Γράφει ο Νίκος Καραβάσιος – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας – φύλλο Κηφισιάς – Νέας Ερυθραίας – Εκάλης – Διόνυσου 25/06
Μουδιασμένη παραμένει η ελληνική κοινωνία λίγες ώρες μετά από την αποτρόπαια επίθεση με καυστική ύλη κατά των 7 Μητροπολιτών 2 δικηγόρων και ενός αστυνομικού, από εγκαλούμενο ιερομόναχο της Μητρόπολης Βέροιας. Η μέχρι τώρα εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει ότι αποφύγαμε τα χειρότερα καθώς η υγεία όλων όσοι δέχθηκαν την επίθεση εξελίσσεται ομαλά και δεν διατρέχουν κίνδυνο.
Το σοκ όμως δεν παύει να είναι μεγάλο και το πρώτο ερώτημα που έρχεται στο μυαλό όλων μας είναι, πού βρήκε την απαγορευμένη καυστική ύλη ο ιερέας; Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι την αγόρασε μέσω ίντερνετ με 40 ευρώ. Τόσο απλά…
Είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να απασχολήσει ακόμα πιο έντονα τις αρμόδιες αρχές. Γιατί είναι εμφανές ότι οι παραβατικές συμπεριφορές, οι οποίες έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τον ίντερνετ αυξάνονται με δραματικούς ρυθμούς.
Αν ένας ιερέας, ο οποίος μάλιστα επικαλείται ψυχιατρικά προβλήματα, μπορεί να πάρει στα χέρια του απαγορευμένη καυστική ύλη κάνοντας όλη τη διαδικασία μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή του, σκεφτείτε τι μπορεί να φτάσει στα χέρια ανθρώπων με έντονη και χρόνια παραβατική συμπεριφορά.
Όλοι όσοι χρησιμοποιούμε το ίντερνετ γνωρίζουμε ότι είναι ένας «αχαρτογράφητος κόσμος» ο οποίος πέρα από τα πολλά καλά, κρύβει και σοβαρούς κινδύνους, τόσο για τους ενήλικους όσο και για τα παιδιά.
Είναι δεδομένο ότι η Ελληνική Αστυνομία και οι αρμόδιες υπηρεσίες της κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες προκειμένου να «βάλουν φρένο» στην παραβατικότητα μέσω του ίντερνετ και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις έχει εντυπωσιακές επιτυχίες. Όμως κάτι τέτοια περιστατικά δείχνουν ότι υπάρχει ακόμα δρόμος, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αυτό το φαινόμενο.
Πριν από περίπου ένα χρόνο ήταν η Ιωάννα Παλιοσπύρου, η οποία είχε δεχθεί επίθεση με βιτριόλι την ώρα που πήγαινε στην εργασία της. Για να είμαστε ειλικρινείς το θέμα δεν ξεχάστηκε, καθώς ακόμα και σήμερα βρίσκεται ψηλά στην ειδησεογραφία, αλλά δυστυχώς επαναλήφθηκε.
Οι αρμόδιοι πρέπει να φροντίσουν και να πάρουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος να ξαναδούμε κάτι ανάλογο και στο μέλλον.