Στο πλαίσιο του 35ου Φεστιβάλ Παιδιού του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης, διοργανώθηκε από το ΝΠΔΔ ΠΕΑΠ (Περιβάλλον – Αθλητισμός – Πολιτισμός), διαγωνισμός λογοτεχνικού κειμένου στον οποίο πήραν μέρος μαθητές της Α’, Β’, Γ’ Γυμνασίου του 1ου και 2ου Γυμνασίου Πεύκης και του 1ου Γυμνασίου Λυκόβρυσης. Ανάμεσα στα παιδιά που βραβεύτηκαν ήταν και η μαθήτρια του 2ου Γυμνασίου Πεύκης, Μυρτώ Πέττα, για το διήγημά της «Μία ξεχωριστή θεατρική παράσταση».
Εμείς τη συναντήσαμε από κοντά και μιλήσαμε μαζί της για την ενασχόλησή της με το γράψιμο αλλά και τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά της.
Συνέντευξη στη Μαρία Καραογλάνογλου
Πώς αποφάσισες να λάβεις μέρος στον διαγωνισμό;
«Η καθηγήτριά μας στα φιλολογικά μαθήματα η κ. Κωνσταντίνα Τσιτούμη, ήταν αυτή που με παρακίνησε εμένα και πολλά άλλα παιδιά, γι’ αυτό και η τάξη μου είχε τόσο αυξημένη συμμετοχή. Πέρα όμως από αυτό το γράψιμο ήταν κάτι που με ενδιέφερε πάντα, αφού από μικρή έγραφα διηγήματα το καλοκαίρι».
Πώς ένιωσες όταν έμαθες ότι βραβεύτηκες;
«Όταν μου το ανακοίνωσε η καθηγήτριά μου, πραγματικά δεν το πίστευα. Χάρηκα πάρα πολύ και συγχρόνως ανακουφίστηκα γιατί απέδωσε η προσπάθεια που έκανα. Διότι ήξερα ότι είχα γράψει καλά, αλλά περίμενα πως άλλα παιδιά θα τα είχαν πάει καλύτερα, λόγω του ότι ο αριθμός συμμετοχής ήταν πολύ μεγάλος. Πάντως έχω διαβάσει και διηγήματα άλλων παιδιών και θεωρώ πως και αυτά άξιζαν να βραβευτούν».
Πότε ξεκίνησες να γράφεις;
«Ξεκίνησα στη Β’ Δημοτικού να γράφω μικρές ιστοριούλες για νεράιδες και ξωτικά στις καλοκαιρινές διακοπές όπου είχα ελεύθερο χρόνο, τις οποίες όμως ποτέ δεν ολοκλήρωνα».
Οι γονείς σου γνώριζαν ότι σου αρέσει να γράφεις; Πώς αντέδρασαν όταν έμαθαν ότι βραβεύτηκες;
«Γνώριζαν ότι γράφω αλλά ποτέ δεν τους είχα δώσει να διαβάσουν κάποια από τις ιστορίες. Το διήγημα που έγραψα για τον διαγωνισμό ήταν το πρώτο που διάβασαν. Τους άρεσε πάρα πολύ και συγκινήθηκαν ιδιαίτερα όταν έμαθαν πως βραβεύτηκε».
Τι αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για το διήγημα;
«Τα πάντα γύρω μας τον τελευταίο καιρό περιστρέφονται γύρω από την οικονομική κρίση, γι’ αυτό και τα ερεθίσματα που είχα παρατηρώντας όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά ήταν πολλά. Δεν ήταν όμως κάτι βιωματικό».
Τι είδους βιβλία σου αρέσει να διαβάζεις;
«Προτιμώ την ελληνική λογοτεχνία από την ξένη, και κυρίως τα βιβλία που διαπραγματεύονται κοινωνικά θέματα. Μάλιστα, δύο βιβλία που διάβασα πρόσφατα και μου άρεσαν ήταν το ‘‘Κρυμμένο στο Αιγαίο’’ της δημοσιογράφου Σοφίας Παπαϊωάννου, και το ‘‘Δίπλα στην ίδια θάλασσα’’ της Λένας Καπνιά. Επίσης μου αρέσει να διαβάζω βιβλία με μύθους.
Σκέφτεσαι να ασχοληθείς και στο μέλλον με το γράψιμο;
«Μεγαλώνοντας θα ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας ή οικονομολόγος, αλλά θα συνεχίσω παράλληλα στον ελεύθερο χρόνο μου να γράφω για οτιδήποτε με ενδιαφέρει».
Ποια είναι τα αγαπημένα σου μαθήματα στο σχολείο;
«Έχω ιδιαίτερο ταλέντο στα μαθηματικά, γι’ αυτό και μου αρέσουν πολύ. Επίσης βρίσκω ενδιαφέροντα μαθήματα τη λογοτεχνία και τα αρχαία».
