Το «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα!» το οποίο επανακυκλοφορεί εδώ και λίγο καιρό από τις εκδόσεις «24 Γράμματα» δικαίως θεωρείται μια από τις πληρέστερες μουσικές βιογραφίες των τελευταίων ετών. Ο Βριλησσιώτης συγγραφέας του βιβλίου , Κώστας Παπασπήλιος ή αλλιώς ο «μετρ των βιογραφιών» (μεταξύ άλλων έχει υπογράψει με μεγάλη επιτυχία αυτές των Γιάννη Παπαϊωάννου, Πόλυς Πάνου, Φώτη Μεταξόπουλου, Χρόνη Αηδονίδη, Ζακ Ιακωβίδη και Τόνυ Μαρούδα) μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για το νέο του «πνευματικό παιδί».
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης
Θα μας πείτε την ιστορία πίσω από τη νέα αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»;
Η πρώτη έκδοση έγινε μετά από συνεχείς παραινέσεις του γιου του Ζαμπέτα, Μιχάλη, καθώς η οικογένεια θεωρούσε ότι η αυτοβιογραφία του Γιώργου Ζαμπέτα που ήδη κυκλοφορούσε δεν ήταν αντιπροσωπευτική. Λίγο πριν φύγει από τη ζωή ο Μιχάλης (σ.σ. 10 Μαρτίου 2008, ίδια ημέρα με τον πατέρα του που απεβίωσε στις 10 Μαρτίου 1992) με κάλεσε στο Σισμανόγλειο και μου επανέλαβε την επιθυμία του για το βιβλίο, ενώ υπήρχε ήδη η πρόταση η ζωή του πατέρα του να γίνει τηλεοπτική σειρά με πρωταγωνιστή τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη.
Τήρησα τον λόγο μου και ξεκίνησα αμέσως δουλειά. Ήρθα σε επικοινωνία με σπουδαίους συνεργάτες και φίλους του Ζαμπέτα, όπως την Ελένη Ροδά, την Μπέμπα Μπλανς, τον Σταμάτη Κόκοτα και τον Δημήτρη Μητροπάνο.
Όταν κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση έκανε «πάταγο» και σημείωσε μεγάλο αριθμό πωλήσεων. Παρ΄ όλα αυτά το βιβλίο είχε βγει βεβιασμένα και δεν ήταν στο επίπεδο που ήθελα. Με την βοήθεια των εκδόσεων «24 Γράμματα» με τις οποίες έχω ήδη κυκλοφορήσει δυο βιβλία («Οι Γυρολόγοι», «Γιάννης Παπαϊωάννου: Ο Άχραντος μάγκας») , αποφάσισα να φτιάξω και τη νέα εκδοχή του το «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα».
Το βιβλίο δηλαδή γράφτηκε από την αρχή;
Ακριβώς. Πήρα και άλλες πολλές συνεντεύξεις ώστε να καταγραφούν άγνωστες πτυχές του μεγάλου συνθέτη. Η αισθητική του βιβλίου αναβαθμίστηκε και όλα τα κεφάλαια έγιναν πιο ρεαλιστικά με πιο δυνατές εικόνες. Θεωρώ ότι είναι πια μια βιογραφία που αντιπροσωπεύει επάξια το μέγεθος του Γιώργου Ζαμπέτα, ο οποίος ως συνθέτης, ως τραγουδιστής και ως showman ήταν μοναδικός.
Τι ήταν αυτό που τον έκανε μοναδικό;
Μοναδικό και δημοφιλή τον έκαναν πολλά πράγματα. Πρώτα απ΄ όλα το ξεχωριστό παίξιμο στο μπουζούκι του -αμέσως καταλαβαίνεις τον ήχο του Ζαμπέτα. Δεύτερο, τα πολύ μεγάλα τραγούδια που έγραψε. Υπεύθυνα μπορώ να πω ότι ο Ζαμπέτας άνηκε στους 10 κορυφαίους Έλληνες συνθέτες του 20ου αιώνα. Τρίτον, ως showman έκανε εξαιρετικές παραστάσεις- τα ευφυολογήματά του ήταν μοναδικά. Ακόμα και όταν βωμολοχούσε δεν ενοχλείτο κανείς, γιατί οι βωμολοχίες του ήταν στο πλαίσιο της ιδιαίτερης θυμοσοφίας του και δεν είχαν στόχο να προσβάλουν κανέναν.
Επίσης, είχε μεγάλες γνώσεις σε θέματα Ιστορίας και Θεολογίας , καθώς πέρα από τον ημερήσιο Τύπο διάβαζε ότι βιβλίο έπεφτε στα χέρια του.
Ποιοι άνθρωποι καθόρισαν την πορεία του Ζαμπέτα;
Τρεις άνθρωποι υπήρξαν καθοριστικοί στην πορεία του. Η συνάντησή του με τον Μάνο Χατζιδάκι ήταν κομβική. Όταν ο Χατζιδάκις πήρε Όσκαρ για «τα Παιδιά του Πειραιά» που ακουγόταν στην ταινία «Ποτέ την Κυριακή» (1961) ο πρώτος που άκουσε το τραγούδι και το δοκίμασε στο μπουζούκι ήταν ο Ζαμπέτας, ο οποίος έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην διαφημιστική καμπάνια που έγινε στις Κάννες για το τραγούδι. Μάλιστα, έφτασε να γίνει και πρωτοσέλιδο στις τοπικές εφημερίδες για τον ευφάνταστο τρόπο με τον οποίο έπαιζε το μπουζούκι του.
Άλλη μια μεγάλη συνάντησή του ήταν δυο χρόνια αργότερα με τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο «Ζορμπάς» ,το πιο διάσημο κομμάτι του κόσμου, ο Μίκης το εμπνεύστηκε από τον «Αρμενοχωριανό» του Γιώργη Κουτσουρέλη. Όταν ο Ζαμπέτας το μετέφερε στο μπουζούκι του, αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική διαμόρφωση του τραγουδιού που έμελλε να γίνει το σήμα κατατεθέν της Ελλάδας απανταχού της Γης.
Τέλος, υπήρξε καθοριστική η γνωριμία του με τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου. Στο βιβλίο υπάρχουν ωραίες ιστορίες σχετικά με τις συναντήσεις του στις οποίες ο Ζαμπέτας προσπαθούσε να τον πείσει να του δώσει κάποια κομμάτια. Ο Χριστοδούλου για να τον ξεφορτωθεί του έδωσε ένα κομμάτι χωρίς κουπλέ. Όταν όμως άκουσε την μελωδία που συνόδευε το «Δεν έχει δρόμο να διαβώ» συγκλονίστηκε και στη συνέχεια του έγραψε και άλλους στίχους που έγιναν επιτυχίες.
Τι πίστευε το σινάφι του για τον Ζαμπέτα και τι έλεγε γι΄ αυτόν ο απλός κόσμος;
Τον Ζαμπέτα τον αγαπούσαν όλοι. Όχι μόνο γι’ αυτό που φαινόταν (ήταν χιουμορίστας) αλλά και γι΄ αυτά που δεν φαίνονταν, καθώς είχε βοηθήσει πολύ κόσμο.
Ξεχωριστό κεφάλαιο στο βιβλίο αποτελεί η φιλία του με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο οποίος τον αγάπησε τόσο πολύ που τον πήρε μαζί του και στο θέατρο- τραγούδησε για μια χρονιά στο «Ρεξ». Η ιδιοσυγκρασία τους ταίριαξε πάρα πολύ και δεν ήταν λίγες οι φορές που προχωρούσαν σε αυτοσχεδιασμούς στα κινηματογραφικά γυρίσματα. Πολύ καλή σχέση είχε και με την Δέσποινα Στυλιανοπούλου, η οποία μου εκμυστηρεύτηκε πρωτότυπες και πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες με πολλά σπαρταριστά στιγμιότυπα. Βεβαίως, όλη η ζωή του Ζαμπέτα ήταν γεμάτη με σπαρταριστά στιγμιότυπα.
Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που θα θέλατε να βιογραφήσετε στο μέλλον;
Προσπαθώντας να βρω ποιοι άνθρωποι είναι αυτοί από τον χώρο της Τέχνης , των οποίων οι ζωές παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, θα έλεγα ότι είναι πολύ λίγοι. Ο Σταμάτης Κόκοτας είναι ένας εξ’ αυτών. Έχει συναναστραφεί πολύ σημαντικούς ανθρώπους οι οποίοι ήταν συνυφασμένοι με την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού αλλά και της κοινωνία του ’60 και του ’70. Πρόκειται για μια εποχή που παρότι αποτέλεσε την αναγέννηση της χώρας και ο απόηχός της υπάρχει ακόμα και σήμερα, δεν έχει αποτυπωθεί όπως πρέπει.