Παραμονή Χριστουγέννων, πέθανε σε ηλικία 81 ετών ο Αμερικανός πολιτειολόγος και καθηγητής πολιτικών επιστημών Σάμιουελ Χάντινγκτον. Ο θάνατός του ανακοινώθηκε από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ στην ιστοσελίδα του και δεν έγινε ευρέως γνωστός. Κι όμως ο Χάντινγκτον, γεννημένος στις 18 Απριλίου του 1927 στη Νέα Υόρκη, ήταν ένας άνθρωπος που δεν σταμάτησε να διδάσκει παρά το 2007 και ύστερα από 58 χρόνια προσφοράς, όπως διευκρίνισε το αμερικανικό πανεπιστήμιο.
Ο Χάντινγκτον δεν υπήρξε μια τυχαία προσωπικότητα. Ήταν από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της αμερικανικής κυριαρχίας σε παγκόσμιο επίπεδο και συνεργάτης πολλών κυβερνήσεων και οργανισμών, αποκλειστικά συντηρητικού ή ακροδεξιού προσανατολισμού.
Ταυτόχρονα, είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαπλοκή του μεγάλου κεφαλαίου με το πανεπιστημιακό κατεστημένο των ΗΠΑ. Υπήρξε ιδρυτής (1989), πρόεδρος (1989-2000) και ιθύνων νους του «Ιδρύματος Όλιν», μέσω του οποίου ο ομώνυμος κολοσσός της χημικής βιομηχανίας χρηματοδοτεί και οργανώνει τη διάδοση των «σωστών» αναλύσεων στους κόλπους της ακαδημαϊκής κοινότητας και των Μέσων Ενημέρωσης, με καταστατικό σκοπό «την ενίσχυση των οικονομικών, πολιτικών και πολιτισμικών θεσμών πάνω στους οποίους στηρίζεται η ατομική πρωτοβουλία».
Ο Χάντινγκτον έχει συγγράψει και επιμεληθεί 17 βιβλία και 90 επιστημονικά άρθρα για την αμερικανική πολιτική, τον εκδημοκρατισμό, τη στρατιωτική πολιτική, τη στρατηγική, την αναπτυξιακή πολιτική.
Το σημαντικότερο από τα δεκάδες βιβλία και άρθρα του, που τον ανέδειξαν σε έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους αλλά και αμφιλεγόμενους πολιτικούς επιστήμονες των τελευταίων ετών, είναι «Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης», το οποίο κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το 1996 και μεταφράστηκε σε 39 γλώσσες, τον έκανε δε γνωστό και στην Ελλάδα.
Με αυτό το βιβλίο ο Χάντινγκτον εναντιώθηκε στην άποψη περί «παγκόσμιου πολιτισμού» του Φουκουγιάμα και μετατόπισε τα αίτια μελλοντικών συγκρούσεων μεγάλης κλίμακας, από τον ιδεολογικό (ο οποίος χαρακτήριζε τις συμμαχίες μέχρι τη διάλυση του κομμουνιστικού μπλοκ), στον πολιτισμικό τομέα.
Η θεμελιώδης πηγή συγκρούσεων, γράφει ο Χάντινγκτον, σ’ αυτό τον καινούργιο κόσμο που προέκυψε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν θα είναι πρωταρχικά ούτε ιδεολογική, ούτε οικονομική. Οι μεγάλοι διαχωρισμοί στο εσωτερικό της ανθρωπότητας και η κυρίαρχη πηγή συγκρούσεων, θα είναι πολιτισμικοί. Τα εθνικά κράτη θα παραμείνουν οι ισχυρότεροι παίκτες στις διεθνείς υποθέσεις, οι κυριότερες όμως συγκρούσεις στην παγκόσμια πολιτική θα προκύψουν ανάμεσα σε έθνη και ομάδες διαφορετικών πολιτισμών. Οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ πολιτισμών θα είναι τα πολεμικά μέτωπα του μέλλοντος.
Στο πλαίσιο αυτών των αναλύσεων ο Χάντινγκτον απαρίθμησε «επτά ή οκτώ» τέτοιους «πολιτισμούς», στους οποίους κατανέμεται η ανθρωπότητα και συγκεκριμένα: «∆υτικός, Κομφουκιανός, Ιαπωνικός, Ισλαμικός, Σλάβο-ορθόδοξος, Λατινοαμερικανικός κι ενδεχομένως Αφρικανικός». Χρόνια αργότερα, επανήλθε με την προσθήκη ενός ακόμα πολιτισμού, τον «Βουδιστικό», ενώ τον «Κομφουκιανό» τον μετονόμασε σε «Σινικό».
Άγγελος Πολύδωρος