες που τον διαμόρφωσαν ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί στα αγαπημένα του Μελίσσια, τόπο κατοικίας αλλά και ταυτόχρονα ησυχαστήριο διαφυγής από την πολύβουη ζωή του κέντρου.
Σε τι φάση βρίσκεσαι επαγγελματικά αυτήν την περίοδο;
Μόλις ολοκληρώσαμε μαζί με εξαιρετικούς συναδέλφους την ηχογράφηση του «Ζητιάνου» του Ανδρέα Καρκαβίτσα σε διασκευή Σοφίας Αδαμίδου και σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη για το κρατικό ραδιόφωνο.
Επίσης, έχουν ολοκληρωθεί τα γυρίσματα για το σήριαλ «Έρωτας με διαφορά» το οποίο θα συνεχιστεί από το Φθινόπωρο για δεύτερη σεζόν στο STAR σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Πανταζούδη και σενάριο του Βασίλη Ρίσβα και της Δήμητρας Σακαλή.
Είσαι από τους λίγους ανθρώπους στον χώρο, οι οποίοι όταν μιλoύν για μια δουλειά τους, αναφέρουν τα ονόματα όλων των συνεργατών. Αυτό γίνεται από συστολή ή διάθεση αλτρουισμού;
Η δουλειά μας είναι ομαδική. Ακόμα και έναν μονόλογο στο θέατρο να κάνεις, υπάρχουν κάποιοι συνεργάτες από πίσω. Το εάν έπαιξα εγώ καλά κάπου και μου είπαν «συγχαρητήρια» αυτό είναι αποτέλεσμα της συνύπαρξής μου με τον συμπαίκτη μου. Εάν αυτός δεν ανταποκρινόταν και δεν υπήρχε η κατάλληλη χημεία για να αναδειχθεί ο όποιος χαρακτήρας, δεν θα γινόταν τίποτα. «Από μόνος σου δεν κάνεις τίποτα» . Αυτό είναι βασικό μου motto.
Πώς κρίνεις την διαχείριση της κυβέρνησης στο θέμα «υγειονομική κρίση και πολιτισμός»;
Τόσο στο θέμα του θεάτρου όσο και των υπόλοιπων πολιτιστικών χώρων δεν υπήρξε σωστή διαχείριση. Καταστράφηκε κόσμος από κακό σχεδιασμό. Στην επαναλειτουργία των θεάτρων συντελεστές και θεατές ήταν πολύ προσεκτικοί και τα μέτρα ασφάλειας τηρούνταν στο ακέραιο. Την ίδια στιγμή ο κόσμος συνωστίζονταν στα μέσα μαζικής μεταφοράς ή τα σούπερ μάρκετ, που αποτελούσαν «υγειονομικές βόμβες». Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης ήταν λανθασμένος. Οι πολιτιστικοί χώροι δεν έπρεπε να κλείσουν, ακόμα και για την ψυχολογία των συμπολιτών μας που βίωναν ένα lockdown .
Νιώθεις ότι είσαι από τους τυχερούς ηθοποιούς που τον φετινό δύσκολο χειμώνα αντί να ζουν με το επίδομα των 534 ευρώ ή με τίποτα είχαν σταθερή δουλειά;
Μεγάλη κουβέντα αυτή… Φυσικά και νιώθω τυχερός και ευγνωμονώ τους ανθρώπους που με επέλεξαν να συμμετάσχω σε δουλειές, όπως την σειρά «Έτερος Εγώ: Κάθαρσις» του Σωτήρη Τσαφούλια και «Έρωτας με διαφορά» των Ρίσβα-Σακαλή σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Πανταζούδη.
Παρ΄ όλα αυτά κι εγώ όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι του καλλιτεχνικού χώρου παραμένουμε σε εγρήγορση ώστε να κάνουμε μια οποιαδήποτε άλλη δουλειά προκειμένου να βιοποριστούμε. Η ενασχόληση με το θέατρο ξεκινάει με μια ανάγκη έκφρασης αλλά υπάρχει και μια άλλη ανάγκη, να υπάρξεις ως άνθρωπος με αξιοπρέπεια. Προσωπικά, μόνο τα τελευταία χρόνια δεν έχω αναγκαστεί να κάνω δεύτερη δουλειά για να επιβιώσω. Κάνοντας έναν απολογισμό της πορείας μου, μπορώ να πω ότι από τα 25 χρόνια που είμαι στο θέατρο, τα πρώτα 15 έκανα ότι δουλειά μπορείς να φανταστείς.
