Γράφει ο Δημήτρης Σακελλάρης: Υποψήφιος βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ στον Βόρειο Τομέα Αθηνών (Β1)
Ενόψει της κάλπης των εθνικών εκλογών της 7ης Ιουλίου πρέπει να πάρουμε αποφάσεις για τη ζωή μας που θα μας συνοδεύσουν για μια τετραετία. Στις εκλογές αυτές δεν επιλέγουμε απλά κυβέρνηση, αλλά και το σχέδιο για τα επόμενα χρόνια με το οποίο θα πορευτούμε και μετά την απομάκρυνση από την κάλπη, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες του, αποτελεί τη δύναμη εκείνη που έβγαλε τη χώρα από τα δεσμά των μνημονίων και έθεσε τα θεμέλια ώστε να οικοδομήσουμε ένα μέλλον που θα αφορά όλους τους πολίτες και όχι μόνο τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ που φέρουν ευθύνη για την οικονομική και κοινωνική κατάρρευση της χώρας.
Κανείς δε μπορεί να ισχυριστεί, βέβαια, ότι η πλειοψηφία των συμπολιτών μας ζει καλά. Αυτό θα ήταν αδύνατο άλλωστε σε μια χώρα που έχασε περισσότερο από το 25% του ΑΕΠ της από τις πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν από μια συντηρητική Ευρώπη, στην αντίπερα όχθη της οποίας, όμως, στάθηκε πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ. Την επομένη της εξόδου από τα μνημόνια, η κυβέρνηση νομοθέτησε μια σειρά από μόνιμα μέτρα για να απαλύνει τις κοινωνικές πληγές αλλά και για να δώσει το μήνυμα των πολιτικών κατευθύνσεων για το μέλλον, αν βέβαια ο κυρίαρχος ελληνικός λαός επιλέξει τη συνέχιση της προοδευτικής διακυβέρνησης και όχι την επιστροφή σε ένα παρελθόν που μας οδήγησε στη χρεοκοπία.
Στις 7 Ιουλίου λοιπόν, με γνώμονα τη λογική και την προσδοκία, οφείλουμε να πάρουμε θέση σε μια σειρά από διλήμματα. Σε μία χώρα που πολιτικές συγκεκριμένες και όχι δυνάμεις αόρατες, την ώθησαν στο χείλος της χρεοκοπίας, μπορούμε να προτάξουμε το προοδευτικό στοίχημα της παραγωγικής της ανασυγκρότησης ανά περιφέρεια, επιστημονικό και επαγγελματικό κλάδο, αντί να συμβιβαστούμε με τον οικονομικό παρασιτισμό που απομυζά δεκαετίες αυτόν τον τόπο. Μπορούμε να διασφαλίσουμε όρους βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης που δε θα αφορά μια ολιγαρχία, αλλά το σύνολο των δυνάμεων της παραγωγής και του κόσμου της εργασίας. Άρα οι πολίτες οφείλουν να πάρουν θέση. Ή με τις δυνάμεις της παραγωγής και του δημοκρατικού ελέγχου ή με τις δυνάμεις της αδράνειας και του παρασιτισμού.
Σε μια κοινωνία που έχει απωλέσει την εμπιστοσύνη της στο πολιτικό σύστημα και κυριαρχεί η γενίκευση του «όλοι ίδιοι είναι», μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά και να προωθήσουμε τη θεσμική ανασυγκρότηση που θα υπερασπίζεται τα δημόσια αγαθά, τα κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα, ώστε να γίνει πλέον αντιληπτό ότι σε αυτό τον τόπο θα είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο. Ο νόμος δε θα μοιάζει πλέον ως ιστός αράχνης, ικανός να αιχμαλωτίζει μόνο τα αδύναμα έντομα ενώ τα ισχυρά θα τον σκίζουν και θα ξεφεύγουν, όπως ανέφερε στο παρελθόν ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ούτε στο δίλημμα αυτό μπορούμε να μείνουμε αμέτοχοι. Ή θα πορευτούμε με τις δυνάμεις του θεσμικού εκσυγχρονισμού ή με τις λογικές των κοτζαμπάσηδων.
Σε έναν πληθυσμό που «έφτασε στα όριά του» την περίοδο της μνημονιακής επιτροπείας, οφείλουμε να στηρίξουμε έμπρακτα τους ανθρώπους που έμειναν στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο, γιατί δεν μπορούμε να οικοδομήσουμε το αύριο πάνω σε κοινωνικά ερείπια. Έτσι οφείλουμε να ενισχύσουμε το κοινωνικό κράτος δίνοντας έμφαση στους τομείς της υγείας και της παιδείας, αλλά και στην έρευνα για να αντιστρέψουμε το καταστροφικό για το μέλλον μας brain drain. Να δημιουργήσουμε αξιοπρεπώς αμειβόμενες θέσεις εργασίας με δικαιώματα, συλλογικές διαπραγματεύσεις, καταπολέμηση της μαύρης και υποδηλωμένης εργασίας και να στηρίξουμε τις νέες οικογένειες, γιατί ο εφιάλτης της υπογεννητικότητας απειλεί το μέλλον μας. Άρα ή θα πορευτούμε με τις δυνάμεις που θέτουν την κοινωνία πάνω από τα κέρδη, ή με τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού που θεωρούν ότι η αγορά, ελεύθερη από κάθε έλεγχο, εγγυάται την οικονομική πρόοδο. Άραγε για ποιους;
Είναι ευκολότερη η επιλογή της αποχής ή η στάση της καταγγελίας. Δεν έχουμε όμως το περιθώριο σε αυτή τη συγκυρία να πορευτούμε με βάση το θυμικό μας. Οφείλουμε να συγκρίνουμε τα πολιτικά προγράμματα των κομμάτων που διεκδικούν την διακυβέρνηση της χώρας, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ και να επιλέξουμε. Να αναλύσουμε τις ευθύνες για το παρελθόν και να επεξεργαστούμε τις προτάσεις τους για το μέλλον. Δεν ανήκω στους αναποφάσιστους. Θεωρώ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε, σε δυσμενείς συνθήκες, αρκετά και με αυτό το όχημα μπορούμε να παλέψουμε για τις ανάγκες των πολλών. Εσύ;
Βιογραφικό
Γεννήθηκε το 1977 στην Αθήνα, κατάγεται από Φθιώτιδα και Μεσσηνία, με πιο μακρινή καταγωγή από τη Μικρά Ασία. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ. με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση και Οργάνωση Εκπαιδευτικών Μονάδων. Εργάστηκε ως φιλόλογος στον ιδιωτικό τομέα και ως παιδαγωγός σε ίδρυμα για άπορα παιδιά. Έχει υπάρξει ενεργό μέλος πρωτοβάθμιων σωματείων. Είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.