Για ποιον λόγο θα προέτρεπες ένα παιδί να διαβάσει στον ελεύθερο χρόνο του βιβλία;
«Πολλά παιδιά βλέπουν το διάβασμα ως μία αγγαρεία αλλά κάνουν λάθος. Γι’ αυτό και θα προέτρεπα όλα τα παιδιά πριν αποφασίσουν πως δεν τους αρέσει, να δοκιμάσουν να διαβάσουν συστηματικά ένα βιβλίο. Είμαι σίγουρη πως αν το κάνουν, θα συνειδητοποιήσουν πόσο ωραίο είναι».
Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα του διηγήματος;
«Αυτό που ήθελα να φανεί μέσα από την ιστορία που έγραψα είναι πως όλοι μαζί ενωμένοι έχουμε τη δύναμη να ξεπεράσουμε οποιοδήποτε πρόβλημα. Γι’ αυτό και δεν ωφελεί καθόλου να τσακωνόμαστε, αφού η ιστορία το έχει αποδείξει πολλές φορές πως έτσι δεν μπορεί να βρεθεί διέξοδος».
Ποια είναι τα ενδιαφέροντά σου εκτός από το γράψιμο;
«Από πέρυσι ξεκίνησα να κάνω βόλεϊ στην ομάδα της Πεύκης και συμμετέχω και σε αγώνες. Γενικά πιστεύω πως πρέπει να ασχολούμαστε με κάποιο άθλημα γιατί ο αθλητισμός μας βοηθάει να εκτονωνόμαστε».
Το βραβευμένο διήγημα
Αυτούσιο το βραβευμένο διήγημα «Μια ξεχωριστή θεατρική παράσταση» της μαθήτριας Μυρτώς Πέττα έχει ως εξής:
«Παρασκευή βράδυ και η οδός Άνδρου βυθίζεται στο σκοτάδι. Το απαλό ανοιξιάτικο αεράκι κουνά ανέμελα τις κουρτίνες του σαλονιού, που μοιάζουν με μικρά κύματα μιας γαλήνιας θάλασσας. Η κυρία Φωτιάδη γεμίζει τις κούπες με λίγο ακόμα τσάι και κάθεται στην αναπαυτική πολυθρόνα. Φαίνεται λυπημένη. Τον τελευταίο καιρό είναι πολύ απασχολημένη και αγχωμένη. Το χαμόγελο της σβήνει, σα να συμβαίνει κάτι δυσάρεστο. Συζητά με το σύζυγο της χαμηλόφωνα για να μην ακούσουν τα παιδιά.
Στο διάδρομο ο μικρός Νίκος κυνηγάει την Αλίκη για να της πάρει την μπάλα, από τη βιασύνη του όμως, γλιστράει και πέφτει. Η αδελφούλα του έχει ήδη φτάσει στο δωμάτιο της και γελάει που του ξέφυγε. Σηκώνεται γρήγορα, πιο προσεκτικά αυτή τη φορά και κατευθύνεται προς το σαλόνι, όπου ακούει ψιθύρους.
‘‘ .. δεν είναι εύκολο. Οι καιροί είναι πολύ δύσκολοι και από τη στιγμή που με απέλυσαν από τη δουλειά, δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα. Το χρέος είναι μεγάλο και τα έσοδά μας είναι λίγα. Προσπαθώ να μη λείψει τίποτα στα παιδιά, αλλά αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ίσως θα έπρεπε να πουλήσουμε το σπίτι και να μετακομίσουμε σε ένα μικρότερο. Θα είναι καλύτερο για όλους…’’
Είναι ώρα για ύπνο. Το μικρό αγόρι κουκουλώνεται κάτω από το πάπλωμα, σα να είναι το μόνο πράγμα που του παρέχει προστασία. Ο χρόνος κυλά αργά. Τα λεπτά μαλώνουν με τα δευτερόλεπτα και τις ώρες. Οι λέξεις του πατέρα τρυπώνουν στο μυαλό του και αρχίζουν οι ερωτήσεις.
Ποιο χρέος; Γιατί να φύγουν; Πώς θα αποχωριστεί τους φίλους του, τη γειτονιά του; Κοιτάζει μέσα από το παράθυρο τον ουρανό και προσπαθεί να βρει απαντήσεις. Τα αστέρια όμως τον μαγεύουν και σιγά σιγά τον κοιμίζουν…
Το επόμενο πρωί βρίσκει το Νίκο τυλιγμένο με τα σκεπάσματα μπροστά από το παράθυρο. Αμέσως πλένεται, ντύνεται και φεύγει γρήγορα από το σπίτι. Ο ουρανός είναι καταγάλανος χωρίς κανένα σύννεφο, ο ήλιος λάμπει και τα ανθισμένα λουλούδια τον συνοδεύουν στη διαδρομή του. Έξω από το παλιό δημαρχείο συναντά την ‘αλητοπαρέα’ της Άνδρου.
Η Λύδια, ο Στέφανος, ο Γιάννης, ο Δημήτρης και η Δώρα τον περιμένουν με ανυπομονησία στα σκαλιά του κτηρίου. Κάθε πρωί τα παιδιά της γειτονιάς συναντιούνται και παίζουν κρυφτό, κυνηγητό και κουτσό, αλλά και αποφασίζουν για διάφορα θέματα. Ο Νίκος είχε ήδη συγκαλέσει από το προηγούμενο βράδυ συμβούλιο.
– Πού είσαι τόση ώρα; Μας ανησύχησες… Τι έγινε;
– Συγγνώμη, αλλά δεν έχω πολλή ώρα στη διάθεσή μου, πρέπει να ξαναπάω σπίτι σε λίγο. Λοιπόν, έχω δυσάρεστα νέα. Θα φύγουμε από τη γειτονιά…
– Πότε θα γυρίσεις;
– Δεν καταλάβατε…Δε θα επιστρέψω. Άκουσα τους γονείς μου να συζητούν για τα οικονομικά μας προβλήματα και τελικά αποφάσισαν να πάμε σε ένα άλλο σπίτι, εγώ όμως δε θέλω. Χθες δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Σκεφτόμουν τα παιχνίδια μας, τις κόντρες μας με τη συμμορία της Oδυσσού… όπου και να μετακομίσουμε, σίγουρα, δεν θα είναι όπως εδώ.
– Είσαι σίγουρος; Μπορεί να είναι απλώς μια σκέψη…
– Δε νομίζω. Μάλιστα η μαμά είπε σήμερα ότι θέλει να μου μιλήσει και αυτό το διάστημα φέρεται περίεργα. Φανταστείτε την αντίδραση της μικρής μόλις το μάθει. Θα στεναχωρηθεί πολύ όπως και.. Πρέπει να φύγω. Τα λέμε το απόγευμα.
– Τι ήταν τώρα αυτό; Mήπως μας κάνει πλάκα;
– Αποκλείεται. Δε θα έκανε κάτι τέτοιο για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Είδατε το πρόσωπό του; Ήταν χλωμός και πολύ ανήσυχος. Παιδιά, τι θα κάνουμε;
– Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να φύγει. Ο Νίκος είναι ο αρχηγός μας. Η ψυχή της παρέας. Όταν έχουμε κάποιο πρόβλημα έρχεται αμέσως να μας συμπαρασταθεί και κάνει τα πάντα για να βοηθήσει. Με τις τρελές ιδέες του μαθαίνουμε κάτι καινούργιο και δενόμαστε όλο και περισσότερο. Εσείς τι λέτε, να τον αφήσουμε να φύγει ή να κάνουμε μια προσπάθεια για να μείνει;
– Στέφανε, έχεις απόλυτο δίκιο. Όμως τι μπορούμε να κάνουμε;
– Ας δούμε σφαιρικά την κατάσταση. Αν προσπαθούσαμε να πείσουμε την οικογένειά του, σίγουρα δε θα μας έδιναν καμία σημασία. Άλλωστε, ούτε εκείνοι θέλουν να φύγουν, αναγκάζονται. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να μαζέψουμε χρήματα. Αυτός είναι ο πιο δραστικός τρόπος. Ακούστε τι θα κάνουμε. Εγώ θα μιλήσω με τον Νίκο για να μάθω πόσα χρωστάνε και αύριο θα ξανασυναντηθούμε έχοντας ο καθένας προτάσεις για το πώς θα μπορούσαμε να βρούμε το ποσό. Σύμφωνοι;
– Μπράβο Λυδία, πολύ καλή ιδέα! Οπότε, τα λέμε αύριο.
Μεσημέρι τώρα και τα παιδιά γύρισαν στα σπίτια τους. Ακολούθησαν τις συμβουλές της Λυδίας και όλοι γέμισαν τα δωμάτια τους με γραμμένα χαρτιά. Οι ιδέες τους ή μάλλον το σχέδιό τους για να κρατήσουν κοντά τους το φίλο τους.
Το επόμενο πρωί ξυπνούν χαρούμενα κι φεύγουν γρήγορα για το παλιό δημαρχείο. Ο ένας μετά τον άλλον καταφθάνουν περήφανοι για τις προτάσεις τους. Στα μάτια τους είναι χαραγμένα η αποφασιστικότητα και η ελπίδα. Όμως κάποιος έχει αργήσει.
– Πού είναι η Δώρα;
– Μου είπε πως θα αργήσει λίγο. Καλύτερα να αρχίσουμε.
Μετά από πολλή ώρα, όταν πια όλοι εξέφρασαν τις σκέψεις τους, ένα κόκκινο φορεματάκι φάνηκε στο λόφο.
– Πώς κι από δω;
– Συγγνώμη, αλλά νομίζω ότι βρήκα τη λύση που ψάχνουμε. Ακούστε προσεκτικά. Θα οργανώσουμε μια θεατρική παράσταση!
– Πώς σου ήρθε τώρα αυτό; Πώς θα το οργανώσουμε; Πού; Ποιο έργο θα παίξουμε;