Το βιβλίο αυτό είναι μια μελέτη που αναφέρεται στους Σαρακατσαναίους, ένα ελληνικό δωρικό ποιμενικό νομαδικό φύλο, το οποίο συνεχίζει τον ποιμενικό νομαδικό ινδοευρωπαϊκό βίο εδώ και 7.000 χρόνια, δηλ. 4.000 χρόνια ως Ινδοευρωπαίοι και 3.000 ως Δωριείς – Έλληνες νομάδες, και επέζησαν ως τα μέσα του 20ου αιώνα μ.Χ. (ως γνωστόν οι Δωριείς κατέβηκαν στην Ελλάδα από την Πίνδο γύρω στον 11ο αιώνα π.Χ.).
Η λέξη νομάς προέρχεται από την έννοια της νομής που δηλώνει τη βοσκή. Οι βοσκοί και οι αρχαίοι κυνηγοί αλλάζουν τόπο για οικονομικούς λόγους. Οι ποιμένες είχαν πολλά κοινά σημεία με τους κυνηγούς και πίστευαν στον απόκρυφοι δεσμό ανθρώπου και ζώου.
Οι γνήσιοι νομάδες δεν έχουν μόνιμη κατοικία. Την αντισταθμίζουν ακολουθώντας απαράλλακτους δρόμους αποδημίας. Η περιπλάνηση είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό που κληρονομήθηκε γενετικά από τους φυτοφάγους προγόνους του ανθρώπου.
Η περιπλάνηση ικανοποιεί ένα μέρος της φυσικής περιέργειας και της επιθυμίας για εξερεύνηση.
«Εκείνος που δεν ταξιδεύει δεν ξέρει την αξία των ανθρώπων», είπε ο Ιμπν Μπατούτα, ακάματος Άραβας ταξιδευτής.
Το ταξίδι και η περιπλάνηση δεν ευρύνει απλώς τον νου. Τον φτιάχνει.
Είμαστε εκ γενετής ταξιδιώτες.
«Οι νομάδες είναι πιο κοντά στον κόσμο της δημιουργίας του Θεού και πιο μακριά από τα αξιοκατάκριτα έθιμα που έχουν μολύνει τις καρδιές των μόνιμα εγκαταστημένων ανθρώπων» έλεγε ο Άραβας Ιμπν Χαλντούν. Το μόνο που παρέλειψαν ήταν να ακολουθήσουν τους κύκλους της παρακμής, που ερήμωσαν όλους τους γνωστούς πολιτισμούς , και πραγματικά, ο νομαδικός κόσμος δεν άλλαξε από τότε που ο Βεδουίνος σεΐχης Αβραάμ ταξίδεψε « από τα νότια ως ακόμη και τη Μπεθέλ, το μέρος όπου ήταν αρχικά στημένη η σκηνή του».
Οι πολιτισμοί αυτοκαταστρέφονται. Οι νομάδες ουδέποτε κατέστρεψαν κανένα.
Ο νομάς είναι ένας βοσκός που μετακινεί την περιουσία του μέσα από μια διαδοχή βοσκοτόπων. Είναι δεσμευμένος σε ένα εξαιρετικά αυστηρό χρονοδιάγραμμα και στην αύξηση κοπαδιών και των γιων του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως λέξεις όπως stock (ζώα αναπαραγωγής), capital (κεφαλικό), pecuniary (χρηματικό) και ακόμη και sterling (στερλίνα) προέρχονται από τον ποιμενικό κόσμο. Και αυτό που προκαλεί τον ατέλειωτο κύκλο επιδρομών και αντεκδικήσεων είναι ο μοιραίος πόθος του νομάδα να αυξήσει τα υπάρχοντά του.
Νομάς ήταν ο βιβλικός Άβελ.
«Κανένας δεν γίνεται προφήτης αν δεν υπάρξει προηγουμένως ποιμένας» λέει ο Μωάμεθ.
Ο ιουδαιοχριστιανισμός, ο ζωροαστρισμός και οι ινδουιστικές βουδιστικές παραδόσεις διατηρούν το ποιμενικό τους παρελθόν.
Το Ισλάμ είναι η μεγάλη νομαδική πίστη.
Μεγάλη νομαδική κουλτούρα είχαν οι Κιμέριοι, οι Σκύθες, οι Αβάροι, οι Θράκες, οι Νουμίδες, οι Ούνοι, τα γερμανικά «φύλλα», οι Δωριείς, οι Άραβες, οι Μαγιάροι, Οι Μογγόλοι και οι Τούρκοι, ο τελευταίος ημινομαδικός λαός που φιλοδόξησε να κατακτήσει τον κόσμο.
Οι νομάδες έχουν την μπέσα, την γενναιοδωρία , τη συντροφικότητα και το ανοιχτό μυαλό.
Η νομαδική ζωή έχει σκληρότητα και αδιαλλαξία, αγραμματοσύνη, απάρνηση κάθε μορφής ιδιοκτησίας, εκτός από τα αντικείμενα που μεταφέρονται ευκολότερα σε καιρούς έκτακτης ανάγκης. Οι νομάδες δίνουν μεγάλη σημασία στις αξίες και έχουν φυσική προσαρμογή στην ιδέα του θανάτου.
Ο ηρωικός κόσμος των ποιμένων νομάδων είναι ανώτερος -ηθικά και σωματικά- από τη ζωή στους μόνιμα εγκαταστημένους πολιτισμούς.
Ο νομάς απαρνιέται, συλλογιέται στη μοναξιά του, εγκαταλείπει τις συλλογικές τελετουργίες και λίγο ενδιαφέρεται για τις έλλογες διαδικασίες της μάθησης ή της γραφής.
Το τύμπανο και η κιθάρα είναι τα πρωταρχικά νομαδικά όργανα.
Κάθε Άνοιξη οι νομάδες αποτινάζουν την αδράνεια του χειμώνα και επιστρέφουν στα θερινά τους βοσκοτόπια με την ίδια τακτική των χελιδονιών. Η ανοιξιάτικη μετανάστευση είναι ιεροτελεστία.
Οι νομάδες είναι σκανδαλωδώς άθρησκοι. Η ανάβαση προς την κορυφή του βουνού είναι η οδός της σωτηρίας τους…
Οι Σαρακατσάνοι, γνωστοί και ως Καρακατσάνοι ή Σαρακατσαναίοι, είναι ελληνική νομαδική φυλή που βρίσκεται διασκορπισμένη σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα. Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των Σαρακατσάνων έχει εγκαταλείψει το νομαδικό βίο και ζει μόνιμα στα χωριά όπου ασχολείται με την κτηνοτροφία, ενώ οι απόγονοί τους έχουν εγκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μικρός αριθμός Σαρακατσάνων βρίσκεται επίσης στη Βουλγαρία και την ΠΓΔΜ.
Οι Σαρακατσάνοι, νομάδες εκ φύσεως, μετακινούνταν συνεχώς μεταξύ βουνών και πεδιάδων. Οι εποχικές αυτές μετακινήσεις τους είχαν σχέση με την τεχνική της κτηνοτροφίας και τις ανάγκες των κοπαδιών, από τα οποία είχαν άμεση εξάρτηση. Σύμφωνα με την σαρακατσάνικη παράδοση, την άνοιξη και συγκεκριμένα του Αγίου Γεωργίου, μετακινούνταν σχηματίζοντας καραβάνια στα βουνά αναζητώντας βοσκές όπου χάρη στην υγρασία διατηρούνταν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, καθώς τα πεδινά βοσκοτόπια ξεραίνονταν και η θερμοκρασία έφτανε σε επίπεδα μη ανεκτά από τα κοπάδια τους. Το φθινόπωρο, στη γιορτή του Αγίου Δημητρίου, έπαιρναν το δρόμο για τις πεδιάδες, τα λεγόμενα χειμαδιά, που ήταν κλιματικά πιο ήπιες σε σχέση με τον σκληρό χειμώνα των βουνών, ώστε να ξεχειμωνιάσουν τα ζώα του.