Γράφει ο Χρήστος Φωτιάδης: Ειδικός Σύμβουλος
Με φόντο μια πρωτοφανή δικαστική περιπέτεια που διαχειρίστηκα επί πενταετία, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω από πρώτο χέρι την κατάσταση στην ελληνική Δικαιοσύνη, και μάλιστα ενώπιον πλήθους εισαγγελικών και δικαστικών αρχών, και των τριών βαθμίδων! Μοναδικός μου «τίτλος» οι εμπειρίες από τον δικηγόρο πατέρα μου και όπλα μου η ικανότητα στην έρευνα και τη σύνταξη ορθών κειμένων, η επιμονή και η ενδελεχής μελέτη κάθε διαθέσιμου στοιχείου!
Είναι ασφαλώς αδύνατον να παραθέσω όλες τις πτυχές αυτής της πολύπλοκης υπόθεσης, επειδή θα χρειαζόταν… ολόκληρο βιβλίο. Κάτι που θα όφειλα πράγματι να κάνω, ώστε να προστατευτούν άλλοι πολίτες από παρόμοιες «ατυχίες» στην απόδοση δικαιοσύνης… Θα εστιάσω, όμως, σε μια σχεδόν άγνωστη παθογένεια, που αφορά πολλές χιλιάδες πολιτών, σε περιπτώσεις «εμπλοκών» τους με στελέχη του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ειδικότερα των Σωμάτων Ασφαλείας!
«Το δικαίωμα στην αναφορά»
Πρόκειται για ένα προνόμιο των πολιτών που πηγάζει απευθείας από τη Γαλλική Επανάσταση, ενώ το συναντούμε σε όλα τα συντάγματα της Ευρώπης, όπως και στους χάρτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με πρώτη την Ευρωπαϊκή Συνθήκη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)! Στο Άρθρο 10 του ελληνικού Συντάγματος περιγράφεται ως εξής:
1. Καθένας ή πολλοί μαζί, έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις Αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο.
2. Μόνο μετά την κοινοποίηση της τελικής απόφασης της Αρχής στην οποία απευθύνεται η αναφορά, και με την άδειά της, επιτρέπεται η δίωξη εκείνου που την υπέβαλε, για παραβάσεις που τυχόν υπάρχουν σ’ αυτήν.
Στην ουσία, πρόκειται για τη δυνατότητα κάθε πολίτη να απευθυνθεί εγγράφως σε αρμόδια δημόσια Αρχή, εκφράζοντας διαφωνία ή παράπονο, σε σχέση με τις ενέργειες κάποιου Οργάνου της, ζητώντας ταυτόχρονα την άρση των συνεπειών από αυτές ή/και την αποτροπή της συνέχισής τους. Οι προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί η «αναφορά» είναι λογικές και συγκεκριμένες.
Εφόσον το καταγγελλόμενο δημόσιο Όργανο θεωρεί ότι η αναφορά/καταγγελία εναντίον του περιλαμβάνει, π.χ., ψευδείς, υβριστικές ή συκοφαντικές αιτιάσεις, δικαιούται βεβαίως να προσφύγει στη Δικαιοσύνη κατά του καταγγέλλοντος, ΟΜΩΣ ο αρμόδιος εισαγγελέας δεν δικαιούται να ασκήσει δίωξη, εφόσον δεν πληρούνται δυο συγκεκριμένες προϋποθέσεις: α)να έχουν κοινοποιηθεί στον καταγγέλλοντα οι όποιες διοικητικές πράξεις (π.χ. τιμωρία του Οργάνου κ.λπ.) και β)ο καταγγελλόμενος να έχει ζητήσει και λάβει άδεια από την Αρχή που διαχειρίστηκε την καταγγελία!
Αν έστω και μια των προϋποθέσεων αυτών δεν έχει τηρηθεί, η δίωξη είναι αντισυνταγματική, επομένως παράνομη, το δε εισαγγελικό Όργανο είναι υπόλογο εάν την ασκήσει! Εφόσον δε, κατά παράβαση των νόμων, η υπόθεση παραπεμφθεί στο ακροατήριο, ο εισαγγελέας της έδρας και οι δικαστές οφείλουν να επισημάνουν αυτεπαγγέλτως την αντισυνταγματικότητα της παραπομπής (διάχυτος συνταγματικός έλεγχος), να την κηρύξουν άκυρη και να απαλλάξουν τον κατηγορούμενο, διακόπτοντας πάραυτα επί τόπου τη δίωξή του!
Η βαρυσήμαντη αυτή συνταγματική πρόβλεψη υποστηρίζεται επίσης από το άρθρο 93 παρ. 4 Σ, καθώς και από τα άρθρα 41, 54, 55 και 370 του ΠΚ, με τα οποία επιβάλλεται η εφαρμογή του. Είναι, δηλαδή απολύτως ισχυρή η πρόθεση του Συντάγματος, για την προστασία του δικαιώματος του πολίτη να παραπονεθεί και να απαιτήσει αποκατάσταση, χωρίς να κινδυνεύει από άδικη και εκδικητική δίωξη!
Τεράστιο κενό εφαρμογής!
Είναι ευνόητο ότι η συνταγματική αυτή πρόβλεψη αφορά διαχρονικά σε δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων, οι οποίοι επιθυμούν να καταγγείλουν αυθαίρετες συμπεριφορές ή παραβιάσεις των νόμων από στελέχη του Δημοσίου! Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μεμονωμένες ή εξειδικευμένες περιπτώσεις, που αφορούν ελάχιστα το κοινωνικό σύνολο!
Πώς, λοιπόν, προστατεύει η Πολιτεία (δημόσιες Αρχές και Δικαιοσύνη) το αυτονόητο αυτό βασικό δικαίωμα του πολίτη; Η απάντηση είναι συντομότατη και σοκαριστική: Απλά το αγνοούν! Ναι, καλά ακούσατε! Από το πλήθος συνταγματολόγων και έγκριτων λοιπόν νομικών – τουλάχιστον 30! – με τους οποίους συζήτησα εκτενώς για το Άρθρο 10 Σ, ούτε ένας δεν είχε σχετική εμπειρία εφαρμογής του από εισαγγελείς και δικαστές! Ούτε ένας!
Σχετική νομολογία/Γνωματεύσεις ΝΣΚ
Χαρακτηριστικό της περιφρόνησης εισαγγελέων και δικαστών προς τη σημαντική αυτή συνταγματική πρόβλεψη είναι η σπανιότητα συναφών κρίσεων του ανωτάτου δικαστηρίου και γνωματεύσεων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους! Οι σχετικές αποφάσεις του Αρείου Πάγου αφορούν σε ελάχιστες προσφυγές πολιτών, κατά κανόνα αστήρικτες έως και άσχετες με το πνεύμα του Άρθρου 10 Σ, ενώ υπάρχουν μόλις τέσσερις (4) Γνωμοδοτήσεις ΝΣΚ από τη δεκαετία του 1980, οι οποίες τουλάχιστον είναι απολύτως, συναφείς, σαφείς και πλήρως διευκρινιστικές, αληθινά νομικά διαμάντια! Οι Γνωμοδοτήσεις αυτές δεν είναι καν ψηφιοποιημένες και ο εντοπισμός τους έγινε αποκλειστικά χάρη στη δική μου επιμονή και την επαγγελματική αρτιότητα της υπεύθυνης αρχείου του ΝΣΚ, της εξαιρετικά συνεργάσιμης κυρίας Χριστίνας Ανθρακίδου!
Το Ανώτατο Δικαστήριο;
Το γεγονός ότι ένας απλός πολίτης επικαλείται ένα… ξεχασμένο άρθρο του Συντάγματος για να βρει το δίκιο του, ενώ πλήθος εισαγγελέων και δικαστών το αγνόησαν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων τους, αποτελεί από μόνο του κόλαφο κατά της Δικαιοσύνης! Επιπλέον, η Υπηρεσία Πειθαρχικού Ελέγχου του Αρείου Πάγου ενημερώθηκε μέσω του υπουργού Δικαιοσύνης και έχει λάβει ένα σύνολο σχετικών αναφορών μας, με πλήρη τεκμηρίωση των ευθυνών που προκύπτουν!
Μέχρι σήμερα δεν έχουμε λάβει γνώση τυχόν ενεργειών ή αποφάσεων, αλλά ασφαλώς θα επιμείνουμε, αναμένοντας την τελική κρίση της Υπηρεσίας. Πέραν αυτού, όμως, είναι ώρα να αναλάβουν τις ευθύνες τους όλοι οι υπεύθυνοι, από το υπουργείο Δικαιοσύνης και την ηγεσία του Αρείου Πάγου, μέχρι τους προϊστάμενους εισαγγελείς, αλλά και τον κάθε έναν εισαγγελέα και δικαστή! Δεν είναι δυνατόν να παραπέμπονται, να δικάζονται και να καταδικάζονται πολίτες, απλώς επειδή έκαναν χρήση ενός βασικού τους δικαιώματος, που επίσης ρητά προβλέπεται από το Σύνταγμα, τους νόμους και την ΕΣΔΑ!
Τέλος, είναι υποχρέωση ολόκληρου του νομικού κόσμου να ασχοληθεί με το μείζον αυτό θέμα! Να υπάρξει διευκρινιστική αρθογραφία στα νομικά περιοδικά, ενημέρωση των δικηγορικών συλλόγων και των μελών τους! Να βγει από τη λήθη το Άρθρο 10 του Συντάγματος! Μην ξεχνάμε ότι η τήρηση του Συντάγματος είναι υποχρέωση κάθε πολίτη, πρωτίστως όμως εκείνων που ασκούν το λειτούργημα του δικαστικού λειτουργού και των λοιπών, σχετικών με την απόδοση δικαιοσύνης!
Απαραίτητη συμπλήρωση: Το πρόσωπο που έκανε την ως άνω ορθότατη χρήση της συνταγματικής πρόβλεψης ήταν μια νεαρή κοπέλα 27 μόλις ετών! Αν και το δημόσιο Όργανο το οποίο είχε καταγγείλει τιμωρήθηκε άμεσα από την ανώτατη βαθμίδα της Υπηρεσίας του, η καταγγέλλουσα παραπέμφθηκε, δικάστηκε σε μια δίκη – παρωδία που έπασχε από πολλαπλή ακυρότητα και καταδικάστηκε σε εξοντωτική ποινή, χωρίς κανένα ελαφρυντικό, αν και ουδέποτε είχε δοσοληψίες με τη δικαιοσύνη ή κάτι άλλο «επιβαρυντικό» σε βάρος της! Φυσικά, η απόφαση ανατράπηκε πανηγυρικά στη συνέχεια, ενώ ένας περιορισμένος αριθμός των υπευθύνων τιμωρήθηκαν εκ νέου!
Η παθούσα, πλην της «πλούσιας» εμπειρίας της, απέκτησε και ένα σοβαρό ανίατο νόσημα, ως αποτέλεσμα της βάναυσης παραβίασης κάθε έννοιας νομιμότητας και της εύλογης ψυχικής δοκιμασίας που υπέστη εξ αυτού του λόγου!