Έχεις περάσει ποτέ τόσο δύσκολα που ευχήθηκες να μην είχες γίνει ποτέ ηθοποιός;
Δεν είπα ποτέ κάτι τέτοιο, γιατί όταν μπήκα στην δραματική σχολή παράλληλα δούλευα. Τα πρωινά ξεφόρτωνα φορτηγά (αυτήν την δουλειά την έκανα για δέκα χρόνια) και στη συνέχεια πήγαινα στη σχολή. Μάλιστα, από το δεύτερο έτος είχα δουλειά στο θέατρο,-έστω και χωρίς μισθό. Είχα ήδη αποφασίσει να κάνω μια οποιαδήποτε δουλειά για να μπορώ να κάνω ελεύθερα τις επιλογές μου και εννοώ να συμμετάσχω σε δουλειές με μεγάλο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον με μικρή ή και καθόλου αμοιβή. Ποτέ δεν γκρίνιαξα, ποτέ δεν βαρυγκώμησα… Το θέατρο είναι μια δουλειά που απαιτεί πειθαρχία, μελέτη και κόπο. Είναι μια σκληρή δουλειά με πολλές πίκρες. Έχει όμως κάποιες μαγικές στιγμές, οι οποίες σε ακολουθούν σε όλη σου τη ζωή.
Συμμετείχες και στους δυο κύκλους της αστυνομικής σειράς του Σωτήρη Τσαφούλια «Έτερος Εγώ», ενώ θα σε δούμε και στον τρίτο. Επειδή την έχω παρακολουθήσει μπορώ να πω ότι πρόκειται ίσως για την καλύτερη ελληνική σειρά που έχει γυριστεί τα τελευταία χρόνια και αυτός είναι ο λόγος που ενδέχεται να την δούμε και στην streaming πλατφόρμα του NETFLIX. Πώς σου έγινε η πρόταση;
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας το 2010 με είχε δει στην παράσταση «Κατάδικός μου» που έπαιζα με την Ελένη Ράντου. Μετά από οκτώ χρόνια με πήρε τηλέφωνο και μου έκανε πρόταση συνεργασίας για τον πρώτο κύκλο της σειράς(«Έτερος Εγώ: Χαμένες ψυχές»), επειδή με είχε δει στην συγκεκριμένη παράσταση. Ακολούθησε η συμμετοχή μου στον δεύτερο κύκλο («Έτερος Εγώ: Κάθαρσις»), ενώ θα είμαι και στον τρίτο κύκλο της σειράς («Έτερος Εγώ: Νέμεσις»), της οποίας το σενάριο γράφεται αυτήν την περίοδο.
Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μας. Ούτε κανέναν κολλητό είχα για να μπω στη δουλειά, ούτε κανένα «βύσμα». Τι θέλω να πω; Εάν έχεις πίστη και δουλεύεις σκληρά, αυτό που αγαπάς θα έρθει να σε βρει από μόνο του.
Τι ήταν αυτό που έκανε αυτήν την δουλειά να ξεχωρίσει;
Όλοι οι συντελεστές (μαζί με την COSMOTE και την Blonde με την Φένια Κοσοβίτσα) ήμασταν μια οικογένεια, μια αγκαλιά. Ο Σωτήρης Τσαφούλιας είναι ένας σκηνοθέτης που αγαπά πολύ τους ηθοποιούς. Όλα τα προβλήματα που μπορεί να έχει μια παραγωγή ήταν λυμένα και οι ηθοποιοί το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν το να «παίξουν»- ένα ωραίο ρήμα που χρησιμοποιείται μόνο στους ηθοποιούς και τους μουσικούς.
Ήταν μια ελληνική παραγωγή που απέδειξε ότι και η Ελλάδα μπορεί. Αρκεί να το θέλουμε και να δουλέψουμε σκληρά.
Σε είδαμε και στην τελευταία ταινία του Γιάννη Οικονομίδη «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς». Πώς ήταν η συνεργασία μαζί του;
Είναι ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης, ένας άνθρωπος ταγμένος στην Τέχνη του, ένας ποιητής της εικόνας και της καταγραφής μιας ελληνικής πραγματικότητας, την οποία δεν θέλουμε να γνωρίζουμε αλλά όμως υπάρχει.
Η συμμετοχή μου στην ταινία ήταν μια σκηνή. Γι’ αυτήν την σκηνή επί πέντε μήνες (κάθε Τετάρτη στις 14.30 συγκεκριμένα) πηγαίναμε σε έναν συγκεκριμένο χώρο και κάναμε πρόβα. Η στιχομυθία που είδατε στην μεγάλη οθόνη είναι αποτέλεσμα αυτής της δουλειά που προήλθε και από αυτοσχεδιασμό.
«Με την ενασχόληση μου με το θέατρο έγινα καλύτερος άνθρωπος»
Συνήθως οι σκηνοθέτες σε επιλέγουν για ρόλους «κακών». Αυτό έχει να κάνει με τα εκφραστικά σου εργαλεία , δηλαδή τη φωνή, το πρόσωπο, ακόμα και το μουστάκι;
Δεν θα έλεγα ότι πρόκειται για «κακούς» ήρωες, αλλά για «σκοτεινούς». Η έγνοια μου είναι όλοι οι χαρακτήρες που υποδύομαι να παρουσιάζουν μια μετακίνηση ο ένας από τον άλλον, να μην είναι ποτέ οι ίδιοι. Για να «χτίσω» έναν χαρακτήρα πάντα ξεκινάω από μια βιωματική συνθήκη. Η αρχή του ρόλου είναι μια αλήθεια-είτε δική μου, είτε κάποιου άλλου.
Στη θεατρική σου πορεία έχεις καταγράψει σπουδαίες συνεργασίες, από τις οποίες προσωπικά ξεχωρίζω την Ελένη Σκότη και την Ελένη Ράντου. Μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι συνεργασίες άλλαξαν τον τρόπο σκέψης σου ή ακόμα και σε διαμόρφωσαν;
Πριν πάω στην Ελένη Σκότη και την ομάδα ΝΑΜΑ, δούλευα ήδη δέκα χρόνια στο θέατρο. Συνεργάστηκα μαζό της πέντε χρόνια στις παραστάσεις «Rottweiler» και «La Chunga». Ήταν μεγάλο σχολείο. Ο τρόπος που δούλευε μου άνοιξε ένα καινούργιο δρόμο. Δεν υπάρχει πιο … εμμονική -με την καλή έννοια- σκηνοθέτης. Στις πρόβες επί πέντε ώρες καθόταν στην καρέκλα της και δεν έκανε καν διάλειμμα. O Μίνως Βολανάκης έλεγε ότι ο ηθοποιός πρέπει να διακατέχεται από τα τρία «Α». Απορία, αθωότητα και άγνοια. Η Ελένη Σκότη με τον τρόπο της με έκανε να ξεχάσω ότι ήξερα μέχρι τότε και να πιάσω το νήμα από την αρχή.
Στην συνέχεια ήρθε η συνεργασία με την Ελένη Ράντου, η οποία με είδε στο «Επί Κολωνώ» και μου πρότεινε να συνεργαστούμε στην παράσταση «Κατάδικός μου». Εκεί σκηνοθέτης ήταν ο Γιώργος Παλούμπης , καλλιτεχνικό «παιδί» της Ελένης Σκότη.
Γενικότερα, θα έλεγα ότι από το «Επί Κολωνώ» και μετά άρχισα να δικαιώνομαι για την υπομονή μου και τις επιλογές μου στη δουλειά.
Τα θέατρα άνοιξαν μετά από πολύ καιρό. Πώς βλέπεις την επόμενη ημέρα;
Η κρίση έκανε και ένα καλό. Έγινε απαραίτητος ο χρήσιμος και αυτό αφορά όλα τα επαγγέλματα, όχι μόνο στο θέατρο. Δεν μπορεί πια κανείς να κοροϊδεύσει τον κόσμο. Αυτό που γινόταν στα 90’ s και στα 00’ s έχει τελειώσει. Είμαι περήφανος που μπορώ να πω πως αν για κάποιο λόγο αύριο σταματούσα το θέατρο, θα ήξερα ότι με την ενασχόληση μου μαζί του, αν μη τι άλλο, έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος.
«Δεν θα μπορούσα να μένω κάπου αλλού εκτός από τα Μελίσσια»
Μεγάλωσες στα Μελίσσια, περιοχή στην οποία μένεις ακόμα. Τι θυμάσαι πιο έντονα από τα παιδικά σου χρόνια;
Είμαι γέννημα θρέμμα Μελισσιώτης. Οι γονείς μου ήρθαν εδώ το 1967. Μένω κοντά στο ποτάμι στην Αγία Μαρίνα σε μια μονοκατοικία του 1970 , σε μια γειτονιά με λίγα σπίτια και γείτονες οι οποίοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Κάθε φορά που κλείνω τα μάτια μου θυμάμαι την γειτονιά μου με πέντε διάσπαρτα σπίτια, με αυλή και γεμάτη με αμυγδαλιές και φιστικιές Αιγίνης. Ευτυχώς (με εξαίρεση μια περίοδο στις αρχές των 90’ s όπου παρουσιάστηκε μια έκρηξη δόμησης) η φυσιογνωμία της γειτονιάς διατηρήθηκε με τα χρόνια, καθώς βοήθησε και ένας σχετικός νόμος που είχε θεσπιστεί. Επειδή μου αρέσει να κατασκευάζω πράγματα με τα χέρια μου και η ενασχόληση με τη γη, δεν θα μπορούσα να μένω κάπου αλλού εκτός από τα Μελίσσια.
Που βγαίνεις στην γειτονιά σου;
Πηγαίνω πολύ συχνά για βόλτα με τον σκύλο μου στο ποτάμι, εκεί όπου τα μονοπάτια έχουν διατηρηθεί. Κάθε φορά που θέλω να σκεφτώ κάθομαι σε μια πέτρα στο ποτάμι και αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορώ να κάνω στον εαυτό μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην ανέβω τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα για πεζοπορία στη σπηλιά του Νταβέλη. Το Πεντελικό βουνό το περπατάω, δεν το θαυμάζω απλώς!
Ο Δήμος Πεντέλης είναι ένας pet friendly Δήμος;
Επειδή τα Μελίσσια (και πολύ περισσότερο η Πεντέλη) παλιά ήταν χωριό, θεωρώ ότι πια ο κόσμος έχει αποκτήσει μια συνείδηση φιλοζωίας. Ο Δήμος κάνει ωραίες προσπάθειες προς όλες τις κατευθύνσεις. Θεωρώ, όμως ότι υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες απ΄ αυτές που ήδη αξιοποιούνται. Υπάρχει ένα καταπληκτικό νταμάρι (τα παλιά λατομεία Μουζάκη στην Πεντέλη) το οποίο είναι ένα έτοιμο θέατρο και μπορεί να γίνει σημείο αναφοράς. Απορώ γιατί δεν έχει προχωρήσει η ιδέα του να γίνεται ένα Φεστιβάλ σε ετήσια βάση. Για χρόνια θέλω να «ενοχλήσω» τον εκάστοτε Δήμαρχο γι’ αυτό. Ξέρω ότι είναι κάτι που μπορεί να στηθεί και με εθελοντική εργασία.
Θα ήθελες να ασχοληθείς με τα κοινά;
Στις πρώτες καταλήψεις, ήμουν πρόεδρος του 15μελους. Θεωρώ ότι εκείνη η γενιά έδωσε τον αγώνα της και χωρίς να ανήκουμε σε καμία κομματική οργάνωση. Δεχόμασταν τότε πολλά «πυρά», αλλά ο Δήμος (Μελισσίων τότε) μας είχε στηρίξει. Θυμάμαι ότι μας είχαν καλέσει σε ένα δημοτικό συμβούλιο -επί δημαρχίας Γιάννη Μητρόπουλου- στο οποίο από τη μια είδα ανθρώπους που ήθελαν πραγματικά να προσφέρουν και από την άλλη κάποιους άλλους που η ποιότητά τους δεν… μου άρεσε, για να το πω όσο πιο ευγενικά μπορώ.
Για να απαντήσω στην ερώτησή σου, η ενασχόληση με τα κοινά απαιτεί αφοσίωση. Είναι μια δουλειά πλήρους απασχόλησης και όχι ημιαπασχόληση. Οπότε, δεν είναι κάτι που θα δοκίμαζα, από τη στιγμή που είμαι αφοσιωμένος στο θέατρο.