Μερικοί άνθρωποι μένουν αλησμόνητοι για την προσφορά τους αλλά και τη στάση ζωής. Τέτοια περίπτωση ήταν ο Πάνος Γεραμάνης. Αγαπήθηκε από φίλους του ελληνικού τραγουδιού και θαυμαστές των ραδιοφωνικών εκπομπών του για το λαϊκό τραγούδι και το ποδόσφαιρο. Το Φεστιβάλ Ρεματιάς τιμά τη μνήμη του σπουδαίου δημοσιογράφου και κατοίκου του Χαλανδρίου (καλά κρατούν οι μαζώξεις των φίλων του στην ταβέρνα του Μήτσου), με μία συναυλία – αφιέρωμα.
Την Πέμπτη 18 Ιουλίου στις 21.00, με ελεύθερη είσοδο προγραμματίζεται μια βραδιά που θα συνοδευτεί από προβολή οπτικοακουστικού υλικού και λαϊκά τραγούδια της περιόδου 1950 – 1970, θα τραγουδήσουν: Γεράσιμος Ανδρεάτος – Μαρία Σουλτάτου – Λάμπρος Καρελάς – Άγγελος Ανδριανός – Μαίρη Δούτση – Αντρέας Λάφης – Δήμητρα Σταθοπούλου, με παρουσία επταμελούς ορχήστρας υπό τον μαέστρο τον Γιάννη Παπαζαχαριάκη. Την παρουσίαση της βραδιάς (Σε παραγωγή «Ηχόχρωμα») θα κάνει ο Γιώργος Κοντογιάννης και την επιμέλεια του μουσικού προγράμματος ανέλαβε ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης.
«Θεράπων» λαϊκού τραγουδιού και λόγου
Γεννημένος το 1946 στο Βασιλικό Ευβοίας, ο Πάνος Γεραμάνης από νωρίς έδειξε την αγάπη του για τη δημοσιογραφία. Παιδί ακόμη στο χωριό του, εξέδιδε μια δίφυλλη εφημεριδούλα, τον προοδευτικό «Μαθητικό φάρο», που σταμάτησε νωρίς, έπειτα από παρέμβαση της Αστυνομίας. Από τα 16 του στρέφεται στις δύο μεγάλες του αγάπες: το αθλητικό ρεπορτάζ και το λαϊκό τραγούδι. Με φορτηγά που μετέφεραν κεραμίδια έφευγε από το σπίτι του για την Αθήνα, προκειμένου να καλύψει ποδοσφαιρικούς αγώνες για την εφημερίδα «Φως των σπορ» και με τον ίδιο τρόπο επέστρεφε, λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι του σχολείου. Ήταν ακόμη μαθητής όταν πήρε για πρώτη φορά συνέντευξη από τον Πάνο Γαβαλά, τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Στέλιο Καζαντζίδη. Ακολούθησαν όλοι σχεδόν οι δημιουργοί και ερμηνευτές. Επί 16 χρόνια, στην εκπομπή του στο Β΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ, με τίτλο «Λαϊκοί Βάρδοι» φιλοξένησε περισσότερα από 235 πρόσωπα του μικρασιάτικου, ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Η μνήμη του υπήρξε θηριώδης για οτιδήποτε αφορούσε το λαϊκό τραγούδι, το οποίο μελέτησε σε βάθος.
Υπήρξε από τα πιο αγαπητά δημόσια πρόσωπα, πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους νεότερους με ανιδιοτέλεια και γενναιοδωρία. Πίστευε στον κοινωνικό ρόλο της μαχόμενης και μαχητικής δημοσιογραφίας, ενώ είχε εκλεγεί πρόεδρος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ. Εργάστηκε σε πολλές εφημερίδες: στην «Απογευματινή» (1968-1971), στην «Ακρόπολη» έως το 1981, στο «Εθνος» (1981-86), την ίδια περίοδο ως αρχισυντάκτης στο περιοδικό «Ελληνοσοβιετικά χρονικά», στην «Πρώτη» (1986) και στο «Κέρδος» (1987). Τελευταίος του σταθμός στην έντυπη δημοσιογραφία «Τα Νέα», όπου αρθρογραφούσε για το λαϊκό τραγούδι, την ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, καθώς και τις καλές λαϊκές ταβέρνες. Ξεχωριστή ήταν και η πορεία του στο ραδιόφωνο. Ξεκίνησε το 1989 από τον «902 Αριστερά στα FM», ενώ το 1990 πήγε στην ΕΡΑ. Το 1999, για την 32χρονη – τότε – προσφορά του στα ΜΜΕ, καθώς και για την ιστορική έρευνα και μελέτη της λαϊκής μουσικής και του αθλητισμού μέσα από 1.500 συνολικά εκπομπές από το κρατικό ραδιόφωνο, τιμήθηκε με το δημοσιογραφικό βραβείο της χρονιάς εκείνης, από το Ίδρυμα Μπότση. Επίσης, για την προσφορά του τιμήθηκε το 2002 από το Δήμο Λιλαντίων. Έφυγε από τη ζωή στις 3 Μαΐου 2